Τρίτη, 07-Οκτ-2025 12:01
Goldman Sachs, UBS, Oxford Economics, ING: Όλα τα σενάρια για το πολιτικό και δημοσιονομικό χάος της Γαλλίας – Ένα déjà vu χωρίς "μαγική λύση"

Της Ελευθερίας Κούρταλη
Ο απερχόμενος Γάλλος πρωθυπουργός Σεμπαστιάν Λεκορνί ξεκινά σήμερα διήμερες συνομιλίες με μέλη διαφόρων κομμάτων, μια ημέρα μετά την αιφνιδιαστική παραίτησή του, σε μια προσπάθεια να βρεθεί μια διέξοδος από την πολιτική κρίση της χώρας. Ο Μακρόν ανέθεσε τη Δευτέρα στον Λεκορνί τη διεξαγωγή των συνομιλιών, ορίζοντας προθεσμία για το βράδυ της Τετάρτης. Η τρέχουσα πολιτική κρίση της Γαλλίας που ξέσπασε ουσιαστικά το καλοκαίρι του 2024 όταν ο Μακρόν ανακοίνωσε πρόωρες εκλογές, είναι βαθύτερη από τη δημιουργία της Πέμπτης Δημοκρατίας το 1958, του σύγχρονου συστήματος διακυβέρνησής της.
Μεγάλοι διεθνείς επενδυτικοί οίκοι αναμένουν πρόωρες εκλογές στη Γαλλία, με το σενάριο παραίτησης Μακρόν και πρόωρων προεδρικών εκλογών - αν και δεν θεωρείται τόσο πιθανό – να μην μπορεί να αποκλειστεί. Αναμένουν κύμα υποβαθμίσεων της πιστοληπτικής ικανότητας της Γαλλίας, με όλους τους οίκους αξιολόγησης να προσγειώνουν τη χώρα στο μονό "Α", πίεση στα γαλλικά ομόλογα και σημαντική επιδείνωση των δημοσιονομικών με ακόμη υψηλότερα έλλειμα φέτος αλλά και το 2026. Η Γαλλία βυθίζεται όλο και περισσότερο σε ένα τέλμα αδύναμης ανάπτυξης, υψηλού κόστους δανεισμού και ενός "βουνού" χρέους που πλέον είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Η κατάσταση που μαστίζει τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης θεωρείται ως παγκόσμια προειδοποίηση για το πολιτικό και οικονομικό χάος που μπορεί να προκύψει σε μια νέα εποχή που απαιτεί δημοσιονομική αυτοσυγκράτηση.
Η παραίτηση του Γάλλου πρωθυπουργού Λεκορνί χθες δίνει τη θέση της σε τρία πιθανά σενάρια, κατά την Goldman Sachs.
Πρώτον, ο Πρόεδρος Μακρόν θα μπορούσε να διορίσει έναν ακόμη πρωθυπουργό, αν και σε αυτό το στάδιο φαίνεται απίθανο οποιοσδήποτε πρωθυπουργός να καταφέρει να εξασφαλίσει την πλειοψηφία σε αυτό το κοινοβούλιο.
Δεύτερον, ο Μακρόν θα μπορούσε να προκηρύξει πρόωρες βουλευτικές εκλογές, στις οποίες οι αγορές προβλέπουν ότι οι πιθανότητες να διεξαχθούν είναι μεταξύ 70% και 80% πριν από το τέλος του έτους.
Το τρίτο και λιγότερο πιθανό αποτέλεσμα είναι ο Μακρόν να επιλέξει να παραιτηθεί από τη θέση του Προέδρου.
Ενώ οι βραχυπρόθεσμες πολιτικές προοπτικές είναι εξαιρετικά αβέβαιες, τα γεγονότα που εξελίσσονται έχουν ενισχύσει την πεποίθηση της αμερικάνικη τράπεζας για δύο στοιχεία της πρόβλεψής της.
Πρώτον, συνεχίζει να αναμένει ότι η ανάπτυξη θα κινηθεί κάτω από την τάση (την οποία εκτιμά στο 1% στη Γαλλία) και μειώνει την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη του 2026 κατά 0,1 ποσοστιαία μονάδα στο 0,8%.
Δεύτερον, η Goldman εξακολουθεί να αναμένει μικρή πρόοδο στη μείωση του ελλείμματος της κυβέρνησης. Αναμένει κάποια ολίσθηση του προϋπολογισμού προς το τέλος του έτους και αυξάνει την πρόβλεψή της για το έλλειμμα του 2025 κατά 0,1 ποσοστιαία μονάδα στο 5,5% του ΑΕΠ. Φαίνεται επίσης πιθανό ότι η Γαλλία θα ξεκινήσει την επόμενη χρονιά με "παγωμένο" (ή τουλάχιστον μερικώς παγωμένο) προϋπολογισμό.
Σε κάθε περίπτωση, οι βαθιές πολιτικές διαφωνίες, η βραδύτερη ανάπτυξη και το υψηλότερο κόστος δανεισμού είναι πιθανό να αποτρέψουν σημαντική πρόοδο και αυξάνει έτσι την πρόβλεψή της και για το έλλειμμα του 2026 κατά 0,1 ποσοστιαία μονάδα στο 5,3% του ΑΕΠ.
Όπως τονίζει η Goldman, οι οικονομικές και δημοσιονομικές προοπτικές παραμένουν πιο αβέβαιες από το συνηθισμένο και θα συνεχίσει να προσαρμόζει την πρόβλεψή της με περισσότερες πληροφορίες. Οι κίνδυνοι τείνουν, επισημαίνει, προς περαιτέρω επιδείνωση των δημοσιονομικών προοπτικών.
Από την πλευρά της, η UBS εκτιμά πως, δεδομένου ότι η κυβέρνηση Λεκορνί ήταν η τρίτη που καταρρέει μέσα σε ένα χρόνο, η πιθανότητα για πρόωρες βουλευτικές εκλογές φαίνεται να έχει αυξηθεί. Επίσης, αν και ένα σενάριο παραίτησης Μακρόν και πρόωρων προεδρικών εκλογών παραμένει το λιγότερο πιθανό, ωστόσο δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Καθώς ο κίνδυνος εκλογών είναι πολύ υψηλότερος σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν, οι επενδυτές θα θέλουν να αποζημιωθούν για αυτό, συνεπώς τα γαλλικά ομόλογα αναμένεται να δεχτούν σημαντική πίεση εκτιμά ο ελβετικός οίκος. Η πλειοψηφία των επενδυτών με τους οποίους έχει μιλήσει αναμένει επίσης περαιτέρω υποβαθμίσεις της Γαλλίας στην κατηγορία του μονού "Α", ακόμη και αν ο χρόνος είναι δύσκολο να προβλεφθεί. Η επόμενη αξιολόγηση της Moody’s έχει προγραμματιστεί για τις 24 Οκτωβρίου και της S&P για τις 28 Νοεμβρίου.
Όσον αφορά τις μακροοικονομικές προοπτικές της Γαλλίας, η UBS βλέπει πιθανές επιπτώσεις για (1) το χρονοδιάγραμμα έγκρισης του προϋπολογισμού του 2026 και (2) για τις προοπτικές ανάπτυξης.
Όπως επισημαίνει, είτε διοριστεί νέος πρωθυπουργός είτε προκηρυχθούν νέες εκλογές, φαίνεται απίθανο σε αυτό το στάδιο να υπάρχει επαρκής χρόνος για την ψήφιση ενός προϋπολογισμού του 2026 μέχρι το τέλος του έτους, όπως απαιτείται από το σύνταγμα (το συνηθισμένο χρονοδιάγραμμα θα απαιτούσε την υποβολή σχεδίου προϋπολογισμού στο κοινοβούλιο έως τις 7 Οκτωβρίου). Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε πέρυσι (μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης Μπαρνιέ), το σύνταγμα έχει θεσπίσει διασφαλίσεις για την αποτροπή ενός κλεισίματος της κυβέρνησης κατά αμερικανικό πρότυπο, με το οποίο η κυβέρνηση δεν θα επιτρέπεται πλέον να πληρώνει τους λογαριασμούς της.
Σε αυτό το πλαίσιο, διάφορες επιλογές φαίνονται πιθανές. Το άρθρο 47(4) και το άρθρο 45 του οργανικού νόμου θα επέτρεπαν σε μια (υπηρεσιακή) κυβέρνηση να: (α) ζητήσει από το κοινοβούλιο πριν από τις 11 Δεκεμβρίου να εγκρίνει πρώτα το πρώτο μέρος του νομοσχεδίου του προϋπολογισμού (που αφορά τα έσοδα) και το δεύτερο μέρος (που αφορά τις δαπάνες) σε μεταγενέστερο στάδιο· ή (β) ζητήσει κοινοβουλευτική άδεια πριν από τις 19 Δεκεμβρίου για ειδικό νόμο για την είσπραξη των υφιστάμενων φόρων και – μόλις ψηφιστεί ο ειδικός νόμος – να εκδώσει διατάγματα για την εφαρμογή των πιστώσεων που καθορίστηκαν στον προϋπολογισμό του περασμένου έτους, διασφαλίζοντας ουσιαστικά τη συνέχεια του προϋπολογισμού. Αυτό συνέβη πέρυσι, όταν ο προϋπολογισμός του 2025 δεν είχε ψηφιστεί μέχρι το τέλος του έτους και ως εκ τούτου αποτελεί μια δοκιμασμένη διαδικασία.
Όσον αφορά τις προοπτικές ανάπτυξης, ένα βασικό ερώτημα, όπως τονίζει η UBS, είναι σε ποιο βαθμό η παρατεταμένη πολιτική αβεβαιότητα επηρεάζει αρνητικά την εμπιστοσύνη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Το ποσοστό αποταμίευσης των γαλλικών νοικοκυριών έχει ήδη αυξηθεί σε υψηλό τετραετίας στο δεύτερο τρίμηνο, σε αντίθεση με έναν σταθερό δείκτη στην Ευρωζώνη και μια μείωση στη Γερμανία.
Η Oxford Economics επισημαίνει και αυτή πως η απότομη πτώση της γαλλικής κυβέρνησης αυξάνει την πίεση στον Εμανουέλ Μακρόν να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση και να διεξαγάγει πρόωρες εκλογές για να προσπαθήσει να ξεπεράσει το αδιέξοδο. Ο οίκος πιστεύει ότι αυτό είναι πλέον το πιο πιθανό σενάριο.
Εναλλακτικά, ο Μακρόν θα μπορούσε να διορίσει έναν ακόμη πρωθυπουργό, πιθανώς από την κεντροαριστερά, αλλά οι πιθανότητές του να ψηφίσει έναν προϋπολογισμό θα χαμηλότερες από ποτέ. Η παραίτηση του Μακρόν είναι μια πολύ απίθανη τρίτη πιθανότητα.
Η Oxford Economics αναμένει πλέον μία ακόμη μεγαλύτερη δημοσιονομική ολίσθηση τον επόμενο χρόνο, με ένα διευρυνόμενο έλλειμμα να διατηρεί ανοδική πίεση στα spreads των κρατικών ομολόγων.
Ο προϋπολογισμός του 2025 είναι πλέον πολύ πιθανό να μετατεθεί τουλάχιστον προσωρινά στο 2026, καθώς δεν θα υπάρχει αρκετός χρόνος για να ψηφιστεί ένας προϋπολογισμός πριν από το τέλος του έτους. Αναμένει ότι το έλλειμμα του επόμενου έτους θα φτάσει το 5,7% του ΑΕΠ, ελαφρώς υψηλότερο από το 5,4% του τρέχοντος έτους.
Κατά τον οίκο, ο πρόσθετος αντίκτυπος στην οικονομική δραστηριότητα θα πρέπει να είναι περιορισμένος, καθώς η κατακερματισμένη και αδιέξοδη πολιτική της Γαλλίας έχει πλέον ληφθεί πλήρως υπόψη από την αγορά και τις επιχειρήσεις. Αυτό είναι εμφανές στην υποτονική αντίδραση των αγορών ομολόγων μέχρι στιγμής, με τα spreads να έχουν αυξηθεί μόνο κατά περίπου 6 μονάδες βάσης.
Τέλος, όπως εκτιμά και η O.E. περαιτέρω υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης θα μπορούσαν να είναι πιθανές όταν οι Moody's και S&P αξιολογήσουν το δημόσιο χρέος της Γαλλίας τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο αντίστοιχα. Ωστόσο, ακόμη και μια υποβάθμιση είναι απίθανο να έχει σημαντικό αντίκτυπο στα spreads, δεδομένου ότι οι αγορές έχουν ήδη ουσιαστικά υποβαθμίσει την άποψή τους για την πιστοληπτική ικανότητα της Γαλλίας, όπως φάνηκε από την απουσία αντίδρασης της αγοράς όταν η Fitch υποβάθμισε τη Γαλλία τον περασμένο μήνα.
Η Γαλλία εισέρχεται σε μια νέα φάση πολιτικής αβεβαιότητας, οι νέες εκλογές γίνονται ολοένα και πιο πιθανές, αλλά δεν θα λύσουν τα δημοσιονομικά προβλήματα, τονίζει η ING.
Το πολιτικό αδιέξοδο επηρεάζει τον δημοσιονομικό σχεδιασμό. Οι πρόσφατες εξελίξεις σημαίνουν ότι οι πιθανότητες έγκρισης του προϋπολογισμού του 2026 πριν από το τέλος του έτους έχουν μειωθεί περαιτέρω. Ως εκ τούτου, η Γαλλία είναι πιθανό να ξεκινήσει τη νέα χρονιά λειτουργώντας υπό αυτόματη παράταση του προϋπολογισμού του 2025. Αυτό θα περιόριζε όχι μόνο τις νέες πρωτοβουλίες δαπανών αλλά, το πιο σημαντικό, τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες.
Αυτή η καθυστέρηση σημαίνει ότι τα μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης που είχαν υποσχεθεί προηγουμένως δεν θα υλοποιηθούν, σημειώνει η ING. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού, που προβλέπεται στο 5,4% του ΑΕΠ για το 2025, πιθανότατα θα παραμείνει υψηλό και, ακόμη και στην απίθανη περίπτωση που σχηματιστεί κυβέρνηση και ψηφιστεί προϋπολογισμός, η ασθενής οικονομική ανάπτυξη θα περιορίσει τη μείωση του ελλείμματος. Στο βασικό της σενάριο, προβλέπει ότι το έλλειμμα θα κυμανθεί γύρω στο 5% το 2026. Ως αποτέλεσμα, το δημόσιο χρέος αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται. Προβλέπει ότι τα επίπεδα χρέους θα φτάσουν τουλάχιστον στο 116,7% του ΑΕΠ το επόμενο έτος, από 113,1% το 2024. Αυτή η πορεία τοποθετεί τη Γαλλία στη χειρότερη δημοσιονομική θέση σε σχέση με τους ομολόγους της στην ΕΕ.
Αυτή η καθυστέρηση στον προϋπολογισμό αποτελεί πρόβλημα για τις ευρωπαϊκές αρχές, καθώς η Γαλλία υπόκειται επί του παρόντος σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος και αναμένεται να υποβάλει σχέδιο προϋπολογισμού τις επόμενες εβδομάδες. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι πιθανό η Κομισιόν να υιοθετήσει αυστηρότερη στάση απέναντι στη Γαλλία, εκτιμά ο οίκος, και να επιμείνει στην ανάγκη αποκατάστασης της τάξης στα δημόσια οικονομικά.
Η επιδεινούμενη κατάσταση των δημόσιων οικονομικών εμποδίζει επίσης την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να χρησιμοποιήσει το εργαλείο TPI για να περιορίσει την αύξηση των spreads,. Φυσικά, εάν η επιβίωση της ευρωζώνης απειλούνταν από την αύξηση των spreads, η ΕΚΤ θα παρενέβαινε, αλλά δεν έχουμε φτάσει ακόμα εκεί και, προς το παρόν, οι συνθήκες δεν είναι κατάλληλες για να χρησιμοποιήσει τον TPI. Κατά την ING, τα γαλλικά spreads θα παραμείνουν υπό πίεση για μεγάλο χρονικό διάστημα και θα αυξηθούν πολύ πάνω από τις 90 μ.β