Τρίτη, 09-Δεκ-2025 15:11
Βρετανία: Οι ψευδείς αξιώσεις για χρήματα των φορολογουμένων στην πανδημία κόστισαν στα δημόσια οικονομικά 10,9 δισ. λίρες
Οι ψευδείς αξιώσεις για χρήματα των φορολογουμένων κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 κόστισαν στα δημόσια οικονομικά της Βρετανίας 10,9 δισ. λίρες (14,5 δισ. δολάρια), ανακοίνωσε σήμερα η κυβέρνηση επικαλούμενη τα ευρήματα μιας νέας ανεξάρτητης έκθεσης.
Η έκθεση του Επιτρόπου Καταπολέμησης της Απάτης για την COVID έδειξε ότι πολλά προγράμματα --όπως τα Bounce Back Loans και το Eat Out to Help Out-- που τέθηκαν σε εφαρμογή από την πρώην συντηρητική κυβέρνηση δεν διέθεταν δικλείδες ασφαλείας κατά της απάτης, δήλωσε η κυβέρνηση.
"Το γεγονός ότι αφήνουμε την πόρτα ορθάνοιχτη στην απάτη έχει κοστίσει στους Βρετανούς φορολογούμενους 10,9 δισ. λίρες — χρήματα που θα έπρεπε να χρηματοδοτούν τις δημόσιες υπηρεσίες μας, να υποστηρίζουν τις οικογένειες και να ενισχύουν την οικονομία μας", ανέφερε η υπουργός Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς σε ανακοίνωσή της.
Η κυβέρνηση δήλωσε ότι μέχρι στιγμής έχει επανακτήσει 400 εκατομμύρια λίρες σε προσπάθειες να ανακτήσει μέρος αυτών των απωλειών.
"Η έκθεση υπογραμμίζει ότι οι έλεγχοι για την καταπολέμηση της απάτης ήταν "ανεπαρκείς" και βελτιώθηκαν μόνο αργότερα στην πανδημία", ανέφερε το υπουργείο Οικονομικών.
Η έκθεση, η οποία συντάχθηκε από τον Τομ Χέιχο, ο οποίος προηγουμένως ήταν επικεφαλής οργανισμών υγειονομικής περίθαλψης, τονίζει την ανεπαρκή λογοδοσία, τα δεδομένα κακής ποιότητας και τις πλημελλείς συμβάσεις ως τους κύριους λόγους για την απώλεια των 10,9 δισεκατομμυρίων λιρών.
Η Βρετανία κατέγραψε περισσότερους από 230.000 θανάτους από COVID, παρόμοιο αριθμό θυμάτων με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ιταλία, αλλά υψηλότερο από ό,τι αλλού στη δυτική Ευρώπη, και εξακολουθεί να ανακάμπτει από τις οικονομικές επιπτώσεις.
Μια έρευνα, την οποία ζήτησε ο πρώην πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον τον Μάιο του 2021, κατέληξε σε μια δριμεία αξιολόγηση της αντίδρασης της κυβέρνησής του στην COVID, επικρίνοντας την αναποφάσιστη ηγεσία του, επικρίνοντας το γραφείο του στην Ντάουνινγκ Στριτ για παραβίαση των ίδιων των κανόνων του και επικρίνοντας τον κορυφαίο σύμβουλό του, Ντόμινικ Κάμινγκς.