Του Σπύρου Δημητρέλη
Τα τελευταία 24ωρα το πολιτικό θερμόμετρο έχει πάει στα ύψη, όπως λέει το διαχρονικό δημοσιογραφικό κλισέ. Η πραγματικότητα είναι αυτά τα ύψη ακόμη δεν τα έχουμε δει και μάλλον βρισκόμαστε στη βάση της ανοδικής διαδρομής του θερμομέτρου. Η πολιτική ένταση θα είναι μάλλον κάτι πρωτοφανές για τα δεδομένα των ευρωεκλογών. Η αντιπολίτευση θέλει να τις μετατρέψει σε κάτι σαν δημοψήφισμα για την κυβέρνηση και η κυβέρνηση σηκώνει το γάντι και ετοιμάζεται για προεκλογική περίοδο εθνικών εκλογών.
Δεν θα υπάρχει, όμως, μόνο ένταση. Ήδη εκδηλώνεται έντονη τοξικότητα η οποία προκαλεί προβληματισμό, αμηχανία ή ακόμη και απέχθεια στους πολίτες όσον αφορά στην πολιτική και γενικά τη δημόσια σφαίρα.
Η αντιπολίτευση, με δεδομένο ότι βρίσκεται δημοσκοπικά σε τουλάχιστον απογοητευτική - για να μην πούμε τραγική - θέση σε σχέση με την κυβέρνηση, δείχνει να θεωρεί πως το ανέβασμα των τόνων στη διαπασών με εκτόξευση κατηγοριών για καθεστωτική κυβερνητική νοοτροπία και πρακτική είναι ο βασικός δρόμος για να ταράξει τα νερά του εκλογικού σώματος. Και μιλάμε για τη mainstream αντιπολίτευση, διότι άλλα αντιπολιτευτικά μορφώματα έχουν την τοξικότητα για καθημερινή πρακτική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η κα Κωνσταντοπούλου που συμπεριφέρεται στο κοινοβούλιο ωσάν τον ταραξία μαθητή που γνωρίζει ότι δεν πρόκειται να έχει ουσιαστικές συνέπειες για την "παράσταση" που δίνει σχεδόν καθημερινά. Αυτό δεν αποτελεί είδηση. Αυτό που αποτελεί είδηση είναι, όμως, ότι πολιτικές δυνάμεις όπως το ΠΑΣΟΚ και ο νέος Κασσελάκειος ΣΥΡΙΖΑ καταφεύγουν με μεγάλη ευκολία στη συνταγή του πολιτικού δηλητηρίου.
Το μεν ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη που δημοσκοπικά βρίσκεται στον κατήφορο και χάνει τη δεύτερη θέση, υιοθετεί πλήρως εκδοχές περί "μονταζιέρας" στα Τέμπη ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ, δια του προέδρου του, έφτασε να μιλάει για ανάγκη άμεσης διενέργειας εκλογών με την παρουσία διεθνών παρατηρητών, ωσάν η χώρα να βρίσκεται στην υποσαχάρια Αφρική και να έχει ανάγκη της τεχνικής βοήθειας της Παγκόσμιας Τράπεζας για να ανέβει από τον τρίτο στον δεύτερο κόσμο.
Το βασικό ερώτημα, ωστόσο, είναι πως φτάσαμε ως εδώ και βεβαίως τι πρόκειται να ακολουθήσει. Για το ότι φτάσαμε στην πολιτική τοξικότητα ενόψει ευρωεκλογών ευθύνες δεν έχει μόνο η αντιπολίτευση. Έχει και η κυβέρνηση. Και μάλιστα σημαντικές. Οι χειρισμοί του τραγικού δυστυχήματος των Τεμπών, ειδικά κατά την εξεταστική στη Βουλή ήταν πρόκληση για την κοινωνία. Οι πολίτες έχουν πειστεί πλέον, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι η εξεταστική ήταν μια παρωδία που δεν απέδωσε πραγματικές ευθύνες.
Η περίληψη στα ψηφοδέλτια των εθνικών εκλογών του πρώην υπουργού Μεταφορών Κώστα Καραμανλή αναβίωσε με εξαιρετικά φορτισμένο τρόπο στο θυμικό των πολιτών. Πολλοί, ακόμη και καλοπροαίρετοι, έχουν πειστεί ότι ήταν το μέσον για την προστασία του από ποινικές διαδικασίες. Και αυτό την ώρα που χαροκαμένες μάνες των Τεμπών γίνονταν στόχος κυβερνητικών σχολίων ότι "εργαλειοποιούνται" από την αντιπολίτευση.
Οι πολίτες, μετά και την εξεταστική για τα Τέμπη έχουν πλέον πειστεί ολοκληρωτικά ότι οι εξεταστικές ουσιαστικά είναι μια πολιτική διευθέτηση των όποιων ζητημάτων με βάση την κοινοβουλευτική ισχύ. Είναι η δηλητηριώδης αίσθηση που γίνεται βεβαιότητα ότι τα πολιτικά πρόσωπα δεν κρίνονται όπως όλοι οι υπόλοιποι πολίτες αλλά προστατεύονται ότι και αν κάνουν ή παραλείπουν να κάνουν. Ακόμη και αν αυτή η πράξη ή παράλειψη μπορεί να οδηγήσει σε τραγικά αποτελέσματα. Αυτή η αίσθηση ατιμωρησίας οδήγησε στη συνέχεια στη βεβαιότητα πολλών για πρόθεση συγκάλυψης πραγματικών ευθυνών.
Η δεύτερη πηγή δυσφορίας είναι η πεποίθηση των πολιτών, που δεν απέχει από την πραγματικότητα, ότι τους 12 μήνες που πέρασαν από την τραγωδία των Τεμπών δεν έχει γίνει κάτι ουσιαστικό για την ασφάλεια του σιδηροδρόμου. Κοινώς κανείς δεν νοιάζεται για την ασφάλειά του. Μόνο μεγάλα λόγια και επιτηδευμένοι επικοινωνιακοί χειρισμοί. Ακόμη και μετά από αυτό το τραγικό δυστύχημα.
Κακή, κάκιστη και καταδικαστέα η δυσοσμία της τοξικότητας που εκλύει η αντιπολίτευση. Λίγοι θα διαφωνήσουν. Μόνο που η αντιπολίτευση βρήκε και πάτησε σε υπαρκτά ζητήματα και κυβερνητικούς χειρισμούς που θύμωσαν την κοινωνία. Θύμωσαν γονείς που τα παιδιά τους ταξιδεύουν χωρίς το αίσθημα της ασφάλειας να είναι εξασφαλισμένο.