Συνεχης ενημερωση

    Τρίτη, 10-Μαρ-2015 12:45

    Επιπτώσεις από τη συμφωνία Μινσκ ΙΙ

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Των Zvi Magen , Sarah Fainberg , Olena Bagno-Moldavsky

    Η συμφωνία Μινσκ II, που επετεύχθη στις 12 του Φεβρουαρίου 2015 μεταξύ της Ουκρανίας και των αποσχιστικών επαρχιών στο ανατολικό τμήμα της χώρας, με τη συμμετοχή της Ρωσίας και υπό την αιγίδα Γαλλίας-Γερμανίας, δεν οδήγησε σε μια άμεση κατάπαυση του πυρός. Η σύγκρουση που ξεκίνησε από τους αυτονομιστές εντάθηκε και αυτοί κατάφεραν να περικυκλώσουν και να νικήσουν τις ουκρανικές δυνάμεις στο Ντεμπαλτσέβε. Επιπλέον, η  επίθεση των αυτονομιστών εναντίον των προαστίων του λιμανιού της Μαριούπολης επεκτάθηκε. Αυτή η αλυσίδα των γεγονότων ήταν παρόμοια με εκείνες που ακολούθησαν την επίτευξη της συμφωνίας Μινσκ Ι, η οποία υπεγράφη στις 5 του Σεπτεμβρίου του 2014 και επεκτάθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου και έχει αποσκοπούσε στην κατάπαυση του πυρός μεταξύ των αποσχιστικών επαρχιών, που υποστηρίζονται από τη Ρωσία και την κυβέρνηση της Ουκρανίας.

    Οι μάχες, που άρχισαν περίπου ένα εξάμηνο πριν από την υπογραφή την πρώτης συμφωνίας, είχαν ως αποτέλεσμα, μέχρι στιγμής, 6.000 θύματα. Πράγματι, οι μάχες συνεχίστηκαν μετά την υπογραφή της συμφωνίας Μινσκ Ι, ακόμη και ύστερα από την υπογραφή του Μινσκ ΙΙ. Πριν από την πρώτη κατάπαυση του πυρός, η Δύση πήρε διάφορα κατασταλτικά μέτρα κατά της Ρωσίας, εστιάζοντας κυρίως στις οικονομικές κυρώσεις. Τα μέτρα αυτά, σε συνδυασμό με την πτώση της τιμής του πετρελαίου, η οποία σύμφωνα με τη Ρωσία ήταν αποτέλεσμα μιας Αμερικανικής πρωτοβουλίας, προκάλεσαν σημαντικές ζημιές στη Ρωσία, και αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να διαβρώσει την κυβερνητική σταθερότητα. Πράγματι, η Ρωσία, παρά το γεγονός ότι δεν έχει επιβεβαιώσει τη σοβαρότητα της οικονομικής κρίσης, βρισκόταν αντιμέτωπη με το ίδιο δίλημμα που πρέπει να αντιμετωπίσει τώρα: τη διακοπή της ανάμειξής της στην Ουκρανία, προκειμένου να αρθούν οι κυρώσεις ή τη συνέχιση της πολιτικής της ενεργούς παρεμπόδισης της πορείας της Ουκρανίας προς την Δύση.
     
    Η συνεχιζόμενη σύγκρουση μετά την υπογραφή της συμφωνίας Μινσκ Ι δεν σταμάτησε τις κινήσεις της ουκρανικής κυβέρνησης να ενισχύσει τους δεσμούς της με τη Δύση. Την ίδια στιγμή, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη διαφώνησαν για το πώς να αντιμετωπίσουν την πρόκληση που παρουσιάστηκε από τη ρωσική πολιτική για την κρίση. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ υποστήριξε την παροχή στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία, ενώ οι Ευρωπαίοι προτίμησαν να ακολουθήσουν την επίτευξη μιας λύσης δια της διπλωματικής οδού. Η συμφωνία Μινσκ ΙΙ αντανακλούσε την εφαρμογή της ευρωπαϊκής προτίμησης: η Γερμανίδα Καγκελάριος Angela Merkel και ο Γάλλος πρόεδρος François Hollande  έπεισαν τον Ρώσο Πρόεδρο Vladimir Putin να συμφωνήσει σε μια κατάπαυση του πυρός.
     
    Οι όροι της συμφωνίας παραμένουν ασαφείς και είναι πιθανό ότι συμφωνήθηκαν προϋποθέσεις για την άρση των κυρώσεων που δε δόθηκαν στη δημοσιότητα. Αυτοί οι υποθετικοί όροι θα μπορούσαν να εξηγήσουν την προθυμία της Ρωσίας να συνεργαστεί με τη γερμανο-γαλλική πρωτοβουλία και να συμφωνήσει σε μια κατάπαυση του πυρός. Η θέση των ΗΠΑ σχετικά με την άρση των κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας αποτελεί μέρος της αβεβαιότητας για την κατάσταση. Επιπλέον, μετά την υπογραφή της συμφωνίας, αναφέρθηκε ότι η Γερμανία επέβαλλε πρόσθετες κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας και είναι πιθανό ότι και άλλες χώρες θα ακολουθήσουν το παράδειγμά της.
     
    Οι μάχες των αυτονομιστών στην ανατολική Ουκρανία υποστηρίζονται από τη Ρωσία, η οποία φέρεται να έχει προγραμματίσει τις κινήσεις της και να τις έχει θέσει σε εφαρμογή. Η Ρωσία επιδιώκει να καταστήσει τις αυτονομιστικές επαρχίες ως ένα σημαντικό παράγοντα και να τις χρησιμοποιήσει ως αντίβαρο έναντι της κλίσης της Ουκρανίας προς τη Δύση. Επιπλέον, η Ρωσία χρησιμοποιεί την επιρροή της επί των αυτονομιστών ως μέσο άσκησης πιέσεως προς την Δύση για την χαλάρωση των κυρώσεων. Σε κάθε περίπτωση, η συνέχιση της σύγκρουσης, στην οποία οι αποσχιστικές δυνάμεις έχουν προκαλέσει σημαντικές απώλειες στον Ουκρανικό στρατό, βλάπτει τη φήμη των Ευρωπαίων ηγετών που εργάστηκαν για την προώθηση της κατάπαυσης του πυρός.
     
    Επιπλέον, η Ρωσία προσπαθεί να δημιουργήσει μια «παγωμένη σύγκρουση» στην Ουκρανία, όπως έκανε και σε άλλες κρίσεις κατά μήκος των συνόρων της με τις πρώην Σοβιετικές χώρες (τη Μολδαβία, τη Γεωργία, τις χώρες του Καυκάσου, τις χώρες της Βαλτικής, καθώς και τις χώρες της Κεντρικής Ασίας), η οποία μπορεί να αναθερμανθεί, εάν παραστεί ανάγκη για την προστασία των Ρωσικών συμφερόντων. Στην περίπτωση της Ουκρανίας, η Ρωσία επιδιώκει να σταματήσει την εγγενή απειλή, κατά την άποψή της, της εξάπλωσης του ΝΑΤΟ προς ανατολάς. Η τάση αυτή σπρώχνει τη Ρωσία προς μια στρατιωτική απάντηση, ανάλογη με εκείνη της αντιμετώπισης της κρίσης που ξέσπασε στη Γεωργία το 2008 και στην Ουκρανία το περασμένο έτος. Από τη μία πλευρά, η Ρωσία επιδιώκει την άρση των κυρώσεων που επιβλήθηκαν από τη Δύση και, από την άλλη, ενδεχομένως να μπορεί κανείς να περιμένει πως θα διατηρήσει την κρίση στην Ουκρανία, με σκοπό να την χρησιμοποιήσει αργότερα για αποτρέψει την Ουκρανία να ενταχθεί σε Δυτικές οργανώσεις, δηλαδή, το ΝΑΤΟ και ίσως την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όλα αυτά αποσκοπούν στην υπονόμευση της φιλοδυτικής κυβέρνησης στην Ουκρανία και να επαναφέρουν τη χώρα στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας.
     
    Είναι ακόμη πολύ νωρίς για να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα της τακτικής της Ρωσίας, ιδίως στο πλαίσιο της κρίσης στην Ουκρανία. Οι οικονομικές κυρώσεις δεν έχουν αρθεί. Είναι σοβαρές και η Ρωσία ψάχνει τρόπους για να αρθούν. Μεταξύ άλλων, έχει επεκτείνει τον ανταγωνισμό της με τη Δύση σε άλλες αρένες, πρώτα απ ΄όλα σε αυτή της Μέσης Ανατολής. Εντείνει τις προσπάθειές της για την αποκατάσταση του status της στην περιοχή, το οποίο έχει διαβρωθεί τα τελευταία χρόνια, λόγω της πολιτικής αναταραχής στον αραβικό κόσμο, προκειμένου να πιέσει την Δύση ώστε να μετριάσει την πίεσή της σχετικά με την ρωσική πολιτική στην Ουκρανία. Στο πλαίσιο αυτών των προσπαθειών, η Ρωσία έχει δημιουργήσει μια ποικιλία από συνεργασίες με τις χώρες της περιοχής με πολλούς τρόπους, συμπεριλαμβανομένων και των πωλήσεων όπλων. Συνεχίζει την υποστήριξή της προς το καθεστώς του Bashar al-Assad  και έχει επίσης αποφύγει την ενεργό συμμετοχή στην υπό την ηγεσία των ΗΠΑ συμμαχία εναντίον του Ισλαμικού Κράτους.
     
    Παρά τη σοβαρή οικονομική κρίση, η Ρωσία είναι πιθανό να μην υποταχθεί στις δυτικές πιέσεις, όπως αποδεικνύεται από τη συνέχιση των μαχών στην ανατολική Ουκρανία, μεταξύ των υποστηριζόμενων από τη Ρωσία δυνάμεων και των υποστηριζόμενων από την Δύση κυβερνητικών δυνάμεων.  Επιπλέον, όπως έχει δείξει η πολιτική της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή, τα τελευταία χρόνια, η φιλοδοξία της να αυξήσει την επιρροή της και να ενισχύσει τους δεσμούς της με τις χώρες της περιοχής θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούνται ως αντίβαρο στην ένταση με τη Δύση που προκύπτει από τη συνεχιζόμενη κρίση στην Ουκρανία.
     
    Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://www.inss.org.il/index.aspx?id=4538&articleid=8879

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ