Συνεχης ενημερωση

    Δευτέρα, 15-Ιαν-2024 12:35

    Τι σημαίνει το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ταϊβάν

    Τι σημαίνει το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ταϊβάν
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Κώστα Ράπτη

    Από τις εκλογικές αναμετρήσεις με τις οποίες είναι φορτωμένο το διεθνές πολιτικό ημερολόγιο του 2024 η πρώτη κατά χρονολογική σειρά ήταν ίσως και η κρισιμότερη, εφόσον αφορά την εστία πιθανών εντάσεων δίχως προηγούμενο ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα.

    Όμως οι ψηφοφόροι της Ταϊβάν, οι οποίοι προσήλθαν στις κάλπες το Σάββατο για την ανάδειξη νέου προέδρου και νέου κοινοβουλίου εξέδωσαν μία ετυμηγορία που μοιάζει με γρίφο: εξέφρασαν την επιθυμία να αμφισβητήσουν το πολιτικό σκηνικό στο εσωτερικό, καταλήγοντας έτσι να ενισχύουν το status quo σε ό,τι αφορά τη θέση της χώρας τους.

    Η Ταϊβάν αυτοαποκαλείται Δημοκρατία της Κίνας (ROC) και δέχθηκε τις δυνάμεις του Κουόμιντανγκ υπό τον Τσιανγκ Κάι-σεκ, όταν αυτός ηττήθηκε από τους κομμουνιστές του Μάο Τσε-τουνγκ στον κινεζικό εμφύλιο πόλεμο και υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τη χώρα. Από το 1971 και εξής τα Ηνωμένα Έθνη αναγνωρίζουν ως μόνο νόμιμο εκπρόσωπο της Κίνας και κάτοχο της έδρας της στο Συμβούλιο Ασφαλείας την ιδρυθείσα το 1949 Λαϊκή Δημοκρατία του Μάο και όχι την ROC. Η απόφαση αυτή συνέπεσε με μία περίοδο εντάσεως στις σινο-σοβιετικές σχέσεις και ανοιγμάτων των ΗΠΑ προς το Πεκίνο. Έκτοτε ο αριθμός των χωρών που διατηρούν διπλωματικές σχέσεις με την Ταϊβάν μειώθηκε δραματικά.

    Μάλιστα η Ουάσιγκτον δέχθηκε (όπως και η διεθνής κοινότητα συνολικά) την αρχή της "Μίας Κίνας”, ότι δηλ. οι κινεζικοί πληθυσμοί εκατέρωθεν των στενών της Ταϊβάν θεωρούν πως ανήκουν στην ίδια χώρα (παρά την de facto απόσχιση της νήσου από την εξουσία του Πεκίνου) και προσβλέπουν σε μία μελλοντική ειρηνική επανένωσή τους.

    Το Κουόμιντανγκ (ΚΜΤ), που κυβέρνησε μονοκομματικά την Ταϊβάν έως τη δεκαετία του '90, αποτελεί επίσης υπέρμαχο της αρχής της Μίας Κίνας. Όμως το Δημοκρατικό Προοδευτικό Κόμμα, που έκτοτε μπόρεσε με επιτυχία να διεκδικήσει την εξουσία, φλερτάρει με την ιδέα της επίσημης ανακήρυξης ανεξαρτησίας και για αυτό τον λόγο αποτελεί για το Πεκίνο "κόκκινο πανί”.

    Στις εκλογές του Σαββάτου ο υποψήφιος του DPP Λάι Τσινγκ-τε, νυν αντιπρόεδρος της απερχόμενης Τσάι Ινγκ Γουέν, αναδείχθηκε νικητής με ποσοστό 40%. Εκ πρώτης όψεως λοιπόν, το γεγονός ότι το DPP θα ελέγχει την προεδρία για τρίτη κατά σειρά τετραετία χαρακτηρίζεται ιστορικό. Παράλληλα, η ετυμηγορία της κάλπης θα πρέπει να θεωρηθεί ήττα για το Πεκίνο το οποίο είχε απευθύνει ηχηρές προειδοποιήσεις προς τους ψηφοφόρους της Ταϊβάν να μην επιλέξουν τον Λάι.

    Ωστόσο, το ποσοστό του Λάι δεν μπορεί θα θεωρηθεί σαρωτικό, ενώ στο κοινοβούλιο το DPP δεν διαθέτει αυτοδυναμία. Και ο λόγος για αυτό είναι οι απρόβλεπτα ισχυρές επιδόσεις του νεοϊδρυθέντος τρίτου σχηματισμού, του Κόμματος του Λαού της Ταϊβάν (ΤΡΡ). Αναδρομικά γίνεται ολοφάνερο ότι εάν είχαν ευοδωθεί οι διεργασίες του περασμένου Νοεμβρίου για κοινή υποψηφιότητα των δύο αντιπολιτευόμενων στην προεδρική κάλπη αυτή θα είχε επικρατήσει άνετα.

    Από τον παλαιότερο μονοκομματισμό και κατόπιν τη δικομματική εναλλαγή η πολιτική ζωή της Ταϊβάν περνά έτσι σε ένα ασταθές τρικομματικό σκηνικό, το οποίο ασφαλώς δεν προσφέρεται για δραματικές κινήσεις στην εξωτερική πολιτική (λ.χ. ανακήρυξη ανεξαρτησίας).

    Η εκτόξευση του ΤΡΡ οφείλεται κατά κύριο λόγο στην απήχησή του σε στρώματα νέων ψηφοφόρων, που απορρίπτουν τον κατεστημένο δικομματισμό και θεωρούν "απαρχαιωμένο” το ΚΜΤ και "καθεστωτικό” το DPP, ενώ διεκδικούν λύσεις σε ζητήματα όπως η στεγαστική κρίση και η όξυνση των ανισοτήτων.

    Κατά τα λοιπά, οι δυνάμεις των δύο μεγάλων κομμάτων εξακολουθούν να ακολουθούν την πληθυσμιακή διαίρεση ανάμεσα στους "παλαιούς” Κινέζους της νήσου και όσους εισέρρευσαν με το τέλος του εμφυλίου πολέμου και είχαν επί μονοκομματισμού την κυριαρχία στη δημόσια ζωή της Ταϊβάν.

    Σε κάθε περίπτωση, ο μέσος Ταϊβανός δεν επιθυμεί τη ρήξη με την ηπειρωτική Κίνα, με την οποία τον συνδέουν ποικίλοι δεσμοί και άλλωστε αποτελεί και τον κύριο εμπορικό εταίρο της νήσου. Ωστόσο, δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς ούτε και τολμηρότερες κινήσεις επαναπροσέγγισης, ιδίως αφότου τα όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια στο Χονγκ Κονγκ καθιστούν λιγότερο αξιόπιστη την προοπτική της διατήρησης δικαιωμάτων αυτονομίας μετά από ενδεχόμενη επανένωση.

    Πάντως ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπινγκ έχει διακηρύξει ότι η επανένωση, κατά προτίμηση ειρηνική, είναι αναπόφευκτη και έχει θέσει ως έσχατο χρονικό ορίζοντα το 2049, εκατοστή επέτειο ίδρυσης της Λαϊκής Δημοκρατίας. Το τελευταίο διάστημα, με αφορμή κινήσεις όπως η επίσκεψη της τότε προέδρου της αμερικανικής Βουλής Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβάν, η Κίνα έχει προχωρήσει σε ασκήσεις προσομοίωσης αποκλεισμού και προσάρτησης της νήσου, καθώς και σε οικονομικά μέτρα. Υπενθυμίζεται ότι η Ταϊβάν βρίσκεται σε γεωγραφική τοποθεσία κρίσιμη για την παγκόσμια ναυσιπλοϊα και κατέχει κομβικό ρόλο στις διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες, ως "πρωταθλήτρια” στην παραγωγή ημιαγωγών.

    Εναπόκειται στις ΗΠΑ, οι οποίες εξοπλίζουν την Ταϊβάν και τηρούν αμφίσημη στάση ως προς ενδεχόμενη επέμβασή τους σε περίπτωση απόπειρας βίαιης προσάρτησης της νήσου, να αποδείξουν κατά πόσον μπλοφάρουν ή είναι έτοιμες για μία αναμέτρηση με πλανητικό αντίκτυπο. 

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ