Τρίτη, 07-Οκτ-2025 12:21
Στο 7% του πληθυσμού η ανεπάρκεια τροφής στην Ελλάδα το 2024 - Στο 1,6% η σοβαρή μορφή της

Ελαφρά αύξηση της μέτριας ή σοβαρής ανεπάρκειας τροφής καταγράφεται στη χώρα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών (SILC) για το 2024, με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το 2023.
Η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) ανακοίνωσε ότι το 7% του πληθυσμού στην Ελλάδα δήλωσε ότι αντιμετώπισε μέτρια ή σοβαρή ανεπάρκεια τροφής, ενώ το 1,6% βίωσε σοβαρή ανεπάρκεια, δηλαδή περιόδους όπου έμεινε εντελώς χωρίς τροφή λόγω έλλειψης χρημάτων ή άλλων πόρων.
Τα ποσοστά εμφανίζονται αυξημένα σε σχέση με το 2023, όταν η μέτρια ή σοβαρή ανεπάρκεια καταγράφηκε στο 6,5% και η σοβαρή στο 1,4%.
Από το 2019 έως το 2024, η διακύμανση της μέτριας ή σοβαρής ανεπάρκειας τροφής στην Ελλάδα κυμάνθηκε μεταξύ 6,0% και 8,0%, ενώ η σοβαρή ανεπάρκεια παρέμεινε γύρω στο 1,5%, υποδηλώνοντας μια σταθερή αλλά επίμονη παρουσία του φαινομένου.
Σύμφωνα με τη μεθοδολογία της ΕΛΣΤΑΤ και του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (FAO), ένα νοικοκυριό θεωρείται ότι αντιμετωπίζει μέτρια ή σοβαρή ανεπάρκεια τροφής όταν τουλάχιστον ένα μέλος του έχει δηλώσει ότι:
αναγκάστηκε να παραλείψει γεύμα,
έφαγε λιγότερο από όσο είχε ανάγκη,
έμεινε χωρίς τροφή ή
πέρασε ολόκληρη ημέρα χωρίς φαγητό λόγω έλλειψης χρημάτων ή άλλων πόρων.
Η σοβαρή ανεπάρκεια αφορά τα νοικοκυριά όπου μέλη τους πέρασαν μια ολόκληρη ημέρα χωρίς τροφή, λόγω οικονομικής αδυναμίας.
Σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα καταγράφει ελαφρώς χαμηλότερα ποσοστά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του FAO (2025):
Ο μέσος όρος μέτριας ή σοβαρής ανεπάρκειας τροφής στην Ευρώπη ανέρχεται σε 7,4%,
ενώ ο αντίστοιχος για τη σοβαρή ανεπάρκεια σε 1,8%.
Η Ελλάδα (6,6% και 1,5% αντίστοιχα) παραμένει κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο και απέχει σημαντικά από χώρες όπως η Ρουμανία (18,6%), η Πορτογαλία (11,9%) και η Βουλγαρία (11,6%).
Στον αντίποδα, πολύ χαμηλά ποσοστά εμφανίζουν η Ιταλία (1,7%), η Ελβετία (2,0%) και το Λουξεμβούργο (2,6%).