Συνεχης ενημερωση

    Παρασκευή, 19-Ιαν-2024 00:03

    Απορίες από την εξαγγελία περί τεκνοθεσίας ομοφύλων ζευγαριών

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Γεωργίου Μάτσου

    Δύο πράγματα συγκράτησα από την πρωθυπουργική εξαγγελία για τον γάμο ομοφύλων ζευγαριών.

    Το πρώτο είναι ότι ο πρωθυπουργός για μια ακόμη φορά τον τελευταίο καιρό εξήγγειλε μια σημαντική, αλλά πολυπλεύρως αντιλεγόμενη μεταρρύθμιση χωρίς να έχει προηγηθεί κανένας πραγματικός δημόσιος διάλογος.

    Το δεύτερο είναι το παράδειγμα που έδωσε ο πρωθυπουργός με το παιδί που μεγαλώνει σε ομόφυλο ζευγάρι και φέρεται να μην δύναται να το αναθρέψει το μέλος του ζευγαριού που δεν είναι βιολογικός γονέας, εάν ο εκ του ζευγαριού βιολογικός γονέας αποβιώσει.

    Το πρωθυπουργικό παράδειγμα (όμοιο με το προ καιρού παράδειγμα της κα. Μπακογιάννη) αφήνει πολλές απορίες, τόσο σε σχέση με τα σημερινά νομικά δεδομένα ("de lege lata", όπως λέμε οι νομικοί), όσο και για τις επιπτώσεις της σχεδιαζόμενης μεταβολής ("de lege ferenda").

    Πρώτη απορία: Η κατάσταση που περιέγραψε ο πρωθυπουργός είναι πολύ συνηθισμένη σε ετερόφυλα ζευγάρια, το ένα εκ των οποίων έχει βιολογικό παιδί ή παιδιά. Γιατί ποτέ μέχρι σήμερα δεν τέθηκε θέμα για τα ετερόφυλα ζευγάρια και τίθεται θέμα για τα ομόφυλα;

    Κάποιοι μπορεί να πουν ότι ο ετερόφυλος σύζυγος έχει το δικαίωμα υιοθεσίας του τέκνου του άλλου συζύγου. Πέραν όμως του ότι η υιοθεσία τέκνου του άλλου συζύγου είναι πολύ σπάνια στην Ελλάδα, ο βασικός λόγος που δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα είναι διότι τα παιδιά αυτά συνήθως έχουν και άλλο (βιολογικό) γονέα, που πέραν του ότι θα έπρεπε να συναινέσει στην υιοθεσία από τον (νέο) σύζυγο του γονέα με τον οποίο ζει το παιδί, είναι αυτός που θα αναλάβει να αναθρέψει το παιδί εάν αποβιώσει ο άλλος γονέας.

    Στο πρωθυπουργικό παράδειγμα ο άλλος γονέας είναι σαν να μην υπάρχει. Ο πρωθυπουργός είπε κατά λέξη (αντιγράφω από το ρεπορτάζ του   Capital): "…δεν νομίζω ότι κανείς αμφισβητεί μια πραγματικότητα: ότι τα ομόφυλα ζευγάρια έχουν παιδιά…". Το ερώτημα που τίθεται από τη φράση αυτή είναι: "Διαγράφουμε" αυτομάτως τον άλλο γονέα επειδή ο ένας από τους δύο γονείς επέλεξε στη συνέχεια να γίνει μέρος μιας ομόφυλης σχέσης;

    Η δεύτερη απορία από το πρωθυπουργικό παράδειγμα είναι η εξής: Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι αναφερόταν στη σπάνια περίπτωση που ο άλλος γονέας έχει πεθάνει, εξαφανιστεί κλπ., ο επιβιώνων γονέας που ζει μαζί με το παιδί του σε άλλη σχέση (ετερόφυλη ή ομόφυλη) έχει σαφή διέξοδο για το τι μπορεί να κάνει για να αναλάβει το παιδί ο ή η σύντροφός του: Σύμφωνα με το άρθρο 1592 περ. 2 του Αστικού Κώδικα, ο γονέας μπορεί να ορίσει με τη διαθήκη του ή με ιδιαίτερη δήλωση σε συμβολαιογράφο ή στον ειρηνοδίκη, ποιο πρόσωπο θα αναλάβει την κηδεμονία ("επιτροπεία", κατά την ορολογία του νόμου) του παιδιού μετά τον θάνατο του γονέα.

    Δηλαδή ο εκ του ζευγαριού γονέας παιδιού που δεν έχει άλλο γονέα, μπορεί να ορίσει όποιον θέλει για κηδεμόνα του παιδιού του μετά το θάνατο του γονέα, που θα πρέπει βέβαια και να κριθεί εν συνεχεία και δικαστικά κατάλληλος για κηδεμόνας.

    Συνεπώς, το πρόβλημα που παρουσίασε ο πρωθυπουργός για να δικαιολογήσει τη νομοθετική του πρωτοβουλία, στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καν. Είτε διότι το παιδί θα το αναλάβει ο άλλος γονέας του (τον οποίο παρέβλεψε εντελώς ο πρωθυπουργός), είτε διότι ο γονέας εκ του ζευγαριού μπορεί, αν δεν υπάρχει άλλος γονέας, να ορίσει το άλλο μέλος του ζευγαριού ως μελλοντικό κηδεμόνα του παιδιού μετά το θάνατο του γονέα.

    Περαιτέρω απορία (τρίτη συνολικά) μετά το παραπάνω συμπέρασμα ανυπαρξίας του προβλήματος που περιέγραψε ο πρωθυπουργός: Για ποιο λόγο βάσισε την πρωτοβουλία του ο πρωθυπουργός σε ένα ανύπαρκτο πρόβλημα; α) Δεν ήξερε ότι δεν υπάρχει το πρόβλημα και του εμφάνισαν λάθος οι σύμβουλοί του (νομικοί και άλλοι); β) Ήξερε ότι δεν υπάρχει το πρόβλημα αλλά επειδή δεν είχε άλλη αιτιολόγηση παρουσίασε ένα ήδη λυμένο πρόβλημα που θα μπορούσε όμως να συγκινήσει τους ακροατές του με την ανθρώπινη διάστασή του; Ή γ) υπάρχει κάτι άλλο που δεν είναι εμφανές σε εμάς τους απλούς ακροατές των εξαγγελιών;

    Οι δύο πρώτες εκδοχές δεν είναι τόσο σημαντικές στην ουσία τους. Δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που γίνονται λάθη, ούτε είναι ασυνήθιστο οι πολιτικοί να επικαλούνται καταστάσεις που, αν αναλυθούν περισσότερο, αποδεικνύονται αδύναμες για να υποστηρίξουν μια θέση. Αν όμως ισχύει η τρίτη εκδοχή, τότε διερωτάται κανείς εάν το υπό εκπόνηση νομοσχέδιο θα έχει προβλέψεις νομικής αποκοπής του παιδιού από τον άλλο βιολογικό του γονέα. Αν δηλαδή δοθεί το δικαίωμα να υιοθετεί ο σύζυγος ενός γονέα το παιδί του/της συντρόφου του γονέα, χωρίς να χρειάζεται η συναίνεση του άλλου βιολογικού γονέα.

    Προσωπικά θεωρώ απίθανο να έχει τέτοια πρόβλεψη το νομοσχέδιο. Ήδη ο Μητσοτάκης δυσκολεύεται να πείσει τους βουλευτές του να το ψηφίσουν. Θα ήταν πολιτικά παράλογο (και ενδεχομένως προβληματικό συνταγματικά) να προξενούσαν οι διατάξεις του νομοσχεδίου περισσότερα πολιτικά προβλήματα στον πρωθυπουργό και μεγαλύτερη αμφισβήτηση στην κοινωνία.

    Αν όμως η τρίτη εκδοχή φαντάζει παράλογη και αν οι δύο πρώτες εκδοχές μοιάζουν κι αυτές όχι πολύ πιθανές (ειδικά η πρώτη, λόγω της καλής προετοιμασίας που απαιτεί ένα τέτοιο νομοσχέδιο), παραμένει το ερώτημα, για ποιο λόγο ο πρωθυπουργός παρουσίασε ένα παράδειγμα το οποίο πολλαπλά δεν ισχύει.

    Θα διατυπώσω λοιπόν και μια τέταρτη εκδοχή: Ο πρωθυπουργός να έχει κατά νου καταστάσεις, στις οποίες το παιδί είναι δομικά αποξενωμένο από τον άλλο βιολογικό του γονέα.

    Σε ένα ζευγάρι γυναικών αυτό θα ήταν ευχερές να συμβεί με ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή (τεχνητή γονιμοποίηση) κατόπιν προσχηματικής επίκλησης αδυναμίας φυσικής εγκυμοσύνης.

    Σε ένα ζευγάρι ανδρών, όμως, το ζήτημα είναι πιο περίπλοκο. Πρέπει το ένα μέλος του ζευγαριού να ζητήσει ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή από κοινού με γυναίκα, με προσχηματική επίκληση αδυναμίας της φυσικής εγκυμοσύνης. Ο άνδρας αναγνωρίζεται νομικά ως πατέρας του τέκνου με μόνη τη συμβολαιογραφική του δήλωση για αποδοχή της τεχνητής γονιμοποίησης. Στη συνέχεια θα λάβει το τέκνο στη δική του επιμέλεια με τη συναίνεση της μητέρας και τρεις μήνες αργότερα η βιολογική μητέρα θα συναινεί στην υιοθεσία του τέκνου από τον σύζυγο (εάν ψηφιστεί το νέο καθεστώς) του βιολογικού πατέρα.

    Αυτή η κατάσταση στην καθομιλουμένη ονομάζεται "εμπορία βρεφών". Η μητέρα δεν θα είναι μεν νομικώς παρένθετη, διότι θα είναι βιολογική μητέρα, όμως θα λειτουργεί στην πράξη όπως περίπου λειτουργεί η παρένθετη μητέρα. Το ότι όμως το παιδί θα είναι βιολογικά δικό της, μάλλον αυξάνει παρά μειώνει τα προβλήματα της "παραγγελίας βρεφών", τα οποία ήθελε να αποφύγει ο πρωθυπουργός, αποκλείοντας την παρένθετη μητρότητα.

    Σε κάθε περίπτωση, η πρωθυπουργική αποστροφή περί του ότι ένα ομόφυλο ζευγάρι "έχει" κοινό παιδί και μάλιστα παρά τη βιολογική και νομική (σήμερα) αδυναμία τους να έχουν κοινό παιδί, προδίδει πρόθεση πλήρους αποκοπής τού παιδιού ομοφύλων ζευγαριών από τον άλλο βιολογικό του γονέα, σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες αυτός εμπλέκεται (δηλαδή όλες εκτός από την κοινή υιοθεσία παιδιού είτε ορφανού είτε από ίδρυμα).

    Αναμένουμε να δούμε εάν η πρωθυπουργική αυτή αποστροφή αποτυπωθεί με κάποιο τρόπο στο νομοσχέδιο, ώστε να κατανοηθεί για ποιο λόγο ο πρωθυπουργός παρουσίασε ένα παράδειγμα που, για όλους τους λόγους που προαναφέρθηκαν, δεν ισχύει και προκαλεί περισσότερες ερωτήσεις, από τις απαντήσεις που δίδει.

    Διότι το νομοσχέδιο αυτό δεν θα είναι μόνον για να επιλύσει φερόμενα προβλήματα που, κατά τα ανωτέρω, δεν μπόρεσε να προσδιορίσει επιτυχώς ο πρωθυπουργός. Η υιοθεσία έχει εγγενώς προβλήματα που προσπαθεί να απαλύνει ή να εξαλείψει ο νόμος και οι κοινωνικές υπηρεσίες, αλλά εδώ θα υπάρξουν και πρόσθετα προβλήματα:

    Π.χ.: Το παιδί που μεγαλώνει σε ομόφυλο ζευγάρι αργά ή γρήγορα θα πληροφορηθεί ότι τα παιδιά για να γεννηθούν χρειάζονται άνδρα και γυναίκα. Έτσι θα πληροφορηθεί αναγκαστικά τότε ότι είτε ο ένας είτε και οι δύο γονείς του είναι θετοί. Αυτή η στιγμή της ενημέρωσης ενός θετού παιδιού ότι είναι θετό, είναι ιδιαίτερα κρίσιμη στη ζωή του. Υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις για το αν πρέπει ή δεν πρέπει να μάθει το θετό παιδί ότι είναι υιοθετημένο και πότε ακριβώς να το μάθει. Στο ομόφυλο ζευγάρι, όπου η υιοθεσία θα είναι βιολογικά προφανής, η πληροφόρηση αυτή θα γίνει ταχύτερα, πιο εξαναγκασμένα και πιθανώς με τρόπους πιο τραυματικούς για το παιδί. Μπορεί τότε να συμβούν τα εξής: α) Το παιδί να αρχίσει από νωρίς να αποζητά τον βιολογικό γονέα του φύλου που λείπει. β) Να αισθανθεί αποξένωση από τον θετό γονέα, όταν μάθει ότι μόνον ο ένας γονέας του είναι βιολογικός γονέας. γ) Να μισήσει το ζεύγος που το ανέθρεψε, επειδή δεν του επέτρεψε να έχει τον γονέα του φύλου που στερήθηκε.

    Και άλλα πολλά, που σήμερα δεν μπορούμε ακόμη να σκεφτούμε.

    Σε κάθε περίπτωση, η αιτιολόγηση της επικείμενης νομοθετικής πρωτοβουλίας με προβλήματα μη πραγματικά και ήδη λυμένα στη νομοθεσία θέτει μετ’ επιτάσεως το ζήτημα του κατά πόσο θα επιδιωχθεί πραγματικά το συμφέρον του τέκνου με την επιδιωκόμενη μεταρρύθμιση, όπως ιδίως επιδιώχθηκε στην τελευταία μείζονα μεταρρύθμιση της υιοθεσίας με το νόμο 2447/1996.

    * Γεώργιος Ι. Μάτσος, Δ.Ν., Δικηγόρος

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ