Τετάρτη, 15-Φεβ-2023 12:24
Τα παράδοξα της ενίσχυσης της Μελόνι

Του Κώστα Ράπτη
Το αποτέλεσμα των περιφερειακών εκλογών που διεξήχθησαν τη Δευτέρα και την Τρίτη στη Λομβαρδία και το Λάτιο της Ιταλίας αποτέλεσαν, λίγους μήνες μετά τις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου, μια μεγάλη τονωτική ένεση για την πρωθυπουργό και ηγέτιδα των Αδελφών της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι. Κατά έναν παράδοξο τρόπο, ωστόσο, μάλλον προσθέτουν προβλήματα στη συνοχή του τρικομματικού κυβερνητικού συνασπισμού, του πιο δεξιού που έχει γνωρίσει η μεταπολεμική Ιταλία.
Για ευρωστία των σχέσεων πολιτικής εκπροσώπησης στη γείτονα είναι ούτως ή άλλως δύσκολο να μιλά κανείς, όταν στις περιφερειακές αυτές εκλογές το ποσοστό προσέλευσης στην κάλπη περιορίσθηκε στο 37,20% για το Λάτιο (με μείωση κατά 29,35% σε σύγκριση με το 2018) και στο 41,61% για την Λομβαρδία (με μείωση κατά 32,20%).
Αυτό ωστόσο μοιάζει να είναι περισσότερο πρόβλημα των αντιπάλων της Μελόνι, καθώς απηχεί την έλλειψη συνοχής και κινητοποίησης στον αριστερότερα του κέντρου εκλογικό χώρο. Και σε κάθε περίπτωση, οι υποψήφιοι του κυβερνητικού συνασπισμού κατέκτησαν αμφότερες τις περιφέρειες που περιλαμβάνουν την πολιτική και την οικονομική πρωτεύουσα της χώρας (Ρώμη και Μιλάνο αντίστοιχα).
Έτσι, ο μέχρι τώρα περιφερειάρχης Λομβαρδίας, Ατίλιο Φοντάνα (προερχόμενος από τη Λέγκα) επανεκλέγεται, με ποσοστό 54,4%, έναντι 33,3% του κεντροαριστερού υποψήφιου Πιερφραντσέσκο Μαγιορίνο, ενώ στο Λάτιο η δεξιά επανέρχεται στα πράγματα μετά από μία ολόκκηρη δεκαετία, με τον Φραντσέσκο Ρόκα των Αδελφών της Ιταλίας να συγκεντρώνει το 51,4%, έναντι 35,3% του κεντροαριστερού Αλέσιο Ντ' Αμάτο.
Όμως στο εσωτερικό του τρικομματικού συνασπισμού καταγράφονται μετατοπίσεις, σε συνέχεια αυτών που επέτρεψαν το φθινόπωρο να αναδειχθεί πρωθυπουργός, "κανιβαλίζοντας” την εκλογική δύναμη των εταίρων της.
Είναι ενδεικτικό ότι στη Λομβαρδία, κατεξοχήν "κάστρο" της Λέγκας, οι υποψήφιοι περιφερειακοί σύμβουλοι του κόμματος του Ματέο Σαλβίνι περιορίσθηκαν το 15% της ψήφου, ενώ εκείνοι από τους Αδελφούς της Ιταλίας απέσπασαν περί το 26%, επαναλαμβάνοντας το μοτίβο των τελευταίων βουλευτικών εκλογών, μολονότι το 2018 στη συγκεκριμένη περιφέρεια ο συσχετισμός μεταξύ των δύο αυτών δυνάμεων διαμορφωνόταν στο 30% έναντι μόλις 1,6%. Είναι προφανές ότι ο Ματέο Σαλβίνι, ο οποίος αμφισβητείται εσωκομματικά, θα αισθάνεται όλο και πιο άβολα από την παραμονή του σε μία συμμαχία που αποδεικνύεται αυτοκτονική.
Αλλά και ο πρώην πρωθυπουργός και ηγέτης της Forza Italia, Σίλβιο Μπερλουσκόνι, έχει λόγους να ανησυχεί – και για τον περιορισμό των ποσοστών του και για την πολιτική πίεση που επιχειρεί να του ασκήσει το κεντρώο μόρφωμα των Ματέο Ρέντσι και Κάρλο Καλέντα, το οποίο, πολύ χαρακτηριστικά έδωσε το χρίσμα της υποψήφιας περιφερειάρχου Λομβαρδίας στην πρώην υπουργό του "Καβαλιέρε", Λετίτσια Μοράτι.
Θα πρέπει λοιπόν να αναγνώσουμε και υπό το πρίσμα του εσωτερικού κομματικού ανταγωνισμού την πρωτοβουλία του Μπερλουσκόνι να εξαπολύσει μύδρους εναντίον του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, με τον οποίο ο ίδιος, αν ήταν πρωθυπουργός, δεν θα συνομιλούσε ποτέ, διότι, όπως είπε, "καταστρέφει τη χώρα του", ενώ θα μπορούσε σύντομα να τερματίσει τον πόλεμο, σταματώντας τις επιθέσεις στο Ντονμπάς.
Οι δηλώσεις Μπερλουσκόνι αποτελούν δικαιολογημένη πηγή δυσαρέσκειας για την Μελόνι, όχι μόνο διότι δημιουργούν αμφιβολίες για τη δέσμευση του συνόλου του κυβερνητικού συνασπισμού στην άκρως ατλαντιστική πολιτική που η ίδια ακολουθεί, αλλά και γιατί "αδειάζουν" την επιλογή της ιδίας να επιτεθεί στο γαλλογερμανικό δίδυμο για το δείπνο των Εμανουέλ Μακρόν και Όλαφ Σολτς με τον Ζελένσκι την περασμένη εβδομάδα, στο οποίο δεν είχαν προσκληθεί άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες.
Ο Μακρόν έχει βέβαια ιδιοτελή κίνητρα να παραγκωνίζει τη Μελόνι, προκειμένου να μην ενισχύει δια του παραδείγματός της το προφίλ της Μαρίν Λεπέν στο εσωτερικό της Γαλλίας. Αν και, όπως επισημαίνει το Eurtointelligence, η "μεταμόρφωση" της Μελόνι σε μια "υπεύθυνη", με τα ευρωπαϊκά μέτρα, πρωθυπουργό, η οποία ακούει ευλαβικά τον προκάτοχό της Μάριο Ντράγκι, πλήττει επί της ουσίας τις προσδοκίες της Λεπέν, διότι καλλιεργεί στο γαλλικό εκλογικό κοινό την εντύπωση ότι η "ανατρεπτική" ρητορική της ηγέτιδας του Εθνικού Συναγερμού δεν θα έχει κανένα μέλλον.
Το μεγαλύτερο παράδοξο, από αυτή την έννοια, είναι το πώς εξαερώθηκε στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες η εντύπωση ότι η Μελόνι αποτελεί "ακροδεξιά απειλή" και πώς η ενσωμάτωσή της ως αποδεκτής ηγέτιδας στους κόλπους των "27" προχωρά, χάρη στην εξωτερική και οικονομική πολιτική της, μολονότι στο επίπεδο των "πολέμων αξιών" (ΛΟΑΤΚΙ δικαιώματα, μεταναστευτικό) ο ιταλικός κυβερνητικός συνασπισμός εξακολουθεί να επενδύει στην εμπρηστική ρητορική.
Αν κάτι δημιουργεί πραγματικά ερωτήματα στις Βρυξέλλες, αυτό είναι η διάθεση της Μελόνι να προβάλλει ως η "φωνή των μικρομεσαίων" που αμφισβητεί το γαλλογερμανικό δίδυμο, πράγμα που θα μπορούσε να την οδηγήσει και στη σύναψη συμμαχιών με εξίσου θορυβώδεις εταίρους στη Βαρσοβία και την Βουδαπέστη.