Συνεχης ενημερωση

    Δευτέρα, 10-Οκτ-2022 00:05

    Έχω money, έχω drugs!

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Χρήστου Χωμενίδη 

    Ο Νικόλας Σεβαστάκης πέρασε προχθές το βραδάκι από την πλατεία Κρήτης στη Θεσσαλονίκη, όπου άραζαν κάτι κορίτσια του γυμνασίου. Άκουσε τις κουβέντες τους και τόσο εντυπωσιάστηκε, ταράχτηκε, μελαγχόλησε από τη "σεξιστική ωμότητα", από την "τοξική αρρενωπότητα" που ανέδιδαν οι δεκατετράχρονες, ώστε έγραψε ένα σχετικό άρθρο στη "Lifo”. 

    Ο Νικόλας Σεβαστάκης μπορεί να κοντεύει τα εξήντα -γεννημένος γαρ το 1964-, κάθε άλλο ωστόσο παρά πουριτανό ή στενόμυαλο ή σκουριασμένο τον λες. Αποτελεί μια από τις πιο διεισδυτικές, πιο πολιτικά και κοινωνικά φιλελεύθερες φωνές στον δημόσιο χώρο μας. Εκτός από θαυμάσιος συγγραφέας, είναι και καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ. Βρίσκεται δηλαδή σε καθημερινή, στενή επαφή με τις νεότερες γενιές. Τι μπορεί να άκουσε από την κοριτσοπαρέα, το οποίο να τον σόκαρε τόσο; Συζητούσαν οι δεσποινίδες για την ανδρική ανατομία; Για απαγορευμένες ουσίες; Για έκνομες ενέργειες σε υπό κατάληψιν πανεπιστήμια ή σχολεία; 

    Αντιστάθηκα στον πειρασμό να του τηλεφωνήσω και να τον ρωτήσω.

    Ίσως διότι είχα πρόσφατη την αγανάκτηση μιάς φίλης μου, μητέρας πεντάχρονου αγοριού, η οποία πήγε το σπλάχνο της σε παιδικό πάρτυ και έφριξε με τα τραγούδια που έπαιζαν οι "ανιματέρ" – ελληνιστί διασκεδαστές. Ιδίως με ένα τραπ κομμάτι, όπου ακούγονται φράσεις όπως "φέρε ποτό, κατεβάζω όλο το μπαρ", "τα διαμάντια στο κορμί της" και καταλήγει με το ρεφρέν "γουστάρω να’σαι αλήτης κι εγώ να’μαι μαντάμ!"

    "Θα προτιμούσες δηλαδή" τη ρώτησα "να τραγουδούν ότι ζωγραφίζουν ήλιους στον τοίχο, ξεχύνονται στους δρόμους και η φωνή τους τον κόσμο αλλάζει, τα σκοτάδια σκορπάνε και η μέρα λουλουδίζει; Τέτοιο ήταν το σάουντρακ των φασιστικών και των σταλινικών νεολαιών, της μεταξικής ΕΟΝ και της σοβιετικής Κομσομόλ. Που δυστυχώς το εναγκαλίστηκαν πολλοί Έλληνες της Μεταπολίτευσης. Μαζί με διδακτικότατα βιβλία "παιδικής λογοτεχνίας”, τα οποία ευαισθητοποιούσαν -υποτίθεται- σχετικά τη μόλυνση του περιβάλλοντος, τις κοινωνικές ανισότητες και τον ιμπεριαλισμό μα στην ουσία βύθιζαν τα πιτσιρίκια στην πιο βαθιά πλήξη, τα έκαναν να μισήσουν δια βίου το διάβασμα...". "Εσύ τι διάβαζες μικρός;" μού πέταξε το γάντι. "Ιούλιο Βερν και Ισαάκ Ασίμοφ. Και βέβαια κόμιξ. Μίκυ Μάους και Λούκι Λουκ. Ο Αστερίξ κυκλοφόρησε στα ελληνικά στο 1978 – μεταφρασμένη η πρώτη ιστορία, "Η Διχόνοια” από τον Κώστα Ταχτσή...". "Εκτός από "τα παιδιά που ζωγραφίζουν τον τοίχο” και την τοξική τραπ δεν υπάρχουν άλλες επιλογές;". "Σίγουρα θα υπάρχουν. Αφήστε τα βλαστάρια σας να τις ανακαλύψουν μόνα τους."

    Από το "Μαντάμ" των Kings and Trannos ορμώμενος, ενέκυψα στην ελληνική τραπ, η οποία τόσο αναθεματίζεται εσχάτως επειδή τάχα διαφθείρει τους ανήλικους, προβάλλει φρικαλέα πρότυπα, ταπεινώνει το γυναικείο φύλο, εξιδανικεύει τη χρήση -ου μην αλλά και την εμπορία- ναρκωτικών. Άκουσα πράγματι στίχους που παρέπεμπαν στον "Σημαδεμένο" του Μπράιαν Ντε Πάλμα. Όπου ο Αλ Πατσίνο ενσαρκώνει αριστουργηματικά έναν Κουβανό ο οποίος δραπετεύει στο Μαϊάμι και από βαποράκι εξελίσσεται σε μεγαλέμπορο ναρκωτικών, διάγει μες στην πιο κακόγουστη χλιδή και τελικά σκάει από την κοκαΐνη ενώ το ανάκτορό του καταλαμβάνεται από την αστυνομία. Αυτή την ταινία, του 1983, έχουν -κι ας μην την έχουν δει- ως ευαγγέλιο οι εγχώριοι τράπερς.

    Ανησυχώ για τον κακό κατήφορο που έχει πάρει η νεολαία μας; Ουδόλως.

    Πρώτον, διότι θυμάμαι τι έλεγαν τα ρεμπέτικα που ξεσήκωναν τα μαγαζιά στις δεκαετίες του 1980 και του 1990. "...Είχα ράψει στο σακάκι δυό σακούλες με μαυράκι και στα κούφια μου τακούνια ηρωίνη ως τα μπούνια...". "Με τρέλανε ο μόρτης, ο κοκαϊνοπότης...". Και να εκστασιάζεται ο κόσμος και να ανεβαίνουν στα τραπέζια οι τσιφτετελούδες, φοιτητριούλες στην πραγματικότητα, που μάλλον γάλα έπιναν ακόμα παρά την "άσπρη σκόνη" του Καββαδία. 

    Δεύτερον και κυριότερον, επειδή γνωρίζω την απόσταση μεταξύ λόγων και έργων. Κανείς δεν κύλησε ποτέ στα ναρκωτικά, κανείς δεν γλύστρησε στον υπόκοσμο μόνο και μόνο επειδή άκουσε προπαγανδιστικά της έκνομης ζωής τραγούδια. Όσο και αν διατείνονται πολλοί ότι τα βίντεο γκέιμ σχετικοποιούν τον θάνατο, εξοικειώνουν τους εφήβους με τη βία, εάν διαβάσεις τις βιογραφίες των παιδιών που μπουκάρουν πάνοπλα σε σχολεία στην Αμερική και θερίζουν τους συμμαθητές και τους καθηγητές τους, θα διαπιστώσεις πως τα ψυχικά τους τραύματα ήταν αβυσσαλέα. Η καθημερινότητα τους προετοίμαζε το κακό. Οι εξόχως δυσλειτουργικές τους οικογένειες και η αδιαφορία του ευρύτερου περιβάλλοντος ενοχοποιούνται ασυγκρίτως περισσότερο από τα βίντεο γκέιμ.

    Ο άνθρωπος διαπαιδαγωγείται με το παράδειγμα. Όχι με ηθικοπλαστικές ρητορείες εκ δεξιών και εξ αριστερών. 

    Θες να διδάξεις στα παιδιά σου την ισότητα των φύλων; Αντιμετώπιζε τη μάνα ή τον πατέρα τους με σεβασμό και τρυφερότητα - ακόμα και αν έχετε χωρίσει. Μην τον υποτιμάς, μην τον χλευάζεις, μην τον ενοχοποιείς ευθέως ή πλαγίως. Θέλεις να σέβονται τη διαφορετικότητα; Σεβάσου την πρώτος εσύ. Χωρίς ωστόσο και να τη φετιχοποιείς. Η εξύμνηση του "αλλιώτικου" -στην οποίαν επιδίδονται οι προοδευτικοί και οι ναρκισσιστικά ευαίσθητοι- μυρίζει είτε υπεραντίδραση στη βαθιά συντηρητική ψυχοδομή τους. Είτε εργαλειοποίηση των μειονοτήτων για πολιτικές σκοπιμότητες. 

    Κατά τα άλλα, ναι, οι έφηβοι βρίζουν. Φτύνουν. Δοκιμάζουν τα όρια της κοινωνίας των μεγάλων. Διακινδυνεύουν. Στη συντριπτική τους πλειονότητα, ευτυχώς, μένουν αλώβητοι από τις αποκοτιές τους. Τη βγάζουν καθαρή. Εμείς, στις κοπάνες μας, ξεβιδώναμε ταμπέλες της τροχαίας, πινακίδες δρόμων. Φαντάζεστε να μάς τσάκωναν επ’αυτοφόρω και να μάς έσουρναν στο αστυνομικό τμήμα; Όλο και καμιά σφαλιάρα θα τρώγαμε, που ή θα μας τρόμαζε ή θα μας θύμωνε ή και τα δύο...

    Δεν εξιδανικεύω τη νεότητα. "Ανάμεσα στους σημερινούς εφήβους θα βρείτε και τον αυριανό ποιητή και τον αυριανό χαφιέ..." επισήμαινε ο Μάνος Χατζιδάκις. Πώς όμως θα ξεχωρίσεις τον έναν από τον άλλο; Σίγουρα όχι με κριτήριο ποιος βρίζει ή ποιος ακούει, στα δεκαπέντε του, τραπ.

    "Έχω money, έχω drugs!" μού πέταξε τις προάλλες ένα δωδεκάχρονο αγοράκι, συμμαθητής της κόρης μου. "Μην με βλέπεις" ήθελε να μού πει "έτσι αφράτο, ροδομάγουλο...". "Είσαι dealer!" τού απάντησα. Και κάναμε high five.

    * Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας 

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ