Συνεχης ενημερωση

    Τρίτη, 13-Αυγ-2024 00:05

    Η αξιοπιστία της Δικαιοσύνης σε δοκιμασία

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Λέανδρου Ρακιντζή

    Με  το πόρισμα  του Αντ/λέα ΑΠ Αχ. Ζήση για τις τηλεφωνικές υποκλοπές και παρακολουθήσεις πολιτικών προσώπων ξεκαθάρισε το τοπίο των ποινικών ευθυνών των εμπλεκόμενων σε αυτές. Οι αιτιολογίες και τα συμπεράσματα του πορίσματος δέχθηκαν σωρεία επιθέσεων, ερωτηματικών και αμφισβητήσεων όχι μόνο από τους πολιτικούς αντιπάλους της κυβέρνησης κατά τη σχετική συζήτηση στη Βουλή  αλλά και από φιλοκυβερνητικό  Τύπο, κυρίως   από έγκριτους  νομικούς με τεκμηριωμένα άρθρα, όπως από τον Πρόεδρο της ΑΔΑΕ και τέως αντ/ρο ΣτΕ Χ. Ράμμο και τον καθηγητή του Συνταγματικού Ν.Αλιβιζάτου.

    Δεν γνωρίζω το κείμενο του πορίσματος, γιατί δεν έχει δοθεί σε δημοσιότητα, ούτε το κατά την προκαταρκτική εξέταση  συλλεχθέν από τον Αντ/λέα ΑΠ αποδεικτικό υλικό και ως εκ τούτου έχω ως μόνη πηγή γνώσεως  τις πληροφορίες από τα ΜΜΕ.  Φαίνεται  ότι λειτούργησε ένα πλέγμα νομίμων και παρανόμων τηλεφωνικών υποκλοπών δημοσίων προσώπων, που πιθανόν  ο κ. Αντ/λέας ΑΠ  με μια απλή προκαταρκτική εξέταση  με τις δεσμεύσεις του ΚΠΔ και τις δειγματοληπτικές πραγματογνωμοσύνες δεν έχει  ανακαλύψει όλο τον ιστό των παρακολουθήσεων. Σε κάθε έγκλημα υπάρχει ένα "κομβικό σημείο", που είναι το κίνητρο του δράστη  δηλαδή το παραγωγικό  αίτιο της υποκειμενικής υπόστασης (πρόθεση) του εγκλήματος.

    Όπως φαίνεται όμως, το πόρισμα δεν μπόρεσε να το  εντοπίσει για τις παράνομες παρακολουθήσεις, ίσως γιατί στηρίχτηκε κυρίως σε εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης και όχι σε μαρτυρικές καταθέσεις, γιατί υπάρχουν αιτιάσεις, ότι δεν εξέτασε ουσιώδεις μάρτυρες και υποκείμενα των υποκλοπών. Για μεν τις νόμιμες για λόγους εθνικής ασφάλειας  παρακολουθήσεις των τηλεφώνων ακόμα και δημοσίων προσώπων από την ΕΥΠ  δεν υπάρχει πρόβλημα για το κίνητρο των δραστών, γιατί εκτελούσαν εντολές και ακολουθήθηκε η νομότυπη διαδικασία, αν και η παρακολούθηση (επισύναψη)  των τηλεφώνων κάποιων επωνύμων γεννά ερωτηματικά κυρίως για παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών, που προστατεύεται από το άρθρο  19 του Συντάγματος ακόμα και για την επίκληση των  λόγων εθνικής ασφάλειας. Σε κάθε περίπτωση   η Εισαγγελεύς ΑΠ έκανε δεκτή την απαλλακτική πρόταση του πορίσματος για τις νόμιμες παρακολουθήσεις και έτσι η υπόθεση για το σκέλος αυτό μπήκε στο αρχείο.

    Όσο και αν έψαξα στο περιορισμένο  κύκλο των πληροφοριών, που είχα στη διάθεση μου, δεν μπόρεσα να εντοπίσω εάν στο πόρισμα αναφέρεται το κίνητρο των ιδιωτών δραστών των παρανόμων παρακολουθήσεων (επισυνάψεων) των ιδίων τηλεφώνων των επωνύμων, που είναι το παραγωγικό αίτιο της πρόθεσης των δραστών, που το πόρισμα δέχεται ότι υπάρχει για τη παράνομη παρακολούθηση.

    Ο μη εντοπισμός όμως των κινήτρων των δραστών των παρανόμων παρακολουθήσεων καθιστά το πόρισμα ατελές δηλαδή όχι πλήρες, γιατί ενώ δέχεται ότι μια εταιρεία (ΑΕ) με διεθνείς διασυνδέσεις και συνεργασίες  τεσσάρων ιδιωτών επιχειρηματιών με τη χρήση  του πανάκριβου μηχανισμού παρακολούθησης predator παρακολουθούσαν τα ίδια με την ΕΥΠ δημόσια και επώνυμα πρόσωπα και ότι δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις εμπλοκής μεταξύ των δύο διακριτών παρακολουθήσεων, αλλά  δεν προσδιορίζει σε τι απέβλεπαν οι παράνομες αυτές παρακολουθήσεις δηλαδή το κίνητρο τους. Επίσης δεν προσδιορίζει εάν οι κατηγορούμενοι  αποκόμισαν οικονομικό όφελος   και μάλιστα για ποσό  άνω των 120.000 ευρώ, που θα καθιστούσε τις τρεις κατηγορίες σε βαθμό πλημμελήματος, που απαγγέλθηκαν εναντίον τους, σε κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος.

    Στην περίπτωση αυτή όμως θα έπρεπε να διαταχθεί  τακτική ανάκριση και ενδεχόμενα προσωρινή κράτηση τους, ενώ με το πόρισμα  οι κατηγορούμενοι εισάγονται απευθείας στο ακροατήριο  για να δικαστούν για πλημμελήματα με χρονικό όριο παραγραφής το 2030. Επίσης δεν προσδιορίζει εάν υπάρχουν άλλοι συνεργοί ή κυρίως ηθικοί αυτουργοί (εντολείς) στις πράξεις τους. Επομένως, ως προς το σκέλος αυτό το πόρισμα δεν πείθει για την πληρότητα των συμπερασμάτων του, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει περαιτέρω απώλεια της εμπιστοσύνης των πολιτών στη Δικαιοσύνη.

    Προσωπικά και για τη μέγιστη πλειοψηφία των πολιτών δεν ενδιαφέρουν οι ποινικές διαδρομές της υπόθεσης, γιατί πίσω από αυτές κρύβονται πολιτικά παιχνίδια, ενδιαφέρει όμως η καλή λειτουργία της δικαιοσύνης, που είναι ο βασικός  πυλώνας του Πολιτεύματος και της  λειτουργίας του κράτους δικαίου,αλλά και το ultimum remedium των πολιτών.

    Κάθε θεσμός για να λειτουργήσει σωστά απαιτείται να απολαμβάνει ένα ικανοποιητικό ποσοστό της εμπιστοσύνης των πολιτών, που για τη δικαιοσύνη το 2009 σύμφωνα με την έκθεση του καθηγητή Πανά ανέρχονταν σε 64ο/ο, με τη δημοσκόπηση της KR της 6-9-2021 σε 15ο/ο και τώρα, όπως λέγεται, περιστρέφεται γύρω από το 27ο/ο., αλλά νομίζω, ότι  η δημοσκόπηση θα ήταν πιο αντιπροσωπευτική,αν ερωτώντο μόνο  όσοι είχαν έστω και μια φορά εμπλοκή με τη Δικαιοσύνη.

    Πιστεύω, ότι η παραπάνω υπόθεση, όπως και τόσες άλλες σοβαρές υποθέσεις με πολιτικές προεκτάσεις ακόμα και στο πρόσφατο παρελθόν, θα κάνει τη πολιτική και ποινική διαδρομή της και θα λήξει κατά κάποιο τρόπο αφήνοντας το αποτύπωμα της στην Πολιτική και στη Δικαιοσύνη, γιατί όταν η δικαιοσύνη εμπλέκεται με την πολιτική δοκιμάζεται  η δικαιοσύνη με συνέπεια την απώλεια της εμπιστοσύνης των πολιτών σε αυτή.

    Το ζητούμενο λοιπόν είναι η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών στη Δικαιοσύνη, που  σταδιακά και ανεπαίσθητα μόνο από τα έργα και τις ημέρες των ίδιων των δικαστών και με αλλαγή νοοτροπίας (Capital 5-7-2024 Και οι κρίνοντες κρίνονται) μπορεί να επιτευχθεί.

    * Ο Λέανδρος Τ. Ρακιντζής είναι Αρεοπαγίτης ε.τ.

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ