Τρίτη, 19-Μαρ-2024 19:30
"Χρυσά" deals στον κλάδο της πληροφορικής

Της Ματίνας Χαρκοφτάκη
Μπορεί το 2024 να ξεκίνησε κάπως αδύναμα, ωστόσο οι πρώτες ημέρες του Μαρτίου αποζημίωσαν με δύο σημαντικές εξαγορές στον τομέα της τεχνολογίας. Η πρώτη αφορά το mega deal των 1,15 δισ. ευρώ, το οποίο έχει έντονο άρωμα Θεσσαλονίκης. Ο λόγος για την BETA CAE Systems International AG, η οποία εξαγοράστηκε από τον αμερικανικό κολοσσό Cadence, ο οποίος εδρεύει στην Καλιφόρνια. Ήταν πριν από 30 χρόνια όταν η BETA CAE δημιουργήθηκε από μια ομάδα καθηγητών και φοιτητών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και κατάφερε να συγκαταλέγεται στις κορυφαίες παγκοσμίως εταιρείες που αναπτύσσουν λογισμικό προσομοίωσης και ανάλυσης για αυτοκινητοβιομηχανίες και αεριωθούμενους κινητήρες.
Διατηρώντας χαμηλό προφίλ, η εταιρεία επέλεξε να μιλήσει δυνατότερα με τα επιτεύγματά της σε επιχειρηματικό επίπεδο. Με έδρα στην Ελβετία και κέντρο έρευνας και ανάπτυξης στο Κάτω Σχολάρι Θεσσαλονίκης, απασχολεί 500 εργαζόμενους, έχοντας γραφεία σε 10 χώρες (Ελβετία, Ελλάδα, Ηνωμένο Βασίλειο, Ινδία, Σουηδία, Ιταλία, Κίνα, Γερμανία, ΗΠΑ και Ιαπωνία). Αυτή η ανοδική πορεία δεν πέρασε απαρατήρητη από την εισηγμένη στο Αμερικανικό Χρηματιστήριο Cadence Design Systems (CDNS.O), η οποία δεν δίστασε να προσφέρει το αστρονομικό για τα ελληνικά δεδομένα τίμημα των 1,15 δισ. ευρώ προκειμένου να εξαγοράσει την BETA CAE. Συγκεκριμένα, το ποσό των περίπου 730 εκατ. προβλέπεται να καταβληθεί σε μετρητά,ενώ η αμερικανική εταιρεία, η οποία αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές λογισμικού για υπολογιστές, ανέφερε ότι θα δανειστεί για να ανταποκριθεί στην εν λόγω συμφωνία, ωστόσο η αποπληρωμή του δανείου θα καλυφθεί από τα έσοδα που θα προκύψουν από τη δραστηριότητά της. Να σημειωθεί ότι το deal αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί εντός του τρίτου τριμήνου του 2024, με την BETA CAE να εκτιμάται ότι θα συνεισφέρει 40 εκατ. δολάρια στον τζίρο της εταιρείας για το σύνολο της τρέχουσας χρήσης.
"Για περισσότερες από δύο δεκαετίες ηγούμαστε στην εξέλιξη της μηχανικής προσομοίωσης, πρώτα με την καθιέρωσή μας στον τομέα της επίγειας και στη συνέχεια στους τομείς της αεροδιαστημικής, των ηλεκτρονικών, της ενέργειας και άλλων βιομηχανικών κλάδων. Είμαστε πολύ ενθουσιασμένοι που γινόμαστε μέλος της ομάδας της Cadence και είμαστε σίγουροι ότι θα προχωρήσουμε με επιτυχία, μέσω των κοινών μας αξιών και του πάθους μας για την καινοτομία και τη μηχανική, αλλά και την ακλόνητη δέσμευσή μας προς τους πελάτες και τους συνεργάτες μας", σχολίασε ο πρόεδρος και εκ των ιδρυτών της BETA CAE, Παναγιώτης Κουβράκης, αναφερόμενος στο χρυσό deal με τον αμερικανικό όμιλο.
Η δεύτερη εξαγορά, αν και μικρότερης εμβέλειας, ωστόσο έχει με τη σειρά της μεγάλη σημασία για την εγχώρια αγορά λογισμικού, καθώς αναμένεται να φέρει ανακατατάξεις. Πρόκειται για τη δημόσια πρόταση για την εξαγορά της Entersoft από τον όμιλο Olympia Group του επιχειρηματία Πάνου Γερμανού (Public, Sunlight) και από τον πρόεδρο της SoftOne, Αντώνη Κυριαζή, με την υποστήριξη του διεθνούς επενδυτικού fund Imker Capital. Η συγκεκριμένη κίνηση αναμένεται να οδηγήσει σε περαιτέρω συγκέντρωση του εν λόγω κλάδου μέσα από τη δημιουργία ενός ισχυρού σχήματος, των SoftOne-Entersoft, με βασικό ανταγωνιστή τη βορειοελλαδίτικη Epsilon Net, που επίσης δραστηριοποιείται στην εγχώρια αγορά του επιχειρηματικού λογισμικού, η οποία, σύμφωνα με εκτιμήσεις, υπολογίζεται ότι σε βάθος πενταετίας θα έχει πενταπλασιαστεί, φτάνοντας σε αξία τα 900 εκατ. με 1,2 δισ. ευρώ.
Επί του παρόντος δεν έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο για το πώς θα βρει η επόμενη μέρα τον καινούργιο πόλο σε επιχειρησιακό και λειτουργικό επίπεδο, με την Entersoft να διαψεύδει τους ισχυρισμούς περί συγχώνευσης με τη SoftOne. "Αυτήν τη στιγμή υπάρχουν σημαντικοί περιορισμοί και ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν σε πρώτο χρόνο προκειμένου να καταρτιστεί ένα συγκεκριμένο πλάνο δράσης", επισημαίνουν πηγές με γνώση επί του θέματος και προσθέτουν: "Αυτό που έχει σημασία τώρα είναι ότι το κοινό μετοχικό σχήμα προτίθεται να βρει τον καλύτερο τρόπο για να αξιοποιήσει τα assets τόσο της SoftOne όσο και της Entersoft. Ουσιαστικά στην αγορά του business software θα δραστηριοποιούνται τρεις εταιρείες, αλλά τα συμφέροντα θα είναι δύο", διευκρινίζουν.
Πέραν του πώς θα εξελιχθεί η συμπόρευση των δύο εταιρειών πληροφορικής, τίθεται εύλογα και το θέμα της παραμονής ή μη της Entersoft στο Ελληνικό Χρηματιστήριο, με τις ίδιες πηγές να σημειώνουν ότι η συγκεκριμένη απόφαση θα εξαρτηθεί από το πώς θα κινηθεί η δημόσια πρόταση και το ποσοστό που θα λάβει ο όμιλος Olympia και το Imker Capital στην εισηγμένη μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας (ο πήχης έχει τεθεί σε ποσοστό τουλάχιστον 67% του συνόλου των δικαιωμάτων ψήφου). Αυτό σημαίνει ότι, εφόσον επιτευχθεί ο στόχος της συνολικής εξαγοράς, τότε το σχέδιο περιλαμβάνει την έξοδο από το χρηματιστηριακό ταμπλό.
Μέχρι πρότινος η μετοχική σύνθεση της Entersoft εμφάνιζε την εξής εικόνα: Το 54% (για το οποίο έχει ήδη γίνει συμφωνία) βρίσκεται στα χέρια του βασικού μετόχου, μεταξύ των οποίων ο πρόεδρος της εταιρείας Παντελής Νικολόπουλος, ο αντιπρόεδρος Κωνσταντίνος Δημητρακόπουλος και ο διευθύνων σύμβουλος Αντώνης Κοτζαμανίδης. Παράλληλα, το 25% κατέχουν διεθνείς θεσμικοί επενδυτές, το 11% εγχώριοι θεσμικοί επενδυτές και το υπόλοιπο 10% αντιστοιχεί σε ιδιώτες.
Την προηγούμενη εβδομάδα ωστόσο, ο Όμιλος Olympia ανακοίνωσε σήμερα ότι μέσω της συνδεδεμένης του εταιρείας Verdalite Limited, κατέχει το 37.26% των μετοχών της Entersoft. Συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού των βασικών μετόχων της Entersoft που έχουν δεσμευτική συμφωνία για την πώληση του 53,73%, το ποσοστό της Verdalite Limited φτάνει στο 90,99% των μετοχών της Entersoft.
Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας υποχρεωτικής δημόσιας πρότασης, που ανακοινώθηκε, θα επιδιωχθεί η διαγραφή των μετοχών της Entersoft και η έξοδος της από το Χρηματιστήριο Αθηνών, αναφέρει ο όμιλος Olympia.
Θυμίζουμε ότι για το σύνολο του 2023 η Entersoft κατέγραψε έσοδα 37,8 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 28% σε σχέση με την οικονομική χρήση του 2022, οπότε είχαν διαμορφωθεί στο ποσό των 29,6 εκατ. ευρώ. Τα EBITDA ανήλθαν σε 12,7 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας άνοδο 33% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, που ήταν στο ποσό των 9,5 εκατ. ευρώ, και τα κέρδη προ φόρων έφτασαν τα 8,8 εκατ., ενισχυμένα κατά 31% σε σύγκριση με το 2022 (6,7 εκατ. ευρώ). Τα ταμειακά διαθέσιμα άγγιξαν τα 12,2 εκατ. ευρώ, έναντι 14,8 εκατ. ευρώ που ήταν στο τέλος της χρήσης του προηγούμενου έτους.