Του Πάνου Παλαιολόγου*
Η ελληνική οικονομία είναι εξαιρετικά νεαρή σε σχέση με τις άλλες Ευρωπαϊκές οικονομίες. Η χώρα μας, και η οικονομία της, μεγάλωνε σταδιακά με προβλήματα, πισωγυρίσματα και με άναρχο πολλές φορές τρόπο. Η οικονομική μας ιστορία μετριέται σε δεκαετίες, ενώ στην Ευρώπη σε εκατονταετίες, και αντίστοιχα οι περισσότερες ελληνικές εταιρείες είναι ακόμη "πρώτης γενιάς" με τον ιδρυτή τους να παραμένει ενεργός στις επάλξεις. Επομένως είναι λογικό ως οικονομία να έχουμε ορισμένες δομικές αδυναμίες σε σχέση με τις άλλες χώρες και σε αρκετές περιπτώσεις να έχουμε και μειωμένη ανταγωνιστικότητα. Αυτή όμως η γενίκευση ΔΕΝ ισχύει στον τουρισμό.
Αν και ο εν λόγω κλάδος δραστηριότητας είναι και αυτός νεαρός, η Ελλάδα κατάφερε να προσαρμοστεί σχετικά καλά, να αξιοποιήσει την ευκαιρία και να αναδείξει τα ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα. Μπορεί ως χώρα να μην έχουμε την εξαγωγική βιομηχανία τροφίμων της Ιταλίας ή τη βαριά βιομηχανία της Γερμανίας, αλλά έχουμε τη Σαντορίνη, που στην Ευρώπη μπορεί να συγκριθεί μόνο με τη Βενετία, και τη Μύκονο, που επάξια βρίσκεται στο Τop 10 των παγκόσμιων τουριστικών προορισμών. Τα νησιά αυτά είναι από μόνα τους πανίσχυρα παγκόσμια brands και η γυμνή αλήθεια είναι ότι ο Ελληνικός τουρισμός συνολικά έχει βοηθηθεί συγκλονιστικά πολύ από αυτά -και όχι το αντίστροφο. Επίσης και σε οικονομικό επίπεδο, θα είχε ενδιαφέρον να υπολογίσει κανείς σε πόσες εβδομάδες λειτουργίας των συγκεκριμένων προορισμών,αντιστοιχούν οι συνολικές ετήσιες εξαγωγές της χώρας μας σε φέτα και γιαούρτι.
Έχουμε συνηθίσει στον κλάδο του τουρισμού να μας υποτιμούν συστηματικά, να μας χαρακτηρίζουν ως "μονοκαλλιέργεια" και να μην μας δίνουν τη στρατηγική προτεραιότητα πουμας αξίζει. Δυστυχώς όμως τελευταία γινόμαστε μάρτυρες και μιας άνευ προηγουμένου στοχοποίησης και απαξίωσης των εμβληματικών προορισμών του κλάδου μας, της Σαντορίνης και της Μυκόνου. Η συγκυριακή πτώση των εσόδων στα δύο νησιά, ερμηνεύεται από δήθεν ειδικούς ως "θεία δίκη" και τιμωρία για τα φρικτά εγκλήματα που έχουν διαπραχτεί, ενώ αρκετοί φωνάζουν πλέον δυνατά ότι "δεν είμαστε σαν τη Σαντορίνη και τη Μύκονο". Προφανώς και υπάρχουν προβλήματα, και χρόνια και νέα, αλλά δεν θυμάμαι κάποιον να έλεγε ότι το Αμάλφι θα πέσει στη θάλασσά όταν ο Βεζούβιος είχε σεισμική διέγερση πριν 2 χρόνια, ούτε οι Ισπανοί ξέγραψαν την Ίμπιζα όταν συγκυριακά είχε πτώση αφίξεων.
Ο υπερτουρισμός είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο και όχι Ελληνικό. Το βλέπουμε και στην Ελλάδα γιατί είμαστε αναπτυγμένη αγορά και όχι γιατί εμείς το προκαλέσαμε. Για τις ελλείψεις σε υποδομές δεν φταίνε οι προορισμοί, ούτε οι επαγγελματίες του κλάδου. Κάναμε τεράστιες επενδύσεις στους Ολυμπιακούς αγώνες σε άχρηστες υποδομές που δεν φέρνουν τίποτα ανταποδοτικό, και δεν έχουμε μαρίνα στη Μύκονο, λιμάνι στη Σαντορίνη, δρόμους, νερό κτλ. σε τουριστικούς προορισμούς που κάθε χρόνο θρέφουν την εθνική μας οικονομία. Η αύξηση των τιμών στα νησιά αυτά είναι πραγματικότητα, αλλά δεν βασίζεται -πλην πολύ λίγων εξαιρέσεων- σε αισχροκέρδεια, αλλά στη βελτίωση του παρεχόμενου προϊόντος και τη στόχευση πελατειακού κοινού κυρίως από το εξωτερικό, το οποίο μπορεί να το πληρώσει. Ο λόγος που οι Έλληνες δυστυχώς αδυνατούν να επισκεφτούν τους εν λόγω προορισμούς με την ίδια συχνότητα σχετίζεται με το ότι δεν ανέβηκαν οι μισθοί και τα εισοδήματα τους τα τελευταία χρόνια αντίστοιχα, όπως έγινε στην Ευρώπη και την Αμερική. Είναι σαν να κατηγορούμε μια αυτοκινητοβιομηχανία που παράγει και πουλάει με επιτυχία στο εξωτερικό αυτοκίνητα υψηλής αξίας,επειδή δεν μπορούν να τα αγοράσουν οι κάτοικοι της χώρας.
Πρέπει να αποδεχθούμε ότι η Σαντορίνη και η Μύκονος είναι οι σημαίες μας στον τουρισμό, τον μόνο κλάδο δραστηριότητας -μαζί με τη ναυτιλία-, για τον οποίο η χώρα μας μπορεί να περηφανεύεται ότι τα έχει κάπως καταφέρει. Δεν πρέπει να κατεβάζουμε τις σημαίες μας, αλλά αντίθετα να τις ανεμίζουμε. Στον καιρό των social media, που η εσωστρέφεια, ο λαϊκισμός και οι στρατευμένες απόψεις διαδίδονται σαν ηλεκτρικό ρεύμα, διαμορφώνονται αυτοεκπληρούμενες προφητείες αρνητικών εξελίξεων, που δεν πλήττουν μόνο τα δύο αυτά νησιά-κλαδιά του Ελληνικού τουρισμού, αλλά το ίδιο το δέντρο, πάνω στο οποίο βρισκόμαστε όλοι.
*Διευθύνων Σύμβουλος της Hotel Brain