Πέμπτη, 23-Οκτ-2025 13:36
Έρευνα ΕΛΣΤΑΤ: Τι λένε οι νέοι για την αγορά εργασίας και τις δεξιότητες τους

Τα αποτελέσματα της ειδικής έρευνας (ad hoc) για τους νέους στην αγορά εργασίας έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ).
Οι κύριοι στόχοι της έρευνας ήταν οι ακόλουθοι:
-Η διερεύνηση της αντιστοιχίας μεταξύ του υψηλότερου επιπέδου εκπαίδευσης που έχει ολοκληρωθεί με επιτυχία και των απαιτήσεων της τρέχουσας ή της τελευταίας κύριας εργασίας.
-Η διερεύνηση της αντιστοιχίας μεταξύ του αντικειμένου του υψηλότερου επιπέδου εκπαίδευσης που έχει ολοκληρωθεί με επιτυχία και της τρέχουσας ή της τελευταίας κύριας εργασίας.
-Η διερεύνηση της αντιστοιχίας μεταξύ των δεξιοτήτων των ερευνώμενων και της τρέχουσας ή της τελευταίας κύριας εργασίας τους.
-Να διαπιστώσει αν οι ερευνώμενοι εγκατέλειψαν κάποιο πρόγραμμα σπουδών χωρίς να το ολοκληρώσουν, και να καταγράψει το επίπεδο του προγράμματος που εγκαταλείφθηκε καθώς και τους λόγους για τους οποίους δεν ολοκληρώθηκε.
Ο πληθυσμός-στόχος της έρευνας ήταν τα άτομα ηλικίας 15 έως 34 ετών.
Αντιστοιχία του ανώτατου επιπέδου εκπαίδευσης με τις απαιτήσεις της τρέχουσας/τελευταίας εργασίας
Το μεγαλύτερο ποσοστό (69,2%) των ατόμων ηλικίας 15-34 ετών θεωρεί ότι το επίπεδο της εκπαίδευσής του καλύπτει τις απαιτήσεις της εργασίας του. Το ποσοστό αυτό διαφοροποιείται σημαντικά, ανάλογα με την κατάσταση απασχόλησης: είναι μεγαλύτερο για τους εργαζόμενους (72,2%) και μικρότερο για τους ανέργους (52,3%) και τα άτομα εκτός εργατικού δυναμικού (61,0%). Tο μεγαλύτερο ποσοστό των ατόμων με εργασία κατώτερη του επιπέδου σπουδών τους (32,5%) παρατηρείται στους ανέργους.
Ανάλογες διαφορές εντοπίζονται μεταξύ αντρών και γυναικών: το 24,0% των γυναικών εργάζεται (ή εργάστηκε) σε εργασία με απαιτήσεις κατώτερες του εκπαιδευτικού τους επιπέδου ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τους άντρες είναι 20,3% (Πίνακας 1).
Το ποσοστό των ατόμων που δηλώνουν ότι το επίπεδο εκπαίδευσής τους είναι ανώτερο από τις απαιτήσεις της εργασίας τους διαφοροποιείται σημαντικά ανάλογα με το επάγγελμα. Το μεγαλύτερο ποσοστό (56,1%) συναντάται στα άτομα που εργάστηκαν για τελευταία φορά ως Χειριστές βιομηχανικών εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και εξοπλισμού. Υψηλά ποσοστά, και για τους εργαζόμενους και για τα άτομα χωρίς εργασία, παρατηρούνται στους Υπαλλήλους γραφείου, τους Εργαζόμενους στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές, και στους Ειδικευμένους γεωργούς (Γράφημα 1).
Αντιστοιχία δεξιοτήτων με τις απαιτήσεις της εργασίας
Η πλειονότητα των ερευνηθέντων (70,9%) θεωρεί πως οι δεξιότητές τους καλύπτουν τις απαιτήσεις τις τρέχουσας ή της τελευταίας εργασίας τους. Το ποσοστό αυτό είναι υψηλότερο για τους άντρες (73,0%) και τα άτομα ηλικίας 25 – 29 ετών (72,1%), ενώ είναι σημαντικά μικρότερο για τα άτομα 15-29 ετών (57,0%).
1 στα 5 άτομα θεωρεί ότι έχει δεξιότητες που είναι ανώτερες από τις απαιτήσεις της εργασίας τους (19,5%) ενώ τα μεγαλύτερα σχετικά ποσοστά συναντώνται στις γυναίκες (21,4%) και τα άτομα ηλικίας 30-34 ετών (20,0%). Το ποσοστό αυτών που πιστεύουν ότι έχουν δεξιότητες κατώτερες από τις εργασιακές απαιτήσεις είναι ιδιαίτερα μικρό (3,1%) (Γράφημα 2).
Όσον αφορά στα άτομα που θεωρούν ότι έχουν δεξιότητες ανώτερες από αυτές που απαιτεί η θέση εργασίας τους, διαπιστώνεται ότι υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις ανάλογα με το επίπεδο εκπαίδευσης και την κατάσταση απασχόλησης. Το 22,7% των ατόμων ανώτερης εκπαίδευσης θεωρεί ότι έχει (ή είχε) ανώτερες δεξιότητες και στην περίπτωση των ανέργων με ανώτερη εκπαίδευση, το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 41,5%. Αντίθετα, από τα άτομα κατώτερης εκπαίδευσης, μόνο το 6,5% θεωρεί ότι οι δεξιότητές του ξεπερνούν τις απαιτήσεις της εργασίας τους (Πίνακας 2).
Τα περισσότερα άτομα θεωρούν ότι το αντικείμενο των σπουδών τους συμφωνεί σε πολύ μεγάλο ή σε μεγάλο βαθμό με τις απαιτήσεις της εργασίας τους (65,7%). Το ποσοστό αυτό διαφοροποιείται ανάλογα με το αντικείμενο σπουδών, με τα άτομα που έχουν ολοκληρώσει σπουδές με αντικείμενο Γεωργία και Κτηνιατρική να δηλώνουν το μικρότερο ποσοστό (52,2%) και τα άτομα με αντικείμενο Οικονομικά, Διοίκηση και Νομικά το μεγαλύτερο (74,4%).
Το ποσοστό των ατόμων που θεωρούν πως το αντικείμενο των σπουδών τους καλύπτει τις απαιτήσεις της εργασίας του σε κάποιο μόνο βαθμό (ή λιγότερο) ανέρχεται σε 21,4%. Είναι μεγαλύτερο για τα άτομα που έχουν ως αντικείμενο σπουδών Γεωργία και Κτηνιατρική (45,7%) και χαμηλότερο για τα άτομα που έχουν ολοκληρώσει Γενικά προγράμματα (13,3%).
Χαμηλό είναι εν γένει και το ποσοστό των ατόμων που η εργασία τους δεν απαιτεί κάποιο συγκεκριμένο αντικείμενο σπουδών (4,8%) (Πίνακας 3).
Το ποσοστό των ατόμων που δηλώνουν ότι εργάζονται σε θέσεις εργασίας με απαιτήσεις που δεν καλύπτονται (καθόλου ή σε μικρό μόνο βαθμό) από το αντικείμενο των σπουδών τους διαφοροποιείται σημαντικά ανάλογα με το επάγγελμα του ερευνώμενου. Είναι υψηλότερο για τους Ειδικευμένους γεωργούς (22,1%) και ιδιαίτερα χαμηλό για τους Επαγγελματίες (3,5%) και τους Τεχνικούς και συναφή επαγγέλματα (5,6%) (Γράφημα 3).
Το ποσοστό των ατόμων που δηλώνουν ότι εγκατέλειψαν κάποιο πρόγραμμα σπουδών χωρίς να το ολοκληρώσουν είναι ιδιαίτερα μικρό (2,2%). Είναι μεγαλύτερο για τους άντρες (2,8%), τα άτομα ηλικίας 30-34 ετών (3,7%) και για τους ανέργους (3,8%) (Γράφημα 4).