00:01 12/12
Καλωσήρθαμε στον σκληρό πυρήνα
Η εκλογή του Κυριάκου Πιερρακάκη στην προεδρία του Eurogroup είναι το επιστέγασμα ότι η Ελλάδα ξαναμπήκε στον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης.
Στην πρόσφατη έκθεση που έβγαλε το γραφείο του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, η Ευρώπη αξιολογείται λίγο-πολύ ως βλαφθείσσα από τα εκατομμύρια μεταναστών που έχουν φτιάξει το σπίτι τους σε ευρωπαϊκές χώρες.
Πολλοί επίσης ακούγονται στις ευρωπαϊκές χώρες να εκφράζονται κατά της μετανάστευσης ανθρώπων από τρίτες χώρες, για την υψηλή εγκληματικότητα που προκαλούν, τη συμμετοχή τους σε εγκληματικές οργανώσεις, και τον κίνδυνο από την μη ενσωμάτωσή τους στην ελληνική κοινωνία και την δημιουργία γκέτο με υψηλή εγκληματικότητα, φτώχεια και εστίες επεισοδίων που μπορεί προκαλέσουν πολιτική αστάθεια, όπως συμβαίνει στην Γαλλία ή στη Βρετανία.
Πριν από 100 χρόνια η ελληνική κοινωνία κλήθηκε να ενσωματώσει 1,5 εκατομμύριο μικρασιάτες Έλληνες πρόσφυγες, ενώ για πολλά χρόνια οι "αυτόχθονες" Έλληνες τους έβλεπαν ως απειλητικούς και παραβατικούς, ενώ οι γυναίκες τους ονομάζονταν υποτιμητικά "παστρικές" επειδή πλένονταν συχνότερα από μια φορά το μήνα, ενώ θεωρούνταν από άλλους ως ελευθερίων ηθών. Σήμερα εκτός από αδύνατον να ξεχωρίσει κάποιος ποιοι είναι απόγονοι των Ελλήνων που εκδιώχθηκαν από τα σπίτια και τις ζωές τους κατά την Μικρασιατική καταστροφή, τις περισσότερες φορές δεν συνδέεται καν ή ποντιακή ή πολίτικη ή σμυρνέικη καταγωγή τους με κάποιο διαφοροποιητικό χαρακτηριστικό, ενώ όσοι μπορούν να αντιληφθούν τα βασικά γνωρίζουν ότι η σημερινή Ελλάδα δεν θα ήταν ό,τι είναι χωρίς τη συμβολή αυτών των προσφυγικών πληθυσμών. Θα ήταν λιγότερη και χειρότερη.
Την ίδια εποχή, προ ενός αιώνα, υπήρξε και μια μεγάλη μεταναστευτική ροή από την Ευρώπη προς τις ΗΠΑ, από χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ιρλανδία. Παρότι κράτος μεταναστών, οι πολίτες των ΗΠΑ πριν έναν αιώνα θεωρούσαν τις μεταναστευτικές εισροές ως αναγκαίο κακό. Ήταν οι άνθρωποι που ήταν διατεθειμένοι να κάνουν τις βαριές δουλειές που οι ίδιοι οι Αμερικανοί δεν δέχονταν να κάνουν. Να σκάβουν δρόμους με την αξίνα, να δουλεύουν στα ορυχεία, στα εργοστάσια, στις λάντζες και χίλια δυο άλλα. Μάλιστα τόσο οι Έλληνες όσο και οι Ιταλοί αλλά και οι Ιρλανδοί μετανάστες στις ΗΠΑ στις αρχές του 20ου αιώνα δεν θεωρούνταν "λευκοί" από τους προϋπάρχοντες Αμερικανούς, και αντιμετωπίζονταν με την ανάλογη ρατσιστική συμπεριφορά. Πολλοί σπρώχτηκαν μάλιστα να κατοικήσουν σε "εθνικά γκέτο" όπως η γειτονιά της Αστόριας στο Κουίνς, ή το Γκρικτάουν στο κέντρο του Ντιτρόιτ και ξεχωριστές συνοικίες στην Τάμπα της Φλόριντας και σε πολλές άλλες πόλεις. Συχνά μάλιστα ελληνικής καταγωγής μετανάστες στις νότιες πολιτείες υπήρξαν στόχοι της ρατσιστικής οργάνωσης Κου Κλουξ Κλαν τότε. Για αυτό κυρίως συγκροτήθηκαν σε βόρειες πολιτείες που ο ρατσισμός ήταν λιγότερο ανεξέλεγκτος.
Στα τέλη του προηγούμενου αιώνα η Ελλάδα υποδέχθηκε μια άλλη μεταναστευτική ροή, αυτή τη φορά από την γειτονική Αλβανία. Πάλι φόβος, ίσως και λίγος ρατσισμός, όμως οι άνθρωποι αυτοί ήταν διατεθειμένοι να εργαστούν στην οικοδομή και τα μεγάλα έργα υποδομής που τόσο είχε ανάγκη τότε η Ελλάδα. Τριάντα χρόνια μετά με οικογένειες ολόκληρες εδώ, με παιδιά γεννημένα Έλληνες, με δικές τους επιχειρήσεις Διεθνή εργολάβοι οικοδομών, τεχνίτες, κατασκευαστές, και με παιδιά γιατρούς, δικηγόρους, μηχανικούς, δημόσιους υπαλλήλους και κάποια είδους εργασίας, είναι σχεδόν αδύνατον να ξεχωρίσει κάποιον δεύτερης γενιάς από έναν άλλον Έλληνα. Εκτός αν ο ίδιος θέλει να ξεχωρίσει.
Όλη αυτή η παραπάνω αναδρομή οδηγεί στο ότι ανεξάρτητα από που έρχεται ένας μετανάστης, κυρίως φέρνει όφελος για τη χώρα που καταφθάνει, ανανεώνει την ενεργητικότητα της κοινωνίας μέσα στην οποία ενσωματώνεται, και προσφέρει πλούτο στη χώρα συνολικά δια της εργασίας που συνεισφέρει για να ζει εκεί.
Φυσικά υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, οι οποίες όμως οφείλονται κυρίως στις λανθασμένες πολιτικές ενσωμάτωσης, δηλαδή αντί να τους βρίσκει δουλειά τους δίνει επιδόματα να κάθονται απομονωμένοι από την υπόλοιπη κοινωνία, όπως ενίοτε συνέβη στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς που υποδέχθηκε η Βρετανία ή το Βέλγιο.
Η μετανάστευση είναι σίγουρα ένα θετικό συμβάν για την κοινωνία που τους υποδέχεται. Είτε αυτοί είναι Έλληνες εργάτες στις τουβλοποιίες του Μπέρμιγχαμ στα μέσα του 20ου αιώνα, είτε Έλληνες γιατροί στα νοσοκομεία του NHS, είτε Έλληνες εφοπλιστές στο Σίτι του Λονδίνου στην δεκαετία του 1970.
Εκτός από ανακούφιση στο δημογραφικό που παραμένει τεράστιας σημασίας πρόβλημα, φέρνει νέο αίμα, νέα σκέψη, νέα μυαλά και νέα όρεξη για ζωή και αγάπη για τη νέα τους πατρίδα.
Η δυσκολία είναι να βρει κάθε κοινωνία τον σωστό τρόπο να δρομολογεί τις μεταναστευτικές εισροές και να αποφεύγει τις μεταναστευτικές εκροές, όπως το λεγόμενο brain drain από το οποίο υποφέρουμε ως χώρα ακόμη.
Καλώς ή κακώς, όσο νωρίτερα συνειδητοποιήσουμε ότι η χώρα μας στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων ήταν, είναι, και θα είναι αποδέκτης μεταναστών πάντα, αλλά δυστυχώς θα είναι και πηγή μεταναστών για άλλες χώρες, τόσο το καλύτερο για εμάς.
Η πρόκληση είναι να βρούμε τρόπους για να μεγιστοποιήσουμε το όφελος της κοινωνίας μας από τους ανθρώπους με καταγωγή από άλλες χώρες του πλανήτη, που επιλέγουν να κάνουν την Ελλάδα πατρίδα τους.
Επίσης είναι πρόκληση να βρούμε τρόπους να έχουν και εκείνοι σημαντικά οφέλη από την ενσωμάτωση τους, και να δημιουργήσουμε τις συνθήκες που έδωσαν την δυνατότητα σε χώρες όπως οι ΗΠΑ να συνεχίσουν να αναπτύσσονται ασταμάτητα για σχεδόν δύο αιώνες.
Είτε οι μετανάστες που μας έρχονται είναι πρόσφυγες από αφρικανικές χώρες σε εμφύλιο, είτε είναι συνταξιούχοι από τη βόρεια Ευρώπη, είτε είναι ψηφιακοί νομάδες από τις ΗΠΑ, είτε επιχειρηματίες οικογένειες ολόκληρες από το Ισραήλ που επιστρέφουν στην Ελλάδα μετά από μισό αιώνα, ή μάγειρες και μηχανικούς αεροσκαφών από τη Γαλλία.
Μια ζωντανή, έξυπνη κοινωνία, αξιοποιεί την αγάπη που έχει ένας άνθρωπος στη χώρα που ο ίδιος ΕΠΙΛΕΓΕΙ να κάνει την νέα του πατρίδα, και ταυτόχρονα δίνει ευκαιρίες σωστής ενσωμάτωσης στην κοινωνία των μεταναστών ή προσφύγων.
Όσο πιο έξυπνα φερθούμε, όσο πιο γρήγορα και σωστά καταφέρουμε να ενσωματώσουμε αυτούς που διάλεξαν Ελλάδα για πατρίδα τους, τόσο πιο ωφελημένοι θα είμαστε ως χώρα στο βάθος του χρόνου.
Με σωστό προγραμματισμό φυσικά, και στον ρυθμό απορρόφησης που μπορεί να αντέχει άνετα ή χώρα με βιώσιμο τρόπο.
Έχουμε μόνο να κερδίσουμε!
Όπως κερδίσαμε πάντα από την εισροή μεταναστών άλλωστε!