Πέμπτη, 21-Νοε-2024 00:05
Αθόρυβα, η Αμερική χάνει την εμπιστοσύνη των φίλων της

Με την εκπληκτική επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, οι σύμμαχοι της Αμερικής κινητοποιούνται. Πίσω από τα νηφάλια συγχαρητήρια μηνύματα κρύβεται η προφανής ανησυχία πως η Ουάσιγκτον σύντομα θα τους αντιμετωπίσει ως απλά πιόνια στην παγκόσμια σκακιέρα. Αυτό θα αποτελούσε μια τεράστια αλλαγή. Υπό την ηγεσία του προέδρου Μπάιντεν, οι ΗΠΑ - οξύνοντας τον ανταγωνισμό τους με την Κίνα και επιδιώκοντας να αντιμετωπίσουν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία - έδωσαν μεγάλη σημασία στην ενίσχυση των συμμαχιών και των συνεργασιών τους.
Υπάρχουν πολλά που δείχνουν ότι αυτό πέτυχε: Το ΝΑΤΟ, με επικεφαλής τις ΗΠΑ, συσπειρώθηκε δυναμικά κατά της Ρωσίας. Η Ευρώπη ακολουθεί πλέον τις ΗΠΑ στη στρατιωτικοποίηση του εμπορίου κατά της Κίνας. Η Ιαπωνία, αυξάνοντας τις στρατιωτικές της δαπάνες, ακολουθώντας τη Δύση στην επιβολή κυρώσεων κατά της Ρωσίας και δημιουργώντας ισχυρότερους δεσμούς με τη Νότια Κορέα, είναι πιο κοντά μας. Οι Φιλιππίνες επίσης, μετά από μια περίοδο αποξένωσης, έχουν αρχίσει να σφυρηλατούν ένα κοινό μέτωπο ενάντια στην Κίνα. Και η Ινδία παρέμεινε στενός εταίρος. "Είμαστε πιο δυνατοί από ποτέ", θα μπορούσε εύλογα να καυχηθεί ο Μπάιντεν στην 75η επέτειο του ΝΑΤΟ αυτό το καλοκαίρι.
Αλλά αν κοιτάξουμε πιο προσεκτικά, μια άλλη τάση αναδύεται αθόρυβα. Οι σύμμαχοι και εταίροι των ΗΠΑ κινούνται για να αντισταθμίσουν τον κίνδυνο, αναζητώντας ολοένα και περισσότερο εναλλακτικές διευθετήσεις με χώρες που δεν βρίσκονται στην τροχιά της Δύσης. Αυτή η εξέλιξη, που είναι πιο ισχυρή στον παγκόσμιο νότο, βασίζεται λιγότερο σε μεμονωμένους ηγέτες απ' ο,τι στη δομή του παγκόσμιου συστήματος. Σε έναν κόσμο που χαρακτηρίζεται από πολλαπλές συμμαχίες και συναλλακτικότητα, η Αμερική δεν μπορεί πλέον να βασίζεται στην πίστη των φίλων της. Αυτό συμβαίνει ήδη και έχει πολύ μικρή σχέση με τον Τραμπ.
Εδώ και μερικά χρόνια, δύο σύμμαχοι των ΗΠΑ από τον αναπτυσσόμενο κόσμο - η Τουρκία και η Ταϊλάνδη - απομακρύνονται από την Αμερική, σε ένα θεωρητικό τρίγωνο που περιλαμβάνει την Ουάσινγκτον αλλά και τους αντιπάλους της. Η Τουρκία, παλιό μέλος του ΝΑΤΟ και στην απέναντι πλευρά της Ρωσίας στον συριακό εμφύλιο πόλεμο, καταδίκασε σθεναρά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Ωστόσο δεν ακολούθησε τις ΗΠΑ στις κυρώσεις, αντίθετα εμβάθυνε τους εμπορικούς και ενεργειακούς δεσμούς με τη Μόσχα, ενώ με δική της εμπλοκή, Ρωσία και Ουκρανία σφυρηλάτησαν μια συμφωνία εξαγωγής σιτηρών για τις παγκόσμιες αγορές που παρέμεινε σε ισχύ μέχρι το περασμένο καλοκαίρι.
Στην Ταϊλάνδη, οι προσπάθειες για την ενίσχυση των δεσμών με την Κίνα έχουν επιταχυνθεί. Χωρίς εδαφικές διαφωνίες με το Πεκίνο και με την ανάγκη να διαχειριστεί την κρίση από τον εμφύλιο της γειτονικής Μιανμάρ, η Ταϊλάνδη ενίσχυσε τους οικονομικούς της δεσμούς με την Κίνα, αύξησε τις στρατιωτικές ασκήσεις και τώρα αγοράζει περισσότερο από το 40% των όπλων της από την Κίνα.
Φέτος, σε μια κίνηση που φαίνεται να υπογραμμίζει ακόμα περισσότερο το γεγονός ότι απομακρύνονται από τις ΗΠΑ, η Τουρκία και η Ταϊλάνδη εντάχθηκαν στην ομάδα των BRICS - με επικεφαλής τη Βραζιλία, τη Ρωσία, την Ινδία, την Κίνα και τη Νότια Αφρική - ως κράτη εταίροι.
Ωστόσο, οι κινήσεις της Τουρκίας και της Ταϊλάνδης δεν δείχνουν σε καμία περίπτωση ότι είναι αντιαμερικανικές ή αντιδυτικές. Στην πραγματικότητα, η Ταϊλάνδη ενίσχυσε τη μεγάλη ετήσια στρατιωτική της άσκηση με τις ΗΠΑ και επιδιώκει να ενταχθεί στον, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, ΟΟΣΑ.
Η Τουρκία, από την πλευρά της, αποκτά μαχητικά αεροσκάφη από τις ΗΠΑ και έχει δηλώσει ότι δεν θα στρεφόταν προς την ομάδα των BRICS αν είχε γίνει δεκτή στην Ε.Ε. Η αντιστάθμιση κινδύνου, εξ ορισμού, δημιουργεί την ανάγκη για την αναζήτηση ευκαιριών σε όλες τις κατευθύνσεις.
Για την Ινδία, η σύνοδος κορυφής των BRICS τον περασμένο μήνα χρησίμευσε για να δώσει ένα ασφαλή πλαίσιο στον Ναρέντρα Μόντι και τον Σι Τζινπίνγκ ώστε να πραγματοποιήσουν την πρώτη τους σοβαρή συνάντηση εδώ και πέντε χρόνια. Με την πρωτοβουλία για την αποδέσμευση στρατευμάτων σε δύο συνοριακά σημεία που έχουν γίνει εστίες ανάφλεξης, η Ινδία μπορεί να σφυρηλατήσει τις απαρχές για τη χαλάρωση της έντασης με την Κίνα - δίνοντάς στο Πεκίνο μεγαλύτερη μόχλευση με τις ΗΠΑ. Οι σχέσεις με την Αμερική παραμένουν, σίγουρα, ισχυρές. Ωστόσο, υπάρχουν διαμάχες όσον αφορά την εξέλιξη της σχέσης της με τη Ρωσία και την άνοδο στην εξουσία μιας φιλοαμερικανικής κυβέρνησης στο Μπαγκλαντές που είναι σε σύγκρουση με την Ινδία.
Ακόμη και στον πυρήνα του συστήματος συμμαχίας των ΗΠΑ, υπάρχουν ενδείξεις ότι η αντιστάθμιση κινδύνου αυξάνεται. Στην Ιαπωνία, οι ιδέες του πρωθυπουργού Σιγκέρου Ισίμπα για ένα "ασιατικό ΝΑΤΟ" απέναντι στην Κίνα υποδηλώνουν τη δέσμευση του στην Pax Americana. Ωστόσο, ευνοούν επίσης τον τερματισμό της ασυμμετρίας στη συμμαχία, δίνοντας ισότιμο λόγο στο Τόκιο και βάζοντας την Κίνα σε περιφερειακές συνεργασίες, όπως για την αντιμετώπιση καταστροφών. Επιπλέον, η πρόσφατη αποτυχία του κυβερνώντος Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος στις κοινοβουλευτικές εκλογές είναι πιθανό να περιπλέξει τους φιλόδοξους στόχους της κυβέρνησης για στρατιωτικές δαπάνες και να καταστήσει πιο δύσκολο να επικεντρωθεί - όπως θα ήθελε η Αμερική - στον αποκλεισμό της Κίνας.
Στην Ευρώπη, εν τω μεταξύ, τα αντισυστημικά κόμματα έχουν αυξηθεί σε νέα επίπεδα σε όλη την ήπειρο. Σε γενικές γραμμές, αυτές οι φωνές αμφισβητούν την αμερικανική πολιτική απέναντι στην Ουκρανία και είναι δύσπιστες για την κυρίαρχη άποψη των ΗΠΑ πώς το ΝΑΤΟ αποτελεί μια ιερή υποχρέωση. Η Ιταλία, υπό την Τζόρτζια Μελόνι, δείχνει ότι η έλευση τέτοιων δυνάμεων στην εξουσία δεν είναι απαραίτητο πως θα αποδυναμώσει τη Συμμαχία. Ωστόσο, το καθαρό αποτέλεσμα της νέας πολιτικής κατάστασης είναι να ασκείται αυξανόμενη πίεση στην Ευρώπη να ακολουθεί τις αμερικανικές προτεραιότητες απέναντι στη Ρωσία και ενδεχομένως στην Κίνα. Η Ουγγαρία υπό τον Βίκτορ Όρμπαν και η Σλοβακία υπό τον Ρόμπερτ Φίκο παίζουν ήδη σε όλες τις ομάδες. Με τον καιρό, το παράδειγμα τους θα μπορούσε να εξαπλωθεί και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Τι εξηγεί την αυξανόμενη θελκτικότατη της αντιστάθμισης κινδύνου; Ο παγκόσμιος νότος, ο οποίος σε μεγάλο βαθμό παραμένει αδέσμευτος, πρωταγωνίστησε στην κίνηση αυτή, με τις μεσαίες και ασθενέστερες δυνάμεις του να αξιοποιούν πολλαπλές συνεργασίες για να ανέλθουν σε ένα εχθρικό παγκόσμιο σύστημα. Όμως η τακτική αυτή γίνεται πιο ελκυστική για δύο νέους λόγους: ο ένας είναι η αβεβαιότητα στη μελλοντική παγκόσμια τάξη. Ο δεύτερος η διαίσθηση ότι ο μονοπολικός κόσμος, όπου η Αμερική κυριάρχησε για τρεις δεκαετίες, εξαφανίζεται. Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι λογικό να εμπλακούμε πιο ουσιαστικά και με τους αντιπάλους της ηγέτιδας δύναμης.
Η αντιστάθμιση κινδύνου, είναι αλήθεια, εξακολουθεί να είναι μια μάλλον αναδυόμενη, παρά κυρίαρχη, τάση μεταξύ των συμμάχων και των εταίρων της Αμερικής. Αλλά οι ΗΠΑ θα πρέπει να είναι έτοιμες για το ενδεχόμενο αυτό το φαινόμενο να ενισχυθεί. Αντί για αποκλεισμό και αφαίρεση στην απάντηση της, η Ουάσιγκτον θα μπορούσε να δοκιμάσει μια νέα μαθηματική πράξη: την πρόσθεση. Αυτό θα απαιτήσει να εγκαταλείψει την ιδέα της αμερικανικής εξαιρετικότητας - η Αμερική ως ηγέτης του ίδιου του πολιτισμού, που πολεμά τη βαρβαρότητα - και να υιοθετήσει μια δική της στρατηγική αντιστάθμισης του κινδύνου.
Η συναλλακτικότητα έρχεται εύκολα στον Τραμπ. Αλλά η μετακίνηση των ΗΠΑ από την ηγεμονία σε ένα καθεστώς αντιστάθμισης του κινδύνου θα απαιτήσει από τον εκλεγμένο πρόεδρο να ξεπεράσει τις παρορμητικές του τάσεις για να μπορέσει να καταλάβει πώς γίνεται να μετατρέψει αυτές τις συμμαχίες προς όφελος της Αμερικής. Είναι ένα δύσκολο έργο, αλλά ένας κόσμος που αλλάζει δεν απαιτεί τίποτα λιγότερο.
*Ο Sarang Shidore είναι διευθυντής του προγράμματος παγκόσμιου νότου στο Quincy Institute και μέλος των επίκουρων καθηγητών στο George Washington University
© 2024 Διατίθεται από το "The New York Times Licensing Group"