Του Σπύρου Δημητρέλη
Ο κατευνασμός έχει μια ιδιαίτερη οσμή. Δυσοσμία τής είχε αποδώσει μια μεγάλη ηγέτιδα που πλέον μνημονεύεται θετικά ακόμη και από τους πολιτικούς της αντιπάλους. Έχει πάντα και ένα κοινό χαρακτηριστικό. Καταλήγει στην αποθράσυνση αυτών που αυθαιρετούν σε βάρος της κοινωνίας και της μεγάλης σιωπηλής πλειοψηφίας. Δυστυχώς η ελληνική πολιτική ελίτ, με ελάχιστες ιστορικές εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα, επιλέγει την οδό του κατευνασμού των ηχηρών, προκλητικών μειοψηφιών, όταν καλείται να υπερασπιστεί το δημόσιο συμφέρον και τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Τη διαιώνιση πολύ μεγάλων εστιών σπατάλης του χρήματος των φορολογούμενων με τις ΔΕΚΟ επειδή οι εκάστοτε κυβερνώντες δεν θέλουν να γίνουν χρήσιμοι αλλά να είναι αρεστοί; Τον Δεκέμβρη του 2008; Την κατάντια των σχολείων επειδή κανείς δεν τολμά να επιβάλλει πραγματική αξιολόγηση; Τα κλειστά επαγγέλματα που χρεοκόπησε η χώρα και έφτασε να παραδοθεί η εξουσία στους δανειστές για να ανοίξουν; Τί πιο ντροπιαστικό για την πολιτική ελίτ της χώρας από το να δαιμονοποιεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τους Ευρωπαίους εταίρους για τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονταν για να βγάλουν τη χώρα από το τέλμα. Η έντιμη και πιο αποτελεσματική οδός θα ήταν η ανάληψη των πρωτοβουλιών από την ίδια με την "ιδιοκτησία των προγραμμάτων-μνημονίων".
Δυστυχώς, ο κατευνασμός είναι η Σειρήνα με τη αγγελική μελωδία που μαγεύει την εξουσία. Στην παρούσα φάση ο μέσος Έλληνας μάλλον δεν θα είναι και πολύ χαρούμενος με τον τρόπο που αντιμετωπίζονται σημαντικά ζητήματα, όπως είναι οι καταλήψεις στα πανεπιστήμια και η οπαδική βία. Οι μαρτυρίες των φοιτητών για όσα συμβαίνουν στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα, αντί να συγκλονίζουν, έχουν γίνει πλέον ρουτίνα. Μια χούφτα ακραίων και φασιστοειδών καταλαμβάνουν τις σχολές και τραμπουκίζουν τη μεγάλη και πολλές φορές σιωπηλή και αναγκαστικά απούσα πλειοψηφία των φοιτητών που θέλουν να συνεχιστεί κανονικά η λειτουργία των σχολών τους για να πάνε πιο γρήγορα στη σταδιοδρομία και την προκοπή. Ακόμη θυμόμαστε την εικόνες του πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου που διαπομπεύθηκε από τραμπούκους μέσα στο ίδιο του το γραφείο. Με τη σύσταση και διάλυση της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας η πολιτεία διασύρθηκε επειδή δεν θέλει να αναμετρηθεί με μερικές εκατοντάδες παράνομους και ακραίους. Πάντα είχα την απορία πώς μερικές δεκάδες φασίστες πυρπολούν, τρομοκρατούν και βιαιοπραγούν, κατά συρροή και κατ΄ εξακολούθηση, χωρίς να εντοπίζονται, να συλλαμβάνονται και να φυλακίζονται ως μέτρο προστασίας του κοινωνικού σώματος. Δυστυχώς στα πανεπιστήμιά μας δεν έχει αλλάξει κάτι ουσιαστικό τα τελευταία χρόνια. Και επειδή το δημόσιο δωρεάν πανεπιστήμιο ήταν και θα είναι πάντα το καταφύγιο και ο μοχλός ανέλιξης των παιδιών από μη προνομιούχες οικογένειες, καλό θα ήταν να μην αφήνεται στην τύχη του.
Το άλλο που απογοητεύει είναι ο τρόπος χειρισμού των φαινομένων της οπαδικής βίας. Το υπουργείο Αθλητισμού επέλεξε να στερήσει για δυο μήνες από το 99% των μετριοπαθών φιλάθλων που δεν πετούν πέτρες, μολότοφ και φωτοβολίδες τη χαρά και την έξοδο του γηπέδου επειδή μια πολύ μικρή μειοψηφία και άλλα συμφέροντα θέλουν να επιβάλλουν τον νόμο της ζούγκλας. Τώρα μάθαμε από τον αρμόδιο υφυπουργό ότι μέσα στο δίμηνο που έκλεισαν τα γήπεδα δεν έχει γίνει ουσιαστικά τίποτα για την αναβάθμιση της ασφάλειας. Τα νέα κυκλώματα με τις κάμερες θα είναι λειτουργικά μόνο σε έξι-επτά γήπεδα από τον Απρίλιο και το ίδιο θα γίνει με το προσωποποιημένο εισιτήριο. Θα έρθει νομοσχέδιο… Ακούγαμε για μεγάλες δικογραφίες τύπου Χρυσής Αυγής και για μεγάλες και μαζικές συλλήψεις που έρχονται. Πού είναι όλα αυτά; Ελπίζω απλά να είναι σε μια καθυστέρηση και να διαψευστούν πολλοί για τις υποψίες ότι έχουν μπει στο συρτάρι. Η πολιτεία οφείλει να τιμήσει με τη στάση της απέναντι στους αυθαιρετούντες τον αστυνομικό που έδωσε τη ζωή του στο Ρέντη υπερασπίζοντας την τιμή της και τους πολίτες. Εκείνος στάθηκε απέναντι στο τέρας της βίας και της αυθαιρεσίας. Δεν επέλεξε τον κατευνασμό και τη φυγή.