Συνεχης ενημερωση

    Δευτέρα, 25-Αυγ-2025 00:03

    Όταν το προσωπικό αφήγημα προσπαθεί να γίνει αλήθεια

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Η συνέντευξη του Αλέξη Τσίπρα στη Le Monde δεν ήταν απλώς μια αναδρομή στο 2015· ήταν μια απόπειρα να μετατραπεί η Ιστορία σε προσωπικό αφήγημα. Ο πρώην πρωθυπουργός δηλώνει πως ήρθε η ώρα να πει "τη δική του αλήθεια". Μόνο που η πολιτική δεν είναι πεδίο υποκειμενικών "αληθειών". Είναι χώρος αποφάσεων που κρίνονται στο συλλογικό επίπεδο από το εκλογικό σώμα με αποτίμηση στην κάλπη και μόνο εκεί. Όπου η δική του εκδοχή, όχι απλώς αμφισβητήθηκε, απορρίφθηκε ηχηρότατα.

    Παρουσίασε το 2015 ως "οδύσσεια" του ελληνικού λαού, σαν να ήταν μια φυσική καταστροφή που απλώς ξέσπασε. Παραλείπει όμως έντεχνα, να πει ότι αυτή η οδύσσεια είχε σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή. Το δημοψήφισμα που ο ίδιος σήμερα αποκαλεί εργαλείο "δραματοποίησης" δεν ήταν ένα αθώο τέχνασμα· ήταν η στιγμή που η χώρα οδηγήθηκε στο χείλος της οικονομικής κατάρρευσης, με τις τράπεζες κλειστές και την κοινωνία σε ασφυξία. Ακόμη κι αν υποτεθεί πως όλα αυτά ήταν απλώς διαπραγματευτική τακτική, τότε αυτή είχε κόστος βαρύτερο από οποιαδήποτε θεωρητική βελτίωση του αποτελέσματος.

    Και όμως, στη συνέντευξη, ο κ. Τσίπρας δηλώνει "υπερήφανος" για την υπογραφή του τρίτου μνημονίου. Λες και η υπερηφάνεια ενός πολιτικού μπορεί να αναιρέσει την κοινωνική πληγή που το ίδιο το κόμμα του κατήγγειλε ως "καταστροφική". Πώς συμβιβάζεται η ρητορική περί "υποταγής" με την τωρινή αυτοεπιβεβαίωση; Μήπως απλά, όλη αυτή η διαδρομή δεν είναι τίποτε περισσότερο από μία συνεχής προσπάθεια εκ των υστέρων δικαίωσης;

    Η αναφορά στη "δική του αλήθεια" αποκτά έτσι χαρακτήρα επικίνδυνης αυθαιρεσίας. Διότι αν ο καθένας μπορεί να επικαλείται τη δική του αλήθεια, τι απομένει από την κοινή εμπειρία; Η πολιτική, σε τελική ανάλυση, είναι ζήτημα εμπιστοσύνης. Και η εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος προς εκείνον εξαντλήθηκε. Το απέδειξαν οι κάλπες, με τρόπο που δεν αφήνει καμία αμφιβολία. Άρα ποιο είναι το νόημα της σημερινής εξομολόγησης, όλων αυτών των κινήσεων rebranding; Να πιστέψουμε ότι η Ιστορία έκανε λάθος και ότι μόνο εκείνος έχει το προνόμιο της ορθής ανάγνωσης;

    Δεν λείπει, βέβαια, η επίθεση προς τη σημερινή κυβέρνηση, με αναφορές στις κοινωνικές ανισότητες. Όμως ακόμη κι αν δεχθεί κανείς την κριτική, είναι αδύνατο να την ακούσει χωρίς να θυμηθεί ότι το ίδιο πολιτικό προσωπικό, που μιλά σήμερα για "προστασία των αδυνάτων", είναι εκείνο που φλέρταρε με την έξοδο από το ευρώ και σφράγισε την τύχη των πιο αδύναμων μέσα σε εβδομάδες αβεβαιότητας. Όταν το αφήγημα του "προστάτη των φτωχών" καταρρέει στα ίδια του τα δεδομένα, τι μένει; Μόνο οι ευρηματικές ατάκες και μια πικρή υπενθύμιση της πολιτικής παρακμής.

    Η πιο αποκαλυπτική στιγμή ήταν η ομολογία του ότι "του λείπει η ενεργός πολιτική". Δηλαδή; Ότι όλο αυτό το διάστημα δεν ήταν πραγματικά απόντας, αλλά περίμενε τη στιγμή να επανέλθει; Αν δεν διψούσε για εξουσία, όπως λέει, γιατί η εξομολόγηση στη Le Monde φέρει όλα τα χαρακτηριστικά προαναγγελίας πολιτικής επιστροφής; Κι αν πραγματικά επιθυμεί να αφήσει πίσω του την εξουσία, γιατί μιλά σαν πολιτικός που βρίσκεται σε αναμονή; Και στην τελική, υπάρχει πιο ενεργή ανάμιξη με την πολιτική, από την βουλευτική έδρα και την απευθείας δυνατότητα συνομιλίας με τους πολίτες, που αυτή δίνει;

    Σε κάθε περίπτωση, η κοινωνία έδωσε απάντηση στην πιθανή "κυβερνησιμότητα" του Αλέξη Τσίπρα. Και μάλιστα δύο φορές: το 2019 και το 2023. Και η απάντηση ήταν καθαρή. Δεν ήθελε άλλη "αλήθεια"· ήθελε σταθερότητα και συνέχεια. Η εμμονή του κ. Τσίπρα να επιμείνει στη δική του εκδοχή μοιάζει περισσότερο με προσωπική ανάγκη παρά με πολιτική συμβολή. Μπορεί, βέβαια, να γεμίσει ένα βιβλίο. Αλλά το ερώτημα είναι άλλο: μπορεί να ξαναγράψει την Ιστορία; Μπορεί να διαγράψει τη μνήμη της κοινωνίας, να εξωραΐσει τα κλειστά ΑΤΜ, να μετατρέψει μια περίοδο αγωνίας σε αφήγημα εθνικής αξιοπρέπειας;

    Κάθε πολιτικός έχει το δικαίωμα να αφηγηθεί την εκδοχή του. Το κρίσιμο, όμως, είναι αν η κοινωνία είναι διατεθειμένη, έστω απλά να την ακούει ξανά και ξανά. Η απάντηση, αν κρίνουμε από τον υπέρτατο κριτή στην πολιτική, έχει ήδη δοθεί. Κι έχει δοθεί με τέτοια ένταση, που καθιστά τη "δική του αλήθεια" περισσότερο μια προσωπική παρηγοριά παρά μια πολιτική πρόταση.

    Πέτρος Λάζος
    petros.lazos@capital.gr

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ