Συνεχης ενημερωση

    Δευτέρα, 23-Οκτ-2023 00:05

    Τι είναι είδηση;

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Χρήστου Χωμενίδη

    Ό,τι έχει επίπτωση σε μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Ό,τι επηρεάζει ή μπορεί να επηρεάσει τη ζωή τους, δυνητικά και τη ζωή των παιδιών τους. Τα μέτρα που λαμβάνει μια κυβέρνηση, ο έλεγχος που της ασκεί η αντιπολίτευση, η πορεία της αγοράς και της οικονομίας, οι πρωτοβουλίες των ισχυρών γεωπολιτικά παικτών, οι αναφλέξεις, οι συγκρούσεις, οι εξεγέρσεις. Οι επιστημονικές πρόοδοι, ο πόλεμος της ιατρικής με τις αρρώστιες, ο καλπασμός της τεχνολογίας. Είδηση επίσης γίνεται ένα έργο τέχνης -ένα βιβλίο, μια ταινία- εφόσον αλλάζει τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο. Οι "Δεσποινίδες της Αβινιόν", για παράδειγμα, του Πάμπλο Πικάσσο δυναμίτισαν, στις αρχές του 20ου αιώνα, τη μέχρι τότε ζωγραφική. Και ναι, το πώς παριστάνεται το ανθρώπινο βίωμα, με χρώματα ή με λέξεις ή με κινούμενες εικόνες, έχει τεράστια σημασία. Από την εποχή των σπηλαίων. Από τις τοιχογραφίες στα σπήλαια.

    Τι δεν είναι είδηση;

    Τα γεγονότα της ιδιωτικής μας σφαίρας. Εάν ερωτευτήκαμε, εάν παντρευτήκαμε, εάν γεννήσαμε. Εάν χωρίσαμε. Εάν αρρωστήσαμε. Δεν τα εκθέτουμε δημόσια, δεν "τα κρεμάμε" -κατά την παλιά διατύπωση- "στα μανταλάκια". 

    Για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή όποιος δεν μάς γνωρίζει προσωπικά, θα έπρεπε κανονικά να αδιαφορεί. Άλλη σκασίλα δεν έχω εγώ παρά άμα τσακώνεται ο γείτονας με τη γυναίκα του, η οποία "τού τα φοράει". (Άλλη παλιακή έκφραση, που τη βρίσκω τρισχαριτωμένη…)  Ή πώς τα πήγε στις εξετάσεις ο γιός του. Δεύτερον, διότι αφότου πάψαμε ως είδος να ζούμε σε αγέλες, σε καταυλισμούς, και απέκτησε ο καθένας το δικό του σπίτι, τη δική του στενή οικογένεια, θελήσαμε να προστατευτούμε από τα αδιάκριτα βλέμματα. Αναπτύξαμε μια καλώς εννοούμενη αιδημοσύνη. Την ανάγκη να κρατάμε σε απόσταση όχι μόνο τους κλέφτες μα και τους κουτσομπόληδες, τους ηδονοβλεψίες και τους ωτακουστές. Και στα μπαλκόνια μας ακόμα βάζουμε καλαμωτές ώστε να μην μας βλέπει ο διπλανός με το βρακί.

    Μας ερεθίζουν εντούτοις τα καμώματα των άλλων. Τρεφόμαστε από αυτά. Ένας καβγάς ξεσπάει στον δρόμο και συρρέουμε, όχι για να παρέμβουμε ειρηνευτικά αλλά για να απολαύσουμε το θέαμα και το ακρόαμα. Κάποιος σε ταραχή απειλεί να φούνταρει από την ταράτσα, πλήθος μαζεύεται στο πεζοδρόμιο, "πέσε! πέσε!" του φωνάζουν οι πιο κακοήθεις. 

    Γιατί χώνουμε τη μύτη μας σε καταστάσεις ξένες - όσο πιο ακραίες, τόσο πιο ελκυστικές; Γιατί δεν προσπερνάμε απλώς; Διασκεδάζουμε έτσι τη ρουτίνα μας; Φτύνουμε τον κόρφο μας – νοιώθουμε ανακούφιση που εμείς παραμένουμε κατά τεκμήριον υγιείς, ψυχικά και σωματικά; Σκανδαλιζόμαστε -δηλαδή ζηλεύουμε- τον ερωτικό τους οίστρο, στήνουμε αυτί στα αγκομαχητά των από πάνω εν ώρα κλινοπάλης μπας και διεγερθούμε από σπόντα; 

    Μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες, οι διευθυντές των μέσων μαζικής ενημέρωσης, οι οποίοι αντιλαμβάνονταν τον ρόλο τους και ως παιδαγωγικό, διαχώριζαν αυστηρά το δημόσιο από το ιδιωτικό. Αναδείκνυαν το πρώτο. Περνούσαν στα ψιλά το δεύτερο.

    Ξεφυλλίστε παλιές εφημερίδες. Τα πρωτοσέλιδα τους ήταν αφιερωμένα στην πολιτική και στην οικονομία, σπανίως και σε κάποιο πολιτιστικό γεγονός ιδιαίτερης βαρύτητας. Για τις "ανθρώπινες" ειδήσεις, του αστυνομικού συνήθως δελτίου, διατείθονταν κατά κανόνα μονόστηλα. "Ανήρ τριακοντούτης ηυτοκτόνησεν…" "Γόνος πλουσίας οικογενείας συνελήφθη εις "τεκέν” τοξικομανών…" Έπρεπε το γεγονός να είναι όντως συγκλονιστικό για να προβληθεί ιδιαίτερα. Ο "καημένος Αθανασόπουλος", που τον έσφαξε η γυναίκα και η πεθερά του και τον έκοψαν κομματάκια και έγινε ρεμπέτικο τραγούδι. Η Σπυριδούλα, ψυχοκόρη που τα αφεντικά της τη σιδέρωναν και ο εγχώριος κινηματογράφος αποπειράθηκε να την κάνει σταρ, εφάμιλλη του Βασιλάκη Καϊλα. Τέτοια μυθιστορηματικά, τα οποία συνέβαιναν αραιά και πού…

    "Μυθιστορηματικά" είναι η λέξη. Για την ανάγκη του κοινού να απολαύσει έρωτες και πάθη και εγκλήματα και μυστήρια, οι παλιοί διευθυντές των εφημερίδων το παρέπεμπαν στα μυθιστορήματα, τα οποία δημοσίευαν συχνά σε συνέχειες – δεν μιλάμε μόνο για φτηνά ρομάντζα αλλά και για Παπαδιαμάντη και για Καραγάτση και για Γιάννη Μαρή ασφαλώς.

    Ήρθε έπειτα το σινεμά, εξ ορισμού λαϊκότερη μορφή τέχνης. Τη δεκαετία του 1960 και η τηλεόραση, με τα σήριάλ της. Όρεξη να’χεις να βλέπεις.

    Έπρεπε να φτάσουμε στο μιλένιουμ, για να εισαχθεί στην Ελλάδα το ριάλιτι. Τι σημαίνει ριάλιτι; Η πανηγυρική νομιμοποίηση, ο θρίαμβος της ηδονοβλεψίας. Κλείνεις δέκα γυναίκες και άντρες σε ένα σπίτι και καταγράφεις με κάμερες ό,τι λένε και ό,τι κάνουν, ό,τι τρώνε και ό,τι πίνουν και το προβάλλεις την ώρα της υψηλότερης τηλεθέασης. Όχι επειδή έχει το οιοδήποτε γνήσιο ενδιαφέρον, πρωτοτυπία, χαριτωμενιά έστω. Αλλά επειδή είναι αληθινό. Ντοκιμαντέρ της ανθρώπινης κατάστασης με τον τρόπο που το National Geographic γυρίζει ντοκιμαντέρ για ζώα. Οι συμμετέχοντες γίνονται σταρ και ας μην διαθέτουν συνήθως κανένα καλλιτεχνικό ταλέντο – δεν πάει να περνιούνται για τραγουδιστές; Καταναλώνονται αδηφάγα και έπειτα πετιούνται σαν στυμμένες λεμονόκουπες για να πάρουν σειρά οι επόμενοι.

    Η τηλεόραση πέρασε και ξεπέρασε ευτυχώς τη φάση των ριάλιτι. Επέστρεψε στη μυθοπλασία. 

    Τα ριάλιτι ωστόσο -χάρη στην ψηφιακή τεχνολογία που μάς εξασφάλισε διάδραση- μόλυναν όλο το δημόσιο χώρο. Δισεκατομμύρια άνθρωποι κύλησαν προς τη ναρκισιστική επιδειξιομανία. Βρήκαν σε αυτήν το νόημα της ζωής. Διάγουν φωτογραφιζόμενοι, ανεβάζοντας σέλφι και αυτοβιογραφικά βιντεάκια. Δηλώνουν -και είναι- "ινφλουένσερς", διαμορφωτές δηλαδή τάσεων και συρμών. Κι ας έχουν μαύρα μεσάνυχτα γενικώς, ας μη σκαμπάζουν, ας αδιαφορούν παγερά για την πολιτική, την επιστήμη, την τέχνη. 

    Οι πιο ένδοξοι ινφλουένσερς είναι όσοι περιφέρουν και εμπορεύονται κάποιο προσωπικό δράμα. Μια ιστορία κακοποίησης, γενετήσιας συνήθως προσβολής. Ή έναν εθισμό, που είτε τον ξεπέρασαν ηρωικά είτε τους βασανίζει ακόμα. Μια διαφορετικότητα έστω, για την οποίαν είναι εξόχως υπερήφανοι αφού τους ξεχωρίζει από τον μέσο όρο κι ας μην αποτελεί προσωπικό τους κατόρθωμα. Ακόμα δε και αν λένε προφανή, εξωφρενικά ψέμματα και ανοησίες, κανείς δεν επιτρέπεται να γελάσει μαζί τους. Το σκώμμα, η λοιδορία απαγορεύονται αυστηρά στον καιρό της πολιτικής ορθότητας.

    Οι πολιτικοί, καθοδηγούμενοι από τους συμβούλους επικοινωνίας, δεν γινόταν να μην ενδώσουν στα καινούργια ήθη. Ίνσταγκραμ; Ίνσταγκραμ! Τικ-τοκ; Τικ-τοκ! Όπου μαζεύονται τα πλήθη, εκεί θα σπεύσουν και αυτοί για να αλιεύσουν ψήφους. Εάν η εποχή επιβραβεύει τους ζωόφιλους, θα ποζάρουν με τα πετ τους. Εάν τους θέλει γυμνασμένους, θα προβάλουν τους μύες τους. Εάν πλήττει με τις πολιτικές αναλύσεις, θα του μιλήσουν για μαγειρική, για εξτρίμ σπορ, για κατασκευές με τουβλάκια. Συμφέρει έτσι κι αλλιώς οι σοβαρές αποφάσεις να λαμβάνονται εν κρυπτώ.

    Τούτων δοθέντων, δεν είναι διόλου παράξενο που ενώ η Μέση Ανατολή απειλείται με χάος, η ελληνική κοινή γνώμη ασχολούνταν επί δυό μέρες με τον γάμο του κυρίου Κασσελάκη.

    * Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ