Παρασκευή, 03-Οκτ-2025 07:30
Αμερικανικά τέλη 3,2 δισ. δολαρίων φέρνουν αναταράξεις στη ναυτιλία

Του Γιώργου Σ. Σκορδίλη
Συνολικά τέλη ύψους 3,2 δισ. δολαρίων εκτιμάται ότι θα κληθούν να πληρώσουν μέσα στο 2026 οι δέκα μεγαλύτεροι ναυτιλιακοί όμιλοι εμπορευματοκιβωτίων που δραστηριοποιούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες, εφόσον οι στόλοι και τα δρομολόγιά τους παραμείνουν ως έχουν σήμερα. Η εκτίμηση αυτή, που προέρχεται από ανάλυση της Alphaliner, αφορά την εφαρμογή των νέων μέτρων που ανακοίνωσε το Γραφείο του Αμερικανού Αντιπροσώπου Εμπορίου (USTR) και τα οποία τίθενται σε ισχύ από τις 14 Οκτωβρίου 2026. Οι χρεώσεις αποτελούν μέρος της στρατηγικής της Ουάσινγκτον να περιορίσει την κινεζική επιρροή στη ναυτιλία και κυρίως στη ναυπηγική βιομηχανία, δίνοντας έμφαση στην "αποκατάσταση της αμερικανικής παραγωγής" όπως τονίζεται στο πλαίσιο του άρθρου 301.
Σύμφωνα με τον μηχανισμό που θεσπίζεται, όλα τα πλοία που ανήκουν ή λειτουργούν υπό κινεζική ιδιοκτησία θα υπόκεινται σε τέλος 80 δολαρίων ανά net tonnage για κάθε ταξίδι προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Παράλληλα, τα πλοία που έχουν ναυπηγηθεί σε κινεζικά ναυπηγεία αλλά δεν ανήκουν σε κινεζικές εταιρείες θα επιβαρύνονται με το μεγαλύτερο ποσό ανάμεσα σε δύο επιλογές: 23 δολάρια ανά net tonnage ή 154 δολάρια ανά teu χωρητικότητας. Για να αποφευχθεί υπερβολική επιβάρυνση, οι χρεώσεις αυτές δεν μπορούν να επιβληθούν πάνω από πέντε φορές το χρόνο για κάθε πλοίο. Ωστόσο, ακόμα και με το συγκεκριμένο πλαφόν, οι αριθμοί παραμένουν ιδιαίτερα υψηλοί για τις μεγάλες εταιρείες.
Η COSCO Shipping Group βρίσκεται ξεκάθαρα στο επίκεντρο, καθώς υπολογίζεται ότι μόνο ο δικός της στόλος θα επιβαρυνθεί με περίπου 1,53 δισ. δολάρια, σχεδόν το μισό των συνολικών τελών που θα επιβληθούν το 2026. Ακολουθούν η ZIM Integrated Shipping Services με 510 εκατομμύρια δολάρια, η Ocean Network Express με 363 εκατομμύρια και η CMA CGM με 335 εκατομμύρια. Η μεγάλη έκθεση αυτών των ομίλων συνδέεται με τη χρήση πλοίων που ναυλώνονται από κινεζικές εταιρείες, τα οποία εμπίπτουν αυτομάτως στο καθεστώς των αυστηρότερων χρεώσεων. Στην ίδια κατηγορία, αλλά σε μικρότερη κλίμακα, εντάσσονται και άλλοι μεγάλοι μεταφορείς, οι οποίοι διατηρούν στον στόλο τους πλοία κινεζικής ναυπήγησης, με αποτέλεσμα να προκύπτουν πρόσθετες επιβαρύνσεις. Για παράδειγμα, η CMA CGM θα δει τον λογαριασμό της να αυξάνεται κατά 50 εκατομμύρια δολάρια, η MSC Mediterranean Shipping Company κατά 73 εκατομμύρια και η Yang Ming Marine Transport κατά 48 εκατομμύρια.
Μικρότερη αλλά όχι αμελητέα είναι η εικόνα για τους δύο εταίρους της συνεργασίας Gemini Cooperation. Η Maersk αναμένεται να πληρώσει περίπου 17,5 εκατομμύρια δολάρια, ποσό πολύ περιορισμένο συγκριτικά με άλλους ανταγωνιστές της. Η Hapag-Lloyd, αντίθετα, θα βρεθεί αντιμέτωπη με επιβάρυνση περίπου 105 εκατομμυρίων δολαρίων, λόγω της παρουσίας κινεζικής ιδιοκτησίας πλοίων στον στόλο της.
Το σύνολο των επιβαρύνσεων δείχνει ότι η Ουάσινγκτον χρησιμοποιεί το εργαλείο των τελών ως μοχλό πίεσης, στοχεύοντας όχι μόνο στις κινεζικές εταιρείες αλλά και σε κάθε ξένο όμιλο που στηρίζεται σε κινεζικής προέλευσης ναυπηγήσεις. Η στρατηγική αυτή μεταφράζεται σε υψηλά κόστη για τη διεθνή ναυτιλία, με πιθανές αλυσιδωτές συνέπειες στα ναύλα και στις τιμές των καταναλωτικών αγαθών που διακινούνται μέσω των αμερικανικών λιμανιών. Η COSCO και οι υπόλοιποι μεγάλοι παίκτες καλούνται πλέον να αποφασίσουν αν θα προσαρμόσουν τους στόλους τους, θα μετακυλήσουν τα κόστη στους πελάτες ή θα αναζητήσουν νέες ισορροπίες σε μια αγορά που μπαίνει σε περίοδο έντονων αναταράξεων.