Του Νικήτα Σίμου
Για πολλά χρόνια η πολεμική βιομηχανία των ΗΠΑ έχει μεγάλους αγοραστές των προϊόντων της μεταξύ των συμμαχικών χωρών του Δυτικού κόσμου. Όμως η πρόσφατη αβεβαιότητα, η οποία δημιουργήθηκε από αμφιλεγόμενες τοποθετήσεις Αμερικανών αξιωματούχων, όπως και του προέδρου, για τον ρόλο των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, έχει δημιουργήσει αμφιβολίες μεταξύ των συμμάχων, ως προς το κατά πόσο θα μπορούσαν να στηριχθούν στην σταθερή προμήθεια και τεχνική υποστήριξη αμερικανικού εξοπλισμού από τους κατασκευαστές του, κατά βάση αεροσκαφών, αντιαεροπορικών συστημάτων, ηλεκτρονικών πλατφορμών, πυραύλων εδάφους κ.α
Ο προβληματισμός αυτός προκαλεί ανησυχία και στις αντίστοιχες εταιρείες πολεμικής βιομηχανίας, για το κατά πόσο θα μπορούσαν να επηρεασθούν τα προγράμματά τους νέων όπλων από την αμφιθυμία των αγοραστών και από τις εναλλακτικές λύσεις τις οποίες προσφέρουν οι ανταγωνιστές τους.
Μια τέτοια περίπτωση είναι του μαχητικού νέας γενιάς F-35, η παραγωγή του οποίου είναι το ακριβότερο τρέχον πρόγραμμα και από τα σημαντικότερα της Lockheed Martin.
Υπερβολικός φόβος ή πρόνοια;
Τα μαχητικά stealth, όπως το F-35, τείνουν να αποτελούν τον κορμό των σύγχρονων αεροπορικών δυνάμεων, γεγονός το οποίο θα απέβαινε κρίσιμο, αν όπως μερικοί φοβούνται, σε κάποια στιγμή οι ΗΠΑ αποφάσιζαν να τα ακινητοποιήσουν κεντρικά, αν υπάρχει κάποια τέτοια δυνατότητα.
Προς την κατεύθυνση αυτή, κακή ήταν η εμπειρία από την αδρανοποίηση του StarLink, του Μασκ, η οποία άφησε για κάποιες ημέρες τον ουκρανικό στρατό χωρίς ζωτική ηλεκτρονική κάλυψη των επιχειρήσεών του.
Ο Τραμπ πρόσφατα έδειξε δισταγμό, ως προς την προσπάθεια προώθησης των πωλήσεων νέου τύπου μαχητικών προς τις Δυτικές χώρες, με το σκεπτικό ότι " κάποια μέρα μπορεί να μην είναι σύμμαχοί μας". (FT)
Ο πρόεδρος αναφερόταν στην νέα γενιά προηγμένων μαχητικών, γνωστών ως F-47, η παραγωγή των οποίων τοποθετείται σε αρκετά χρόνια στο μέλλον.
Το F-35, είναι επί του παρόντος το μόνο μεγάλης ακτίνας δράσης μαχητικό, το οποίο πολύ δύσκολα ανιχνεύεται από τον αντίπαλο.
Η τεχνολογία stealth με την οποία είναι σχεδιασμένο και ο κατάλληλος εξοπλισμός του, του επιτρέπουν να αποφεύγει τα ραντάρ των εχθρικών αντιαεροπορικών συστημάτων, ανίχνευση από υπέρυθρους αισθητήρες κ.α, γεγονός το οποίο του προσδίδει εξαιρετικές επιχειρησιακές δυνατότητες.
Το αεροσκάφος αυτό είναι επιχειρησιακό, ή σε καθεστώς παραγγελίας, στις αεροπορικές δυνάμεις των ΗΠΑ και άλλων 19 χωρών, κυρίως του ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, αλλά και τρίτων, όπως η Ιαπωνία, το Ισραήλ, η Αυστραλία, η Ν. Κορέα κ.α.
Είναι αξιοσημείωτο, ότι στην παραγωγή του F-35 συμμετέχουν και τρίτες χώρες, όπως η Μ. Βρετανία κυρίως, και σε μικρότερο βαθμό η Ιταλία και η Ιαπωνία, γεγονός το οποίο λειτουργεί δεσμευτικά για την χρήση του αεροσκάφους από αυτές τουλάχιστον τις χώρες.
Αν και το Πεντάγωνο πρόσφατα αρνήθηκε την ύπαρξη κάποιου συστήματος, το οποίο θα μπορούσε να ακινητοποιήσει κεντρικά αυτά τα αεροσκάφη, μερικές κυβερνήσεις επανεκτιμούν τις επιλογές τους, όπως πχ ο Καναδάς και η Πορτογαλία.
Ένα χαρακτηριστικό του F-35 έγκειται στο ότι εξαρτάται από τις ΗΠΑ για την επεξεργασία δεδομένων κρίσιμων για ηλεκτρονικό πόλεμο, σύμφωνα με ειδικούς τεχνικούς.
Ο Βρετανός ειδικός Justin Bronk, (FT) λέει ότι υπάρχουν ορισμένες χώρες οι οποίες δεν εξαρτώνται, θα υπήρχε όμως κάποιος γεωπολιτικός κίνδυνος στην αντίθετη περίπτωση.
Είναι μονόδρομος;
Η αλήθεια είναι, ότι δεν υπάρχουν λύσεις υποκατάστατων για το F-35, κόστους $109 εκατομ. Παραπλήσιων δυνατοτήτων, όμως σχετικά υψηλότερου κόστους, είναι το Eurofighter της AirBus - με συμμετοχή στην παραγωγή του ευρωπαϊκών χωρών- κόστους περίπου $117 εκατομ. και το γαλλικό Rafale κόστους $125 εκατομ. Το καθ όλα αξιόμαχο σουηδικό Gripen, κόστους $ 85 εκατομ. έχει μια μηχανή σε σχέση με τις δυο των άλλων, ενώ κανένα από τα τρία δε είναι stealth, αν και έχουν δυνατότητες σημαντικής αποφυγής της ανίχνευσής τους από τον αντίπαλο.
Τα όποια διλήμματα των Ευρωπαίων, με δεδομένη την επιλογή τους για σύντομο εξοπλισμό, όπως άλλωστε η Λευκή Βίβλος για την κοινή άμυνα προβλέπει, εντείνονται από το γεγονός, ότι η μηνιαία παραγωγή των Eurofighter, Rafale και Gripen κινείται σε μονοψήφιο επίπεδο, ενώ η Lockheed παράγει περίπου 155 F-35 τον χρόνο.
Η Γερμανία προ εβδομάδος δήλωσε, ότι θα αγόραζε τα F-35 προκειμένου να αντικαταστήσει τα Tornado τα οποία διαθέτει και τα οποία είναι ικανά να φέρουν αμερικανικά πυρηνικά όπλα.
Στο αυτό μήκος κύματος κινείται και η Δανία, παρά το θέμα της Γροιλανδίας, η οποία σύμφωνα με τον υπουργό άμυνας της χώρας, θα ενισχύσει τον στόλο της με επιπλέον F-35, διότι ως μικρή χώρα δεν έχει την δυνατότητα να υποστηρίζει διαφορετικούς τύπους αεροσκαφών, ταυτόχρονα.
Το δίλημμα ευρωπαϊκά ή αμερικανικά αεροσκάφη για την κοινή ευρωπαϊκή άμυνα είναι σημαντικό και όχι μόνο με επιχειρησιακά αλλά και με πολιτικά χαρακτηριστικά, δεδομένων των τελευταίων θέσεων της αμερικανικής ηγεσίας προς το ΝΑΤΟ και την Ευρώπη.
Το ίδιο δίλημμα μπορεί να τεθεί και για άλλα οπλικά συστήματα, των οποίων τα ευρωπαϊκής παραγωγής υποκατάστατα είναι ενδεχομένως μικροτέρων, προς το παρόν, δυνατοτήτων.
Ως συνήθως, είναι η βούληση και η αποφασιστικότητα οι οποίες οδηγούν στην απόφαση, και επί του προκειμένου η αντίληψη του κινδύνου και της πηγής του.
* Ο Νικήτας Σίμος είναι Οικονομολόγος, Γεωπολιτικός Αναλυτής