Του Νικήτα Σίμου
Ο Τραμπ δίνοντας τον τόνο των προθέσεών του, έχει δηλώσει, μεταξύ άλλων, ότι θα διαπραγματευθεί με τον Πούτιν να τελειώσει τον πόλεμο στην Ουκρανία σε "24 ώρες", θα ζητήσει από την Ευρώπη να πληρώσει στις ΗΠΑ τις δαπάνες τους για βοήθεια στην Ουκρανία, θα επιβάλει φόρο 10% σε όλες τις εισαγωγές. Η Ευρώπη καλείται να αναλογισθεί ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να διασφαλίζουν την ευρωπαϊκή ασφάλεια για πάντα, και ότι θα αντιμετωπίζει τις ΗΠΑ σε όρους προστατευτικού ανταγωνισμού.
Απρόβλεπτη αυταρχική αμερικανική ηγεσία
Ο Τραμπ έχει ήδη δείξει την ανοχή του, αν όχι την προτίμησή του για αυταρχικούς αρχηγούς κρατών όπως οι, Πούτιν, Σι, Ερντογάν, παρά για τους δημοκρατικά εκλεγμένους Ευρωπαίους ηγέτες, γεγονός το οποίο προδιαθέτει για τον τύπο ηγεσίας τον οποίο προτιμά και είναι μάλλον διατεθειμένος να ασκήσει. Eίναι ενδεχόμενο να παρακάμψει σε μεγάλο βαθμό το υφιστάμενο προσωπικό των διαφόρων υπηρεσιών και αντ’ αυτού να τοποθετήσει σε καίριες θέσεις δικούς του έμπιστους λειτουργούς.
Επί δικής του θητείας σηματοδοτήθηκε η αμερικανική αντίδραση προς την Ευρώπη, αν και μέχρι τότε είχαν υπάρξει σημαντικές διαφωνίες (Ιράκ), καθώς εγκατέλειψε τα σχέδια για μια εμπορική συμφωνία με την ΕΕ. Ενδεικτικά, τo 2018 επέβαλε δασμούς 25% για τις εισαγωγές χάλυβα και 10% για τις εισαγωγές αλουμινίου από τις χώρες της ΕΕ (ομοίως για Καναδά και Μεξικό). Επιπλέον απέσυρε τις ΗΠΑ από τη συμφωνία για τα πυρηνικά με το Ιράν, για την οποία είχαν συνεργασθεί (2015) η κυβέρνηση Ομπάμα, με την ΕΕ και τις κυβερνήσεις Γαλλίας, Γερμανίας, Η.Β., ενώ προχώρησε στις Συμφωνίες του Αβραάμ (2020) και απέσυρε αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία, χωρίς να διαβουλευθεί με τους Ευρωπαίους. Ο Τραμπ ήταν αντίθετος ή αδιάφορος σε πολιτικές επιλογές οι οποίες αντικατοπτρίζουν τις ευρωπαϊκές αξίες, όπως η συνεργασία για την κλιματική αλλαγή, με την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία του Παρισιού, ενώ δεν συνεργάστηκε με διεθνείς οργανισμούς ( ΟΗΕ) για τη μετανάστευση και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Εντύπωση προκάλεσε η ολοκληρωτική επίθεσή του κατά των πολιτικών αντιπάλων του το 2020, όταν άσκησε πιέσεις στην ουκρανική κυβέρνηση για αποκαλύψεις, οι οποίες θα έβλαπταν την υποψηφιότητα Μπάϊντεν. Ακόμη δεν δίστασε να διαψεύσει τις πληροφορίες των αμερικανικών υπηρεσιών, ότι υπήρχε ρωσική ανάμειξη στις αμερικανικές εκλογές.
Ο Τραμπ υποστηρίζει τους αυταρχικούς και αυτό γεννά τον φόβο, ότι Ευρωπαίοι εθνικιστές ηγέτες και ευρωσκεπτικιστές, π.χ. Όρμπαν, θα μπορούσαν να βρουν έναν σύμμαχο στο πρόσωπό του, με καταλυτικές επιπτώσεις για την ευρωπαϊκή ενότητα.
Προστατευτισμός
Είναι πολύ πιθανό ο Τραμπ, κατά μια δεύτερη θητεία, να κινηθεί ανταγωνιστικά προς την Ευρώπη, με φορολόγηση των εισαγωγών, τουλάχιστον με 10%, όπως για όλες τις εξαγωγικές προς τις ΗΠΑ χώρες. Παράλληλα, στον τομέα της άμυνας θα διέκοπτε ενδεχομένως κάθε βοήθεια προς την Ουκρανία, επιβαρύνοντας με τα αντίστοιχα οικονομικά βάρη την ΕΕ.
Προς την κατεύθυνση της οικονομικής πίεσης προς την ΕΕ, σημαντική, αν και έμμεσα, θα ήταν η ανταγωνιστική σχέση ΗΠΑ και Κίνας. Χαρακτηριστικά, επί θητείας Τραμπ, οι δασμοί των εισαγωγών από την Κίνα αυξήθηκαν κατά μέσο όρο από 3% σε 20%.
Ένα έντονότερο προστατευτικό καθεστώς των ΗΠΑ έναντι των εισαγωγών από την Κίνα, θα ασκούσε μεγάλες πιέσεις στην παραγωγή των εξαγωγικών ευρωπαϊκών εταιρειών, οι οποίες λειτουργούν στην ασιατική χώρα. Το ίδιο θα συνέβαινε και στις κινεζικές εταιρίες οι οποίες δραστηριοποιούνται στον χώρο της ΕΕ και εξάγουν προς Αμερική. Η Κίνα τείνει να αυξάνει τις επενδύσεις της στην Ευρώπη και ειδικότερα στη στρατηγική υποδομή. Π.χ., το 2016 η Ολλανδία επέτρεψε κινεζικές επενδύσεις στο λιμάνι του Ρότερνταμ, το 2022 η Cosco πήρε ένα τμήμα του λιμανιού του Αμβούργου, ενώ είναι εγκατεστημένη στο λιμάνι του Πειραιά από το 2009. Η οποιαδήποτε απειλή κατά του κινεζικού εμπορίου θα επηρέαζε άμεσα την ευρωπαϊκή οικονομία.
Γενικότερα, ο προστατευτισμός του Τραμπ θα απειλούσε με σοβαρή ύφεση την παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα, εφόσον βέβαια θα ψήφιζε τις προτάσεις του το Κογκρέσο. Εάν δε προχωρούσε και σε κυρώσεις κατά της Ευρώπης, όπως παλαιότερα είχε απειλήσει, η νέα κατάσταση θα επηρέαζε και τις ψηφιακές δυνατότητες της ΕΕ. Π.χ., η υποστήριξη του γεωγραφικού εντοπισμού, oι επικοινωνίες μέσω δορυφόρων, oι υπολογιστικές δυνατότητες των κομπιούτερ (cloud), οι εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης κ.ά., εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις ΗΠΑ.
Αυτοδύναμη άμυνα
Κάτω από το βάρος της ρωσικής επιθετικότητας στην Ουκρανία και τον φόβο επέκτασής της σε όμορες περιοχές, σε συνδυασμό με τη διαφαινόμενη αρνητική αμερικανική θέση για παροχή βοήθειας, ειδική βαρύτητα αποκτά για την ΕΕ και η επέκταση της δυνατότητάς της προς αυτοδύναμη επαρκή παραγωγή οπλισμού και άμυνα.
Το 2022, τα κράτη μέλη της ΕΕ που ανήκουν στο ΝΑΤΟ, δαπάνησαν για την άμυνα περίπου $350 δισ., ενώ εκτιμάται ότι το αντίστοιχο ποσό για το 2024 θα φθάσει τα $450 δισ. Βραχυχρόνια, η ευρωπαϊκή πολεμική βιομηχανία θα πρέπει να καλύψει πέραν των αναγκών των κρατών μελών, και τις αμυντικές ανάγκες του Κιέβου, γεγονός για το οποίο απαιτούνται σύντομες αποφάσεις. Στον επόμενο μεσοχρόνιο ορίζοντα των 5 ετών, η αύξηση της δυνατότητας παραγωγής και τα αποθέματα εξοπλισμού θα πρέπει να έχουν φθάσει εκείνο το επίπεδο, το οποίο θα διασφάλιζε μια αποτελεσματική συνολική ευρωπαϊκή άμυνα απέναντι σε μια ενδεχόμενη νέα ρωσική επίθεση. Η δυνατότητα αυτή θα λειτουργούσε και αποτρεπτικά. Δεν αποκλείεται βέβαια η Ρωσία να αισθανθεί έτοιμη για νέα επίθεση σε βραχύτερο των 5 ετών διάστημα, ειδικά αν διαπιστώσει κάποια εφεκτικότητα στην αμερικανική κυβέρνηση. Ειδικά, αν ο Τραμπ δώσει δείγματα πολιτικής για εγκατάλειψη της Ουκρανίας, είναι πιθανοφανές ο Πούτιν να θελήσει να δοκιμάσει την αξιοπιστία των νέων αμερικανικών θέσεων και τη συνοχή της Συμμαχίας. Πολύ πρόσφατα το Κοινοβούλιο της Υπερδνειστερίας ζήτησε η χώρα τους να ενωθεί με τη Ρωσική Ομοσπονδία, τοποθέτηση η οποία θα μπορούσε ελκύσει μια παρέμβαση του Κρεμλίνου.
Μερικοί από τους μεγαλύτερους παραγωγούς όπλων παγκόσμια είναι Ευρωπαίοι και η ενίσχυση των δυνατοτήτων τους φαίνεται ότι είναι καταρχήν μέσα στο πλαίσιο των οικονομικών και τεχνικών απαιτήσεων του εγχειρήματος.
Θα απαιτηθεί σχεδιασμός και πολιτική βούληση, για να καμφθούν αδυναμίες που προέρχονται από τοπικιστικές προτεραιότητες και λαϊκιστές ηγέτες, όπως και διαβεβαιώσεις, σε κεντρικό επίπεδο, προς τις παραγωγούς εταιρίες για μια σταθερότητα των παραγγελιών και της χρηματοδότησης.
Ο αμυντικός φορέας θα μπορούσε να είναι ένα Εύρω-ΝΑΤΟ, βασισμένο στις δομές της σημερινής Συμμαχίας, αν οι ΗΠΑ επέλεγαν έναν λιγότερο εμφανή ρόλο. Θα υπήρχε βέβαια κάποιο θέμα ως προς την ηγεσία του φορέα και της πειθούς προς τους Ευρωπαίους πολίτες από τους πολιτικούς ηγέτες της ΕΕ, ότι θα αντιμετώπιζαν το ενδεχόμενο μιας στρατιωτικής θητείας και επιστρατεύσεων. Δεν είναι ακόμη βέβαιο, ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες αντιλαμβάνονται το ενδεχόμενο μιας σύρραξης με την Ρωσία, και επιπλέον χωρίς την αμερικανική κάλυψη.
Θα παρέμενε ακόμη το θέμα της πυρηνικής αποτρεπτικής ικανότητας, για το οποίο απέναντι στη ρωσική ισχύ (4.500 πυρηνικές κεφαλές) δεν επαρκούν οι περίπου 500 πυρηνικές κεφαλές της Γαλλίας και οι λίγο περισσότερες του Η.Β.. Στο σημείο αυτό ο ρόλος των ΗΠΑ θα ήταν κρίσιμος, και είναι ο λόγος για τον οποίο δύσκολα μπορεί να γίνει αντιληπτή μια σοβαρή διάσταση των γεωπολιτικών στόχων των ΗΠΑ και της ΕΕ.
Ίσως ο μεγαλύτερος κίνδυνος στον οποίο θα εκτίθετο η ΕΕ με την εκλογή Τραμπ, θα αφορούσε βασικές αξίες της, όπως την πολυφωνία, το ενδιαφέρον για το περιβάλλον, την ισχύ του νόμου και τελικά τη δημοκρατία την ίδια. Κατά μια εκδοχή, το φαινόμενο Τραμπ θα μπορούσε να γίνει πληρέστερα αντιληπτό ως στοιχείο μιας γενικότερης μεταβατικής κατάστασης, η οποία αρχίζει να χαρακτηρίζει τις ΗΠΑ.
Δεν είναι τυχαίο, ότι η διοίκηση Μπάιντεν διατήρησε σε μεγάλη έκταση την φορολογία των εισαγωγών την οποία εισήγαγε ο Τραμπ. "Ο προστατευτισμός του Μπάιντεν είναι Τραμπισμός με ανθρώπινο πρόσωπο" (P. Lemieux, CATO Institute).
Κατά μια άποψη (P. Kennedy) η γεωγραφική έκταση, ο πληθυσμός και οι φυσικοί πόροι των ΗΠΑ υπαινίσσονται ότι η χώρα θα έπρεπε να κατέχει ίσως 16-20% του παγκόσμιου πλούτου και ισχύος. Εξ αιτίας όμως ευνοϊκών ιστορικών, τεχνικών και τεχνολογικών περιστάσεων η αναλογία αυτή είναι περισσότερο από 40%. Είναι ενδεχόμενο παρά την τεράστια στρατιωτική ικανότητα της χώρας και τη "διεθνοποίηση" του αμερικανικού καπιταλισμού και κουλτούρας να αρχίζει μια διαδικασία προσαρμογής προς ένα πολύ-πολικό σύστημα παγκόσμιας κυριαρχίας, όπου ο ρόλος των ΗΠΑ θα βαίνει μειούμενoς κατά το προηγούμενο της βρετανικής αυτοκρατορίας. Αν η άποψη αυτή έχει βάση, η πίεση για την Ευρώπη προς μια κατεύθυνση αυτοδυναμίας γίνεται εντονότερη και αποκτά υπαρξιακό χαρακτήρα.
* Ο Νικήτας Σίμος είναι Οικονομολόγος, Γεωπολιτικός Αναλυτής