Συνεχης ενημερωση

    Δευτέρα, 15-Δεκ-2025 00:05

    Φρικτό μαχαίρι;

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Χρήστου Χωμενίδη

    Τον είδα προχθές το βράδυ σε μια παρουσίαση βιβλίου. Κρατάει πιά μπαστουνάκι – τόσο άγαρμπος που ήταν μια ζωή απορώ πώς δεν βάζει διαρκώς τρικλοποδιές στον εαυτό του. Πείστηκε επίσης επιτέλους να φορέσει ακουστικά. Καταλαβαίνει έτσι τι του λένε, απαντάει, κουβεντιάζει αντί να χαμογελάει αμήχανα όπως έκανε τα τελευταία χρόνια, που ήταν σχεδόν κουφός. Η όρασή του, αντιθέτως, γερακιού. "Συνέβη κάτι σαν θαύμα" μου εξήγησε ο οφθαλμίατρός του. "Αλληλοεξουδετερώθηκαν οι παθήσεις των ματιών - βλέπει ξανά όπως στα τριάντα του. Λάθος, στα τριάντα είχε υψηλή μυωπία, θα έχεις δει ασπρόμαυρες φωτογραφίες του με πατομπούκαλα. Η οδοντοστοίχια του δε τότε σε μαύρο χάλι, ένεκα οι στερήσεις της Κατοχής. Κοίτα σήμερα πώς αστράφτει η μασέλα του! Όπου να’ναι θα του φυτρώσουν παιδικά δόντια, νεογιλοί, έτσι δεν γίνεται -λένε- άμα πατήσεις τα εκατό;" "Μα πόσο είναι ακριβώς;" "Ενενηνταεννέα, φίλε μου! Ήδη σχεδιάζει πώς θα γιορτάσει τον αιώνα του! Τον "πρώτο μου αιώνα” διευκρινίζει, με έμφαση στο "πρώτο”…"

    Πώς φτάνει κανείς σε τέτοια ηλικία; Οι συνταγές που δίνουν κάτι Μαθουσάλες είναι ήκιστα πειστικές, καθότι αντιφάσκουν μεταξύ τους. Ο ένας ισχυρίζεται ότι δεν έβαλε ποτέ στο στόμα του αλκοόλ, ο άλλος πως το τσούζει καθημερινώς. Η μία το αποδίδει στην ερωτική της εγκράτεια –"έζησα μακριά από πάθη" δηλώνει-, η άλλη έχει θάψει τρεις συζύγους. Το μυστικό μάλλον βρίσκεται στα γονίδια. Κάποιων το βιολογικό ρολόι τρέχει και ξεκουρδίζεται από τα πενήντα. Κάποιων χτυπάει αργά-αργά και σίγουρα, ούτε από καταχρήσεις χαμπαριάζει ούτε από αρρώστιες. Βρέθηκα κάποτε, τυχαία, στο μνήμα του Ξενοφώντος Ζολώτα, ο οποίος πάτησε τα εκατό. Και οι γονείς του, διαπίστωσα, αντίστοιχες επιδόσεις είχαν.

    "Το σπουδαίο είναι ότι τα έχει τετρακόσια!" καμάρωσε ο οφθαλμίατρος. "Δες τον πώς χαριεντίζεται!" Είχε σκύψει από πάνω του μία λατερνοειδής κυρία, σε ηλικία εγγονής του, "ωραιοτάτη μου" την έλεγε, "δέσποινα μου", τη φλέρταρε αλά παλαιά, με τη χαλαρότητα εκείνου που έχει απαλλαγεί από την τυραννία της λίμπιντο κι από τον τρόμο της απόρριψης. Στο τέλος η δέσποινα τον υποβάσταξε, να σηκωθεί στα πόδια του, να τραβήξουν μαζί σέλφι.

    Όλοι σχεδόν στην αίθουσα το ένοιωθαν χρέος να του υποβάλουν τα σέβη τους. Ορισμένοι τον προσφωνούσαν με τον υπηρεσιακό του τίτλο – "κύριε πρέσβη". Άλλοι θυμούνταν ότι είχε συμμετάσχει για ένα σύντομο φεγγάρι σε μια κυβέρνηση και τον αποκαλούσαν "υπουργέ μου". Ό,τι μετράει για τον ίδιο πάνω από όλα είναι το συγγραφικό του έργο. Ισχνό και σε ποιότητα και σε ποσότητα, πέντε βιβλία έχει βγάλει μέσα σε εξήντα χρόνια, ανάθεμα κι αν βρίσκεις στα άπαντά του τρεις πρωτότυπες φράσεις. Ήταν πάντως πολύ της μόδας κάποτε, ένεκα η αντιστασιακή του δράση, την οποία εξαργύρωσε με εντυπωσιακό τόκο. Κερδίζοντας βραβεία εξωραϊστικών συλλόγων βασικά, είχε πάρει φόρα. Είχε πιέσει ασφυκτικά -ισχυρίζονται οι φαρμακόγλωσσες- τον ίδιο τον Ελύτη να τον προτείνει για νόμπελ, "μην είσαι μοναχοφάης, Σωσώ" του’λεγε…

    Τα έχει όντως τετρακόσια; Η σύντομη στιχομυθία μας το διαψεύδει. Από τη δεύτερη κουβέντα του είναι σαφές πως με μπερδεύει με άλλον. Με έναν ηθοποιό, έναν γόη, στον οποίον πολύ θα ήθελα -το ομολογώ- να μοιάζω. Κάνω να τον διορθώσω, να του ξανασυστηθώ μα συνειδητοποιώ πως ουδείς λόγος συντρέχει. Τι διαφορά του κάνει να μιλάει μαζί μου, τι με τον πρωταγωνιστή; 

    Πίσω από μένα περιμένει ένας δημοσιογράφος. Θα του προτείνει μια ακόμα εμφάνιση σε κρατικό κανάλι. Πού τον χάνεις, πού τον βρίσκεις τελευταία, σε ένα τηλεοπτικό στούντιο βρίσκεται και θυμάται τα παλιά. Έχει αποκτήσει την αίγλη του τελευταίου επιζώντος. Και την απολαμβάνει τρομερά. Όταν όλη η γενιά σου και οι πιο πολλοί από την επόμενη έχουν απέλθει, μπορείς εσύ να ξεφουρνίζεις ό,τι σού κατέβει, ποιος αυτόπτης μάρτυρας θα σε διαψεύσει; Να αναβαθμίζεις έντεχνα τη σημασία σου. Να σφάζεις με το μπαμπάκι τους αντίζηλους σου, που -και ας είχαν ασύγκριτα πιο μεγάλο ταλέντο- ο Χάρος τους θυμήθηκε νωρίτερα. Η Ιστορία δεν γράφεται από τους νικητές. Μα από τους επιζώντες.

    Αναρωτιέμαι πού το βρίσκει το κουράγιο. Να σέρνεται κάθε μέρα από εδώ κι από εκεί και να ακκίζεται. Να συντηρεί τον κοινωνικό του κύκλο απαντώντας σε τηλεφωνήματα, να στέλνει κάρτες με εκείνα βυζαντινοπρεπή σαν του Ρίτσου, τρεμάμενα πλέον γραμματάκια του… Έχει τουλάχιστον κάποια βοήθεια; Ή μόνος του σηκώνεται απ’την πολυθρόνα και πάει τσούκου-τσούκου να πλυθεί, να ντυθεί, να δέσει μία από τις σοβιετικού τύπου γραβάτες του με τις διαγώνιες ρίγες; Τα βράδια πάλι, που τον επιστρέφουν σπίτι, ανάβει άραγε την τηλεόραση για να νανουριστεί; Ή βουλιάζει στις αναμνήσεις του;

    Έχει δύο παιδιά. Ζουν, δεκαετίες τώρα, στο εξωτερικό. Σε απόσταση ασφαλείας. Θα ασχοληθούν με την κηδεία του όταν έρθει η ώρα; Ή θα την αναθέσουν σε όποιο κόμμα τον προσεταιριστεί και τον πενθήσει ως δικό του πεφιλημένο νεκρό;

    Έχω την ψυχική άνεση να τον οικτίρω επειδή μας χωρίζουν σαράντα χρόνια. Έτσι και ήμουν ογδοντάρης πιθανόν και να τον ζήλευα – εάν ιδίως μου έδειχνε τις ιατρικές του αναλύσεις και είχε τιμές καλύτερες από τις δικές μου. Σύγκρινέ τον εξάλλου με της συνομηλίκους του που τους έχουν παρατήσει σε ιδρύματα και τους μιλάνε μόνο οι φροντιστές – "παππού", "γιαγιά" τους λένε, με μισό στόμα. Πρώτο λαχείο έχει κερδίσει αυτός! 

    Είδα πρόσφατα μια συνέντευξη του Γούντι Άλλεν. "Όσο περνάει ο καιρός" έλεγε "τόσο πιο έντονη ανάγκη έχω να εργάζομαι. Για να μη σκέφτομαι τις αρρώστιες και τον θάνατο…" Ο Γούντι, θα μου πείτε, συνεχίζει πράγματι να σχεδιάζει ταινίες, μέχρι και μυθιστόρημα εξέδωσε προ μηνών. Ο δικός μας τι κάνει; Περιφέρεται. Μια δουλειά είναι κι αυτή. 

    "Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι…" έγραψε ο Καβάφης. Πότε; Το 1921. Στα πενηνταοχτώ του. Όταν δεν τα είχε νιώσει στο πετσί του, τα ατένιζε κάπου στο βάθος του ορίζοντα τα γηρατειά.

    * Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ