Συνεχης ενημερωση

    Τρίτη, 30-Ιουλ-2024 20:00

    Αυξάνεται ο ανταγωνισμός στις τράπεζες - Οι 4 συστημικές, ο 5ος πόλος και οι neobanks

    Αυξάνεται ο ανταγωνισμός στις τράπεζες - Οι 4 συστημικές, ο 5ος πόλος και οι neobanks
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Της Αγγελικής Βελεσιώτη  

    Μερίδιο από την "πίτα" της αγοράς που τα τελευταία χρόνια μοιράζονται σχεδόν κατ'  αποκλειστικότητα οι τέσσερις συστημικές τράπεζες διεκδικούν - και μάλιστα, με αξιώσεις - τόσο οι μικρότερες τράπεζες, όσο και οι neobanks, με την ενίσχυση του ανταγωνισμού να λειτουργεί αργά ή γρήγορα προς όφελος δανειοληπτών και καταθετών. 

    Σύμφωνα με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), κ. Γιάννη Στουρνάρα, η ελληνική τραπεζική αγορά εμφανίζει σήμερα ένα από τα υψηλότερα ποσοστά συγκέντρωσης στην ευρωζώνη, αποτέλεσμα κυρίως της σημαντικής αναδιάρθρωσης που έγινε στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα την περασμένη 10ετία κατά τη διάρκεια της κρίσης. "Με στοιχεία Δεκεμβρίου 2023, το μερίδιο αγοράς των τεσσάρων σημαντικών τραπεζών σε σχέση με το ενεργητικό ανέρχεται σε 96%", ανέφερε χαρακτηριστικά, στο πλαίσιο της πρόσφατης ομιλίας του στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, εκφράζοντας τη βεβαιότητα πως η νέα τράπεζα που θα προκύψει από τη συγχώνευση Attica Bank – Παγκρήτιας Τράπεζας, μπορεί, παρά το μικρότερο μέγεθος της, να αποτελέσει τον 5ο πόλο του εγχώριου συστήματος. Όσον αφορά στα οφέλη που θα έχει αυτό για τους Έλληνες – δανειολήπτες και καταθέτες – ο ίδιος εστίασε στα εξής:

    Στο κόστος και την ποιότητα των παρεχόμενων τραπεζικών υπηρεσιών (π.χ. κόστος νέων δανείων και καταθέσεων, κόστος προμηθειών, ψηφιοποίηση, κ.λπ.).

    Στην κάλυψη τμημάτων της αγοράς, στα οποία δεν υπάρχει σήμερα ικανοποιητική κάλυψη της ζήτησης για δάνεια, όπως τμήματα που αφορούν σε μικρομεσαίες και πολύ μικρές επιχειρήσεις που αποτελούν τη "ραχοκοκαλιά" της ελληνικής οικονομίας.

    Στη διευκόλυνση της εξυγίανσης του ιδιωτικού χρέους, μέσω της επιλεκτικής αναχρηματοδότησης βιώσιμων πιστούχων που είχαν βρεθεί εκτός τραπεζικού συστήματος. 

    Όπως, άλλωστε, τόνισε στη δική της τοποθέτηση η διευθύνουσα σύμβουλος της Attica Bank, κυρία Ελένη Βρεττού, στόχος της νέας τράπεζας είναι να εισέλθει πιο δυναμικά στο χώρο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. "Δεν θέλουμε να δώσουμε τα δάνεια του μισού ή του ενός δισ. ευρώ, δεν είναι ο φυσικός μας χώρος εκεί. Εμείς θέλουμε να επικεντρωθούμε σε αυτούς, οι οποίοι έχουν ανάγκη και δεν έχουν τόσο καλή πρόσβαση στις συστημικές τράπεζες", σχολίασε χαρακτηριστικά. 

    Με ενεργητικό, το οποίο θα υπερβαίνει τα 10 δισ. ευρώ, καταθέσεις άνω των 9 δισ. ευρώ, χορηγήσεις 3,4 δισ. ευρώ, δείκτη "κόκκινων" δανείων κάτω του 3% και κέρδη προ προβλέψεων που θα προσεγγίζουν τα 80 – 100 εκατ. ευρώ η νέα τράπεζα είναι βέβαιο πως θα διεκδικήσει δυναμικά το μερίδιο της αγοράς που της αναλογεί (σ.σ. σήμερα αυτό διαμορφώνεται σε μόλις 2,5%).

    Εξίσου δυναμικά κινείται από τα πρώτα κιόλας έτη της λειτουργίας της η Optima bank. Πέρα από το γεγονός ότι υπήρξε η πρώτη τράπεζα που πέρασε το "κατώφλι" του Χρηματιστηρίου Αθηνών μετά από περίπου 14 χρόνια, οι επιδόσεις της, ειδικά στο σκέλος της πιστωτικής επέκτασης, είναι εντυπωσιακές. Ενδεικτικά, το α' τρίμηνο του 2024 εμφάνισε εκταμιεύσεις δανείων, ύψους 642 εκατ. ευρώ, 34% υψηλότερα σε ετήσια βάση, με τα υπόλοιπα των δανείων να έχουν αυξηθεί κατά 913 εκατ. ευρώ, στα 2,762 δισ. ευρώ (+49% σε ετήσια βάση). Την ίδια στιγμή, οι καταθέσεις της αυξήθηκαν κατά 953 εκατ. ευρώ (+40% σε ετήσια βάση), στα 3,3 δισ. ευρώ. Επιδίωξη της τράπεζας είναι αφενός, η συνέχιση της παροχής της καλύτερης εξυπηρέτησης προς τους πελάτες της, κάτι που, όπως τόνισε ο διευθύνων σύμβουλος της Optima bank, κ. Δημήτρης Κυπαρίσσης, τη διαφοροποιεί από το υπόλοιπο ελληνικό τραπεζικό σύστημα και αφετέρου, η περαιτέρω ενίσχυση της παρουσίας της στην αγορά, "δημιουργώντας με αυτό τον τρόπο αξία για τους μετόχους, τους εργαζομένους και την ελληνική κοινωνία γενικότερα".

    Την εμπιστοσύνη των τοπικών κοινωνιών, στις οποίες δραστηριοποιούνται, γεγονός που αντικατοπτρίζεται, τόσο στις χορηγήσεις δανείων, όσο και στις καταθέσεις, απολαμβάνουν τα τελευταία χρόνια και οι συνεταιριστικές τράπεζες. "Υπάρχουν συνεταιριστικές τράπεζες, οι οποίες όχι μόνο εξήλθαν αλώβητες από τη βαθιά και μακροχρόνια κρίση, αλλά και η μέχρι σήμερα πορεία τους παραμένει ανοδική, καταγράφοντας, ταυτόχρονα, συνεχείς κερδοφόρες χρήσεις, αλλά και γενναιόδωρη μερισματική πολιτική προς τους μεριδιούχους", ανέφερε σχετικά ο διοικητής της ΤτΕ. Προς επίρρωση, η συνεταιριστική τράπεζα Καρδίτσας κατάφερε πέρυσι να αυξήσει τις καταθέσεις της κατά 30 εκατ. ευρώ ή 17%, στα 208,2 εκατ. ευρώ από 178,2 εκατ. ευρώ το 2022, με τον δείκτη NPE να περιορίζεται στο 9,94% έναντι 14,03% τον αμέσως προηγούμενο χρόνο, ενώ σε μία περιφερειακή τράπεζα πρώτης επιλογής για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις προσδοκά να εξελιχθεί η συνεταιριστική τράπεζα Ηπείρου, προχωρώντας την υλοποίηση του στρατηγικού της σχεδίου για την πλήρη εξυγίανση του ισολογισμού, τη σημαντική αναβάθμιση των τεχνολογικών υποδομών και τη συνεχή βελτίωση της εταιρικής της διακυβέρνησης.

    Οι neobanks 

    Στο κοινό εκείνο που δεν έχει ποτέ του διαβεί την πόρτα των παραδοσιακών τραπεζών είτε λόγω ηλικίας είτε και… πεποίθησης επικεντρώνονται οι neobanks, με κάποιες να βρίσκονται ένα βήμα πριν την επίσημη λειτουργία τους και κάποιες άλλες να έχουν ήδη κερδίσει σημαντικά μερίδια αγοράς. 

    Στην πρώτη κατηγορία ανήκει η Snappi, η ψηφιακή τράπεζα που "έστησε" η Τράπεζα Πειραιώς, σε συνεργασία με τη Natech, ακριβώς γι’ αυτό το σκοπό, να προσεγγίσει, δηλαδή, ένα νέο και εντελώς διαφορετικό πελατολόγιο εν συγκρίσει με αυτό που εμπιστεύεται τις παραδοσιακές της εργασίες. Σύμφωνα με τη διοίκηση της Τράπεζας Πειραιώς, η Snappi φιλοδοξεί να αναδειχθεί σε πόλο του νέου τραπεζικού τοπίου στην Ευρώπη, παρέχοντας ευρύ φάσμα τραπεζικών προϊόντων και υπηρεσιών, συμπεριλαμβανόμενης της αποδοχής καταθέσεων και της παροχής δανείων. 

    Στη δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνεται η Revolut που διαθέτει ήδη πάνω από ένα εκατομμύριο πελάτες στην Ελλάδα, ενώ στόχος της είναι ο αριθμός τους να έχει ξεπεράσει τα δύο εκατομμύρια σε βάθος τριετίας. Η χώρα μας, άλλωστε, βρίσκεται στις 10 ταχύτερα αναπτυσσόμενες αγορές για τη neobank, αλλά και μία από αυτές με τους περισσότερους χρήστες στην Ευρώπη. Όσον αφορά στο μέσο πελάτη, αυτός είναι 35 ετών, ζει σε μεγάλη πόλη, όπως η Αθήνα ή η Θεσσαλονίκη και χρησιμοποιεί τη Revolut κυρίως για να μεταφέρει χρήματα, αλλά και για να πραγματοποιήσει πληρωμές σε πάνω από 150 νομίσματα κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του. Πριν από λίγες ημέρες η Revolut έλαβε τραπεζική άδεια στο Ηνωμένο Βασίλειο, γεγονός που της επιτρέπει να λαμβάνει καταθέσεις πελατών και να εκδίδει προϊόντα, όπως δάνεια και πιστωτικές κάρτες. 

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ