Συνεχης ενημερωση

    Τετάρτη, 16-Μαϊ-2007 17:46

    ATEbank: Αποτελέσματα α΄τριμήνου

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    - Εντυπωσιακή ενίσχυση καθαρών κερδών κατά 56,3% (32,3% σε επαναλαμβανόμενη βάση).
    - Αύξηση χαρτοφυλακίου δανείων μετά προβλέψεων κατά 20,4%, με αύξηση στη λιανική τραπεζική σημαντικά
    υψηλότερη της αγοράς (+30,4%).
    - Αύξηση καταθέσεων κατά 10,9%, διατηρώντας χαμηλό κόστος καταθέσεων (1,64%).
    - Διατήρηση του καθαρού περιθωρίου επιτοκίου σε πολύ ικανοποιητικά επίπεδα (3,37%).
    - Μείωση του δείκτη κόστους προς έσοδα κάτω του 60% για 1η φορά μετά τα ΔΠΧΠ (55,6%).
    - Συνεχής μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (στο 10,3% από 15,0% το Α’ Τριμ. 2006).
    - Σημαντική βελτίωση των δεικτών αποδοτικότητας (ROE:22,0% - ROA:1.35%).

    Περαιτέρω ενίσχυση της κερδοφορίας της παρουσιάζει η ATEbank κατά το 1ο τρίμηνο 2007 καθώς τα ενοποιημένα κέρδη μετά από φόρους και δικαιώματα μειοψηφίας αυξήθηκαν κατά 56,3% και ανήλθαν σε Euro74,6εκ. έναντι Euro47,7εκ. την αντίστοιχη περίοδο του 2006. Σε επαναλαμβανόμενη βάση, αν προσαρμοστούν τα αποτελέσματα της τρέχουσας περιόδου με τα κεφαλαιακά κέρδη ύψους Euro11,4εκ, που προήλθαν από την πώληση μέρους του διαθεσίμου προς πώληση μετοχών, η κερδοφορία του Ομίλου μετά από φόρους (και δικαιώματα μειοψηφίας) παρουσιάζεται αυξημένη κατά 32,3%.

    Τα καθαρά έσοδα τόκων ανήλθαν σε Euro157,9εκ. σημειώνοντας αύξηση κατά 12,7% με αξιοσημείωτη την αύξηση των τόκων χορηγήσεων κατά 21,2%. Το καθαρό περιθώριο επιτοκίου (ο λόγος καθαρών εσόδων προς μέσο τοκοφόρο ενεργητικό) στις 31 Μαρτίου 2007 ανήλθε στο πολύ ικανοποιητικό επίπεδο του 3,37% συγκρινόμενο με 3,09% στις 31 Μαρτίου 2006. Η εξέλιξη αυτή είναι συνέπεια: α) της μεταβολής της διάρθρωσης του χαρτοφυλακίου δανείων προς προϊόντα με μεγαλύτερο επιτοκιακό περιθώριο, β) της μεγαλύτερης - σε απόλυτα μεγέθη - αύξησης του χαρτοφυλακίου δανείων έναντι της αντίστοιχης των καταθέσεων και γ) της αύξησης του επιτοκιακού περιθωρίου χορηγήσεων έναντι καταθέσεων.

    Τα καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες σημείωσαν αύξηση κατά 10,4% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του προηγούμενου έτους και έφθασαν το επίπεδο των Euro20,0εκ. Τα λοιπά λειτουργικά έσοδα (εκτός τόκων και προμηθειών) εμφάνισαν μία σημαντική αύξηση σε σχέση με το 1ο τρίμηνο του 2006 κατά 63,3% στα Euro62,5εκ., θετικά επηρεασμένα από τα κέρδη της πώλησης μέρους του διαθέσιμου προς πώληση χαρτοφυλακίου (Euro11,4εκ.) και της εντυπωσιακής αύξησης των εσόδων από την διαχείριση του εμπορικού χαρτοφυλακίου (+170,7% στα Euro20,5εκ.). Τα έξοδα διαχείρισης ανήλθαν σε Euro133,6εκ. αυξημένα κατά 9,6% έναντι του 1ου τριμήνου του 2006.

    H μεταβολή αυτή οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι τα έξοδα προσωπικού της Τράπεζας του 1ου τριμήνου 2007, περιλαμβάνουν δύο διαδοχικές αυξήσεις μισθοδοσίας, καθώς τα έξοδα προσωπικού 1ου τριμήνου 2006 δεν περιελάμβαναν αυξήσεις μισθών λόγω του ότι η συμφωνία για την συλλογική σύμβαση εργασίας του έτους 2006 οριστικοποιήθηκε με μεγάλη καθυστέρηση τον Δεκέμβριο 2006. Ένα μεγάλο μέρος της ποσοστιαίας αυτής εποχικής αύξησης θα απορροφηθεί στο τέλος του έτους, ώστε το συνολικό λειτουργικό κόστος να μην υπερβεί τα προβλεπόμενα στο επιχειρηματικό σχέδιο (4-5% αύξηση).

    Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι τα έξοδα διαχείρισης του 1ου τριμήνου 2007 περιλαμβάνουν την ενοποίηση της Ρουμανικής Mindbank η οποία δεν περιλαμβανόταν στα αποτελέσματα του 1ου τριμήνου 2006.

    Παρά τα παραπάνω, ο δείκτης κόστους προς έσοδα παρουσίασε μια σημαντική μείωση στο 55,6%. Πρέπει να τονιστεί ότι είναι η πρώτη φορά μετά την εφαρμογή των ΔΠΧΠ που η ΑΤΕbank επιτυγχάνει ένα δείκτη αποτελεσματικότητας κάτω του 60%.

    Οι προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις ανήλθαν σε Euro15,0εκ. έναντι Euro15,1εκ. την αντίστοιχη περίοδο το 2006, ως αποτέλεσμα της συνεχούς βελτίωσης της ποιότητας του χαρτοφυλακίου δανείων.

    Τα υπόλοιπα του χαρτοφυλακίου δανείων προ προβλέψεων στο τέλος Μαρτίου 2007 εμφάνιζαν μια αύξηση κατά 15,1% σε σχέση με το τέλος Μαρτίου 2006, διαμορφούμενα σε Euro15,4δις. Αξίζει να σημειωθεί πως εάν ληφθούν υπ? όψιν και οι διαγραφές που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ Απριλίου 2006 και Μαρτίου 2007, ύψους 419εκ., το χαρτοφυλάκιο δανείων θα είχε αυξηθεί κατά 18,2%. Το χαρτοφυλάκιο δανείων μετά προβλέψεων ανήλθε σε Euro14,1δις, παρουσιάζοντας αύξηση 20,4% έναντι της 31 Μαρτίου 2006.

    Το χαρτοφυλάκιο προς τα νοικοκυριά συνέχισε να αυξάνεται με ρυθμούς υψηλότερους της αγοράς, 30,4% στο τέλος Μαρτίου 2007 σε σχέση με το τέλος Μαρτίου 2006, φτάνοντας το ύψος των Euro5,1δις. Οι μέσες μηνιαίες εκταμιεύσεις στεγαστικών προϊόντων κατά το 1ο τρίμηνο 2007 αυξήθηκαν με σημαντικούς ρυθμούς, στα επίπεδα των Euro120εκ., υψηλότερα του μέσου μηνιαίου στόχου εκταμιεύσεων για το 2007, που είναι στα επίπεδα των Euro105εκ.

    Παρομοίως, στα καταναλωτικά δάνεια παρατηρείται μια αισθητή άνοδος με συνέπεια οι μέσες μηνιαίες εκταμιεύσεις να παρουσιάζουν αύξηση κατά 62% σε σχέση με το 1ο τρίμηνο του 2006. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, το χαρτοφυλάκιο των στεγαστικών δανείων ανέρχεται πλέον σε Euro4,2δις, αυξημένο κατά 32,4% σε σχέση με 31 Μαρτίου 2006, ενώ το χαρτοφυλάκιο της καταναλωτικής πίστης ανέρχεται σε Euro559εκ., ενισχυμένο κατά 36,9%.

    Η συνεχής αύξηση του ποσοστού συμμετοχής του τομέα των νοικοκυριών ως ποσοστό επί του συνολικού χαρτοφυλακίου δανείων (33% το 1ο τρίμηνο 2007 σε σχέση με 29% το 1ο τρίμηνο 2006) αποδεικνύει την αποφασιστικότητα και την ικανότητα της ATEbank να διευρύνει τις δραστηριότητες της στην λιανική τραπεζική. Στόχος είναι να συνεχίσει στους ίδιους ρυθμούς έτσι ώστε να κερδίσει περαιτέρω μερίδια αγοράς σε τομείς που μπορούν να αποδώσουν αναλογικά περισσότερο μέσω εσόδων τόκων και μέσω προμηθειών από τραπεζικές εργασίες και σταυροειδείς πωλήσεις. Οι προσπάθειες για διείσδυση στον τομέα των ΜΜΕ , παρότι δεν αποτυπώνονται ξεκάθαρα στα υπόλοιπα του συγκεκριμένου χαρτοφυλακίου, λόγω των σημαντικών διαγραφών σε παλαιά δάνεια αυτής της κατηγορίας, εμφανίζουν θετικά σημάδια και η διοίκηση είναι αποφασισμένη να συνεχίσει τις προσπάθειες της ώστε να αναπτυχθεί δυναμικά ο τομέας αυτός.

    Ο συνολικός δείκτης των μη εξυπηρετουμένων δανείων μειώθηκε από 15,0% στις 31 Μαρτίου 2006 σε 10,3% στις 31 Μαρτίου 2007, ενώ ο δείκτης κάλυψης με προβλέψεις παρά τις διαγραφές (Euro419εκ.) βρίσκεται στο ικανοποιητικά επαρκές επίπεδο του 85,9%.

    Οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 10,9% σε σχέση με τις 31 Μαρτίου 2006 φθάνοντας το επίπεδο των Euro17,5δισεκ. με τον δείκτη δανείων προς καταθέσεις να ανέρχεται στο επίπεδο του 79,6%. Τα χαμηλά επίπεδα των δανείων προς καταθέσεις σε συνδυασμό με το επίσης χαμηλό κόστος άντλησης καταθέσεων (1,64%) που απολαμβάνει η τράπεζα, αποτελούν ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα το οποίο η ATEbank θα συνεχίσει να αξιοποιεί προκειμένου να ενισχύσει την ανάπτυξη της και να κερδίσει μερίδια αγοράς σε τομείς υψηλού ανταγωνισμού.

    Με βάση τα δημοσιευμένα καθαρά κέρδη της περιόδου αυτής, η αποδοτικότητα του μέσου Ενεργητικού (ROA) ανήλθε σε 1.35% έναντι 0,92% τον Μάρτιο 2006, ενώ η αποδοτικότητα των μέσων Ιδίων Κεφαλαίων (ROE) έφθασε το επίπεδο του 22,0% έναντι 15,5% την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι. Αν εξαιρεθούν τα κέρδη από την πώληση των διαθέσιμων προς πώληση μετοχών, η αποδοτικότητα του μέσου Ενεργητικού (ROA) ανήλθε σε 1,14%, ενώ η αποδοτικότητα των μέσων Ιδίων Κεφαλαίων (ROE) σε 18,7%.

    Η ATEbank διατηρεί πλέον ισχυρή κεφαλαιακή βάση, με τον δείκτη για τα εποπτικά κεφάλαια πρώτης διαβάθμισης Tier Ι να εκτιμάται σε 11,1%.

    Η μεταστροφή των αποτελεσμάτων σχεδόν όλων των Εταιριών του Ομίλου σε κερδοφορία και η συνεχιζόμενη ανοδική πορεία των κερδών της Τράπεζας είναι το αποτέλεσμα σειράς ενεργειών που δρομολογούνται από όλο το μηχανισμό του Ομίλου σε λειτουργικό και οργανωτικό επίπεδο.

    Τα θετικά αποτελέσματα του 1ου τριμήνου 2007 αποδεικνύουν ότι η ATEbank ακολουθεί τη σωστή πορεία προκειμένουνα επιτύχει τους στόχους που έχουν τεθεί στο Επιχειρηματικό της Σχέδιο 2007-9.

    Η διοίκηση της ATEbank καταβάλει συνεχείς προσπάθειες προκειμένου να αυξήσει τις χορηγήσεις, να βελτιώσει τις υπηρεσίες προς τους πελάτες, να αυξήσει την παραγωγικότητα και την ικανοποίηση των υπαλλήλων και να βελτιώσει την απόδοση προς τους μετόχους.

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ