00:01 05/09
Το μεγάλο στοίχημα της φετινής ΔΕΘ
Η φετινή Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης σηματοδοτεί μία καινούργια προσέγγιση ως απαραίτητη για τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Ενώ η Χίος καίγεται για τρίτη μέρα, αποκαλύπτεται το οδυνηρό κόστος της ενεργειακής μας στρατηγικής, που βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε μεταβλητές ανανεώσιμες πηγές και εισαγόμενο φυσικό αέριο. Η χώρα μας παραμένει από τους λίγους στην Ευρωπαϊκή Ένωση που δεν έχει ούτε σχέδιο αξιοποίησης της πυρηνικής ενέργειας, ούτε για μελλοντική χρήση, ούτε για ερευνητικούς σκοπούς. Και όμως, την ώρα που ο κόσμος αλλάζει, εμείς φαίνεται να αγνοούμε αυτή τη συζήτηση.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήδη από το 2022 ενέταξε την πυρηνική ενέργεια στην "πράσινη ταξινόμηση" (green taxonomy). Χώρες όπως η Γαλλία, η Σουηδία, η Σλοβακία και η Φινλανδία επενδύουν δισεκατομμύρια σε μικρούς αρθρωτούς πυρηνικούς αντιδραστήρες (Small Modular Reactors - SMRs) και αναβαθμίσεις των ενεργειακών υποδομών τους.
Η Πολωνία ξεκινά τη δική της πυρηνική εποχή από το μηδέν. Αντιθέτως, η Ελλάδα φαίνεται να έχει αυτο-αποκλειστεί στο σκεπτικό των "αποπυρηνικοποιημένων Δήμων” της δεκαετίας του ‘80, του Πράσινου Ήλιου, των δημάρχων με προϊστορία στην ΚΝΕ, και των "ειδικών” συμβούλων με τα στενά παντελόνια και τα ανοιχτά πουκάμισα, χωρίς δημόσιο διάλογο, χωρίς τεχνικές μελέτες, χωρίς στρατηγική.
Πλέον όμως η ανάγκη είναι πιεστική. Η χώρα έχει δεσμευθεί ότι θα κλείσει πρόωρα όλα τα λιγνιτωρυχεία ως το 2028, όταν βόρειες χώρες που ήδη έχουν πυρηνική ενέργεια το τραβάνε για το 2035-2040. Το κόστος του φυσικού αερίου παραμένει ασταθές, και εισαγόμενο. Η μεταβλητότητα των ΑΠΕ, ιδίως σε περιόδους καύσωνα ή άπνοιας που απαιτεί αξιόπιστη και σταθερή ηλεκτροπαραγωγή βάσης. Το να εισάγουμε ρεύμα από τη Βουλγαρία ή την Ιταλία δεν είναι λύση: απλώς μεταφέρει την εξάρτηση.
Την ίδια ώρα, η Τουρκία προχωρά με ταχύτητα. Το εργοστάσιο Akkuyu, που κατασκευάζεται από τη ρωσική Rosatom, έχει ήδη ολοκληρώσει την πρώτη μονάδα και ετοιμάζει τις υπόλοιπες τρεις.
Επιπλέον, η Άγκυρα υπέγραψε νέες συμφωνίες με καναδικούς και κινεζικούς κατασκευαστές για κατασκευή δεύτερου και τρίτου σταθμού. Η Τουρκία βλέπει την πυρηνική τεχνολογία ως μοχλό στρατηγικής ισχύος, ενεργειακής αυτάρκειας και τεχνολογικής αυτονομίας. Και προφανώς, έχει δίκιο.
Η Ελλάδα, με τα ίδια γεωγραφικά πλεονεκτήματα, ισχυρό επιστημονικό δυναμικό και υψηλό ενεργειακό κόστος, θα έπρεπε να έχει ήδη ξεκινήσει την αξιολόγηση κατάλληλων τοποθεσιών, την κατάρτιση τεχνικών προδιαγραφών και τη σύναψη διεθνών συνεργασιών. Αντί γι’ αυτό, εγκλωβιζόμαστε σε φοβικά σύνδρομα του παρελθόντος, αδιαφορώντας για τα τεχνολογικά άλματα και τα σύγχρονα συστήματα εξασφάλισης ασφαλείας πυρηνικής ηλεκτροπαραγωγής.
Η πυρηνική ενέργεια σήμερα δεν είναι σαν του Τσερνόμπιλ. Οι σύγχρονοι αντιδραστήρες είναι ασφαλέστεροι από ποτέ, με συστήματα παθητικής ψύξης, με αυτοματισμούς και προβλέψεις άμεσης και αυτόματης απενεργοποίησης σε περίπτωση βλάβης. Οι SMRs ειδικά, είναι μικροί και ιδανικοί για χώρες με μικρές ενεργειακές ανάγκες ή νησιωτικές περιοχές. Αυτοί θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στο υπάρχον δίκτυο χωρίς μαζική αναδιάρθρωση και να λειτουργήσουν για 30 χρόνια χωρίς αλλαγή του πυρηνικού καυσίμου τους.
Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι αν μπορούμε, αλλά γιατί δεν το έχουμε ήδη κάνει.
Η στρατηγική απουσία της Ελλάδας από το πυρηνικό μέλλον της Ευρώπης έχει ήδη κόστος. Χάνουμε χρηματοδοτήσεις, τεχνογνωσία, αλλά και την ευκαιρία να σταθεροποιήσουμε το ενεργειακό μας σύστημα, να μειώσουμε το κόστος ρεύματος για βιομηχανία και νοικοκυριά, και να απεξαρτηθούμε από γεωπολιτικά ευάλωτες πηγές ενέργειας.
Έχει προ πολλού έρθει η ώρα για μια ειλικρινή εθνική συζήτηση. Χωρίς ταμπού, χωρίς ιδεολογικές παρωπίδες, με γνώμονα τη λογική, την ασφάλεια και την ευημερία των επόμενων γενεών.
Η αξιοποίηση της πυρηνικής ενέργειας δεν είναι πολυτέλεια. Είναι μονόδρομος για μια Ελλάδα ενεργειακά αυτάρκη, οικονομικά ανταγωνιστική και στρατηγικά ισχυρή.
Η Πολιτεία οφείλει να ξεκινήσει άμεσα μελέτες σκοπιμότητας, να αξιοποιήσει τις υπάρχουσες ερευνητικές υποδομές (Δημόκριτος), και να δημιουργήσει εθνικό φορέα πυρηνικής ενέργειας που θα αναζητήσει συνεργασίες με φιλικές χώρες όπως η Γαλλία και η Σουηδία.
Αν δεν το κάνουμε τώρα, θα το πληρώσουμε (ήδη το πληρώνουμε) με πυρκαγιές, ενεργειακή ακρίβεια και γεωπολιτική εξάρτηση.