Τρίτη, 23-Απρ-2024 00:05
Η λογοκρισία του Ισραήλ ενισχύεται - Αυτό πρέπει να σταματήσει

Όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία το 2022, τα ειδησεογραφικά δίκτυα όλου του πλανήτη έσπευσαν να στείλουν ανταποκριτές στην πρώτη γραμμή. Οι τελευταίοι μετέφεραν στο διεθνές κοινό από πρώτο χέρι την εικόνα του μετώπου. Μετέφεραν με άλλα λόγια το κοινό στην καρδιά του πολέμου. Το ντοκιμαντέρ "20 ημέρες στη Μαριούπολη” που βασίστηκε σε ρεπορτάζ του Associated Press για τη ρωσική επίθεση στην πόλη, απέσπασε το Όσκαρ καλύτερου ντοκιμαντέρ τον προηγούμενο μήνα. Μεταξύ άλλων, κατέρριψε τους ισχυρισμούς της Ρωσίας ότι ο βομβαρδισμός ενός μαιευτηρίου, όπου σκοτώθηκαν τρεις άνθρωποι, ήταν προϊόν σκηνοθεσίας.
Στη Γάζα δεν υπάρχει ανάλογη διεθνής δημοσιογραφική κάλυψη, παρότι ο πόλεμος έχει στοιχίσει τη ζωή σε περισσότερους από 33.000 Παλαιστινίους, σύμφωνα με τοπικούς αξιωματούχους του τομέα Υγείας, από τις 7 Οκτωβρίου 2023, οπότε η Χαμάς επιτέθηκε στο Ισραήλ προκαλώντας τον θάνατο 1.200 Ισραηλινών, σύμφωνα με την κυβέρνηση της χώρας.
Αν και οι δημοσιογράφοι των διεθνών δικτύων έσπευσαν στο Ισραήλ (έχει χορηγήσει διαπιστεύσεις σε τουλάχιστον 2.800 ανταποκριτές από την αρχή του πολέμου), σε κανέναν δεν επιτρέπεται η είσοδος στη Γάζα, παρά μόνο η συμμετοχή τους σε ελάχιστες αυστηρά ελεγχόμενες επιχειρήσεις του ισραηλινού στρατού. Ως εκ τούτου, τους τελευταίους έξι μήνες, ο κόσμος ενημερώνεται για την εξέλιξη της σύγκρουσης σχεδόν αποκλειστικά από τα ρεπορτάζ των Παλαιστίνιων δημοσιογράφων - καθώς και από τις κατά κύριο λόγο ανεπιβεβαίωτες αναρτήσεις που έχουν κατακλύσει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Η άρνηση του Ισραήλ να επιτρέψει στα διεθνή μέσα ενημέρωσης να καλύψουν εκ των έσω τον πόλεμο στη Γάζα αποτελεί μία μόνο ένδειξη της αυξανόμενης λογοκρισίας που ασκεί και αφήνει περιθώρια για προπαγάνδα, παραπληροφόρηση, ισχυρισμούς και αντεγκλήσεις που είναι εξαιρετικά δύσκολο να επαληθευτούν από ανεξάρτητες πηγές. Για παράδειγμα, το ρεπορτάζ του CNN για τη λεγόμενη "σφαγή για το αλεύρι” -όπου κατά τη διάρκεια παράδοσης ανθρωπιστικής βοήθειας σκοτώθηκαν 100 άνθρωποι και τραυματίστηκαν άλλοι 700, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας της Γάζας- ήγειρε αμφιβολίες για την εκδοχή των γεγονότων που παρουσίασε το Ισραήλ. Χρειάστηκε όμως ένας μήνας και πλέον προκειμένου να συγκεντρωθούν τα στοιχεία, από μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων και την παρακολούθηση δεκάδων βίντεο.
Η πρόσβαση στα μέσα ενημέρωσης θα επέτρεπε στους ανταποκριτές να επαληθεύσουν ταχύτερα τους ισχυρισμούς του Ισραήλ ότι η Χαμάς παρακρατά ή απαγορεύει την πρόσβαση στην επισιτιστική βοήθεια ή ότι χρησιμοποιεί τα νοσοκομεία ως "ασπίδες” για τους μαχητές της. Θα μπορούσε επίσης να βοηθήσει ώστε ο κόσμος να κατανοήσει καλύτερα τη φύση του συστήματος σηράγγων της Χαμάς, το οποίο σύμφωνα με το Ισραήλ εκτείνεται κάτω από μη στρατιωτικές υποδομλες, αλλά και το επίπεδο υποστήριξης προς την ηγεσία της.
Η ελεύθερη πρόσβαση θα βοηθούσε επίσης να κατανοήσουμε καλύτερα εάν το Ισραήλ βάλει εσκεμμένα εναντίον παιδιών, κάτι που το Τελ Αβίβ αρνείται, αλλά και την έκταση του λιμού που πλήττει τη βόρεια Γάζα, σύμφωνα με τις ανθρωπιστικές οργανώσεις. Θα έριχνε, επίσης, φως στις δολοφονίες τουλάχιστον 95 δημοσιογράφων και εργαζομένων σε μέσα ενημέρωσης που η οργάνωσή μου, η Επιτροπή Προστασίας Δημοσιογράφων, έχει τεκμηριώσει από την αρχή του πολέμου - στην πιο επικίνδυνη σύρραξη για δημοσιογράφους και εργαζόμενους μέσων ενημέρωση από το 1992, οπότε και αρχίσαμε να κρατάμε αρχείο.
Το Ισραήλ αυτοχαρακτηρίζεται Δημοκρατία και προπύργιο της ελευθερίας του Τύπου στην περιοχή. Αλλά οι πράξεις του λένε το αντίθετο. Το υψηλό ποσοστό θανάτων και συλλήψεων δημοσιογράφων, και στη Δυτική Όχθη· ο νόμος που επιτρέπει στην κυβέρνηση να κλείνει ξένα μέσα εενημέρωσης που θεωρούνται κίνδυνοι για την ασφάλεια, με τον οποίο ο πρωθυπουργός Νετανιάχου έχει απειλήσει ρητά το Al Jazeera· και η άρνησή του να επιτρέψει σε ξένους ανταποκριτές την ελεύθερη πρόσβαση στη Γάζα, όλα καταδεικνύουν μια ηγεσία που περιορίζει σκόπιμα την ελευθερία του Τύπου. Ίδιον μιας δικτατορίας, όχι μιας δημοκρατίας.
Οι σύμμαχοι του Ισραήλ, επίσης καυχιόνται για την έμφαση που δίνουν στην ελευθέρια του Τύπου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βρετανία και άλλοι σύμμαχοι του Ισραήλ, όπως η Γερμανία, διακηρύσσουν την ανάγκη πλουραλισμού και ανεξαρτησίας των μέσων ενημέρωσης. Οι κυβερνήσεις τους υποστηρίζουν απόλυτα ειδησεογραφικά μέσα που μεταδίδουν ειδήσεις σε και από χώρες όπου υπάρχει λογοκρισία και έλεγχος της πληροφορίας, όπως το Radio Free Europe/Radio Liberty, το οποίο χρηματοδοτείται από το Κογκρέσο των ΗΠΑ. Μια κυβέρνηση που προασπίζεται ρητά και επίσημα την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων της, θα πρέπει το ίδιο ξεκάθαρα να προτρέψει το Ισραήλ και την Αίγυπτο να παράσχουν στους ανταποκριτές των διεθνών πρόσβαση στη Γάζα.
Η άρνηση της πρόσβασης σε δημοσιογράφους είναι συνήθης τακτική: Η Ρωσία περιόρισε σε μεγάλο βαθμό την είσοδο ξένων ανταποκριτών στην Τσετσενία κατά τη διάρκεια του πολέμου της εκεί, ενώ η Συρία απαγόρευσε επίσης σε μεγάλο βαθμό την είσοδο σε ξένους δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια του εμφυλίου της. Αλλά όπως μου είπε ένας έμπειρος πολεμικός ανταποκριτής, "πάντα βρίσκαμε τον τρόπο να εισέλθουμε κρυφά”. Ούτε αυτό όμως είναι εφικτό στον συγκεκριμένο πόλεμο, καθώς η Αίγυπτος και το Ισραήλ απαγορεύσουν σχεδόν οποιαδήποτε πρόσβαση ξένων χωρίς επίβλεψη, ενώ πληθαίνουν οι ανησυχίες ότι δημοσιογράφοι και όχι μόνο μπορεί να στοχοποιηθούν παρότι διαθέτουν διαπιστεύσεις - όπως αποδεικνύει η δολοφονία των μελών της οργάνωσης World Central Kitchen αυτόν τον μήνα, παρότι βρίσκονταν σε μη εμπόλεμη ζώνη και είχαν γνωστοποιήσει τις κινήσεις τους στους αξιωματούχους του Ισραήλ.
Βεβαίως, οι κυβερνήσεις που βρίσκονται σε πόλεμο μπορούν να ισχυριστούν εύλογα ότι οι εμπόλεμες ζώνες είναι πολύ επικίνδυνες για τους δημοσιογράφους και ότι η προστασία τους είναι δύσκολη ή θέτει σε κίνδυνο τα στρατεύματά τους. Ούτε όμως η Χαμάς, όταν κυβερνούσε τη Γάζα, αποτελούσε φάρο για την ελευθερία του Τύπου, απαγορεύοντας τη λειτουργία μέσων ενημέρωσης και συλλαμβάνοντας δημοσιογράφους. Αλλά τουλάχιστον από τα μέσα του 19ου αιώνα, από τον Κριμαϊκό Πόλεμο και τον Αμερικανικό Εμφύλιο, οι στρατοί παρείχαν κάποιου είδους, αν και ελεγχόμενη, πρόσβαση σε εμπόλεμες ζώνες.
Οι δημοσιογράφοι στη Γάζα εργάζονται υπό εξοντωτικές συνθήκες που ελάχιστοι από τους εμπειρότερους πολεμικούς ανταποκριτές έχουν βιώσει: χωρίς φαγητό, χωρίς καταφύγιο, με διακοπές των τηλεπικοινωνιών και υφιστάμενοι συχνά την καταστροφή του εξοπλισμού τους.
"Από την πρώτη μέρα, ήταν αδύνατον να καλυφθεί επαρκώς ο πόλεμος”, δήλωσε πρόσφατα στην Επιτροπή Προστασία Δημοσιογράφων ο Diaa Al-Kahlout, δημοσιογράφος στη Γάζα. Οι βομβαρδισμοί και οι διακοπές των τηλεπικοινωνιών εμποδίζουν τη μετάδοση ειδήσεων, πρόσθεσε. "Μεταδίδονται μόνο έκτακτες ειδήσεις, ενώ τα πιο ενδελεχή ρεπορτάζ χάνονται ή αποσιωποιούνται καθώς οι δημοσιογράφοι στοχοποιούνται, δεν υπάρχει ασφάλεια και εκλείπουν βασικές προϋποθέσεις, όπως ηλεκτρικό ρεύμα, πρόσβαση στο διαδίκτυο, αλλά και εξοπλισμός, όπως υπολογιστές”. Ο ίδιος ο Al-Kahlout συνελήφθη από τις ισραηλινές δυνάμεις στο πλαίσιο μαζικών συλλήψεων και παρέμεινε υπό κράτηση για 33 ημέρες, κατά τη διάρκεια των οποίων δήλωσε ότι ανακρίθηκε για τη δουλειά του, ενώ υπέστη σωματική και ψυχολογική κακομεταχείριση.
Το Ισραήλ συχνά χαρακτηρίζει τους δημοσιογράφους τρομοκράτες και συμπαθούντες, ενθαρρύνοντας το κοινό να αμφισβητεί την αντικειμενικότητά τους. Η παρουσία ξένων δημοσιογράφων θα συνέβαλε στην κατάρριψη αυτών των ισχυρισμών. Χωρίς αυτούς, οι Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι θα συνεχίσουν να υφίστανται αποκλειστικά τους κινδύνους -και την ευθύνη- της ενημέρωσης για τον πόλεμο.
Οι κυβερνήσεις και τα στρατιωτικά καθεστώτα σε όλο τον κόσμο αρέσκονται να λένε ότι η λογοκρισία -ακόμη και εκτός πολέμου- είναι αναγκαία για την εθνική ασφάλεια. Στην πραγματικότητα, ισχύει το αντίθετο. Χωρίς ανεξάρτητους μάρτυρες, οι ακρότητες από όλες τις πλευρές μπορεί να μείνουν ατιμώρητες. Το Ισραήλ πρέπει να επιτρέψει στους δημοσιογράφους την είσοδο στη Γάζα, και οι σύμμαχοί του πρέπει να το πιέσουν. Η δικαιοσύνη και η δημοκρατία εξαρτώνται από αυτό.
*Η Jodie Ginsberg είναι CEO της Επιτοπής Προστασίας Δημοσιογράφων.