Πέμπτη, 15-Μαϊ-2025 07:22
Μήνυμα του Προέδρου του ΣτΕ προς τις κυβερνήσεις: "Μη νομοθετείτε κατά παράβαση της νομολογίας του ΣτΕ"

Του Παναγιώτη Στάθη
Με ξεκάθαρο τρόπο, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας, Μιχ. Πικραμένος, στέλνει μήνυμα προς τις κυβερνήσεις πως ακόμα και η έλλειψη συνταγματικού δικαστηρίου στη χώρα, δεν αποτελεί πρόβλημα για τη νομοθέτηση, αφού το ισχύον Σύνταγμα παρέχει τη λύση προκειμένου να μην προκαλείται πρόβλημα στην ανάπτυξη από την κήρυξη μιας ρύθμισης ως αντισυνταγματικής. "Μπορούν να ζητούν έλεγχο νομιμότητας μέσω προεδρικών διαταγμάτων", εξηγεί ο ανώτατος δικαστής, θυμίζοντας πως είναι λάθος η επιλογή να εκδίδονται νόμοι, που καταφανώς αντίκεινται στην νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας, με αποτέλεσμα όταν οι υπουργικές αποφάσεις φτάνουν προς έλεγχο νομιμότητας ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου να καταπίπτουν ως καταφανώς αντισυνταγματικές.
Με πρόσφατο παράδειγμα την περίπτωση του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, ο πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου (και καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ) αναφέρει σε άρθρο του στην "Καθημερινή": "Ο νομοθέτης επιλέγει τη ρύθμιση θεμάτων περιβάλλοντος και οικονομίας με διατάξεις νόμων οι οποίες σε αρκετές περιπτώσεις τίθενται κατά παραγνώριση παγιωμένης νομολογίας του ΣΤΕ, όπως πρόσφατα συνέβη με τον νέο οικοδομικό κανονισμό ο οποίος κρίθηκε αντισυνταγματικός. Η επιλογή αυτή οφείλεται στο ότι η Πολιτεία δεν προκρίνει, όπως έχει φανεί τα τελευταία πενήντα χρόνια, τον προληπτικό έλεγχο συνταγματικότητας εκ μέρους του ΣΤΕ, διότι γνωρίζει ότι προτεινόμενες διατάξεις που αποβλέπουν πρωτίστως στην ικανοποίηση αιτημάτων κοινωνικών και επαγγελματικών ομάδων ή τοπικών συμφερόντων θα κριθούν, με βάση τη νομολογία του, αντισυνταγματικές. Όμως, στην πραγματικότητα με την επιλογή αυτή η Πολιτεία προκαλεί την έκδοση ατομικών πράξεων και τη δημιουργία πραγματικών καταστάσεων που είναι βέβαιο ότι το ΣΤΕ, με βάση την παγιωμένη νομολογία του, θα τις κρίνει στο μέλλον αντισυνταγματικές. Σε αυτή την περίπτωση, δεν είναι το ΣΤΕ που έχει την ευθύνη για την έλλειψη ασφάλειας δικαίου στους πολίτες".
Εν ολίγοις, μπροστά στην ικανοποίηση συντεχνιακών ή (ακόμα και ψηφοθηρικών) αιτημάτων, οι εκάστοτε κυβερνώντες αγνοούν την νομολογιακή πραγματικότητα για σοβαρά ζητήματα περιβάλλοντος και οικονομίας, κοιτώντας το άμεσο μέλλον και δημιουργώντας πραγματικά δεδομένα για τους πολίτες, τα οποία -βέβαια- στη συνέχεια ανατρέπει το ΣτΕ. Και σε αυτή την περίπτωση βέβαια, η ευθύνη από την πολιτική εξουσία μετακυλίεται πολύ εύκολα στους δικαστές.
Για τους θιασώτες της ίδρυσης Συνταγματικού Δικαστηρίου (για το οποίο δεν εκφράζει αντιρρήσεις) ο πρόεδρος του ΣτΕ, απαντά πως η λύση βρίσκεται στις διατάξεις του ισχύοντος συντάγματος για τον έλεγχο νομιμότητας των νομοθετημάτων. Εν ολίγοις, πριν ψηφιστεί ένας νόμος, να γίνεται επεξεργασία από το ΣτΕ, ώστε να μη χάνεται χρόνος, χρήμα, και να αποτρέπονται καταστάσεις αιφνιδιασμού για τους πολίτες, όταν ανατρέπονται πραγματικές καταστάσεις με βάση ήδη ψηφισμένους νόμους.
"…Ειδικότερα, το Σύνταγμα προβλέπει στο άρθρο 43 ότι η Βουλή παρέχει εξουσιοδότηση στη Διοίκηση για την έκδοση προεδρικών διαταγμάτων τα οποία πριν να σταλούν στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας διαβιβάζονται υποχρεωτικά, ως σχέδια, προς έλεγχο νομιμότητας στο ΣΤΕ, το οποίο σε πρακτικό επίπεδο διατυπώνει τις παρατηρήσεις του. Αν το ΣΤΕ κρίνει διατάξεις σχεδίου διατάγματος αντισυνταγματικές, η Διοίκηση δεν προχωρεί στην έκδοσή του και μπορεί να επανέλθει με νέες ρυθμίσεις που θεραπεύουν τη διαπιστωθείσα αντισυνταγματικότητα. Στο τέλος της διαδικασίας το Π.Δ. δημοσιεύεται έχοντας τύχει ενδελεχούς επεξεργασίας νομιμότητας από το ΣΤΕ, γεγονός που ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο κήρυξης των διατάξεών του ως αντισυνταγματικών σε περίπτωση αμφισβήτησής του στο μέλλον. Παράδειγμα η αξιοποίηση του Ελληνικού, που ρυθμίστηκε με Π.Δ. το οποίο έτυχε επεξεργασίας από το ΣΤΕ και στη συνέχεια η αίτηση ακυρώσεως κατά του Π.Δ. απορρίφθηκε με απόφαση της Ολομέλειας", αναφέρει ο κ.Πικραμένος.