Συνεχης ενημερωση

    Κυριακή, 28-Σεπ-2025 08:00

    Έτοιμα γεύματα: Η νέα "μεγάλη κουζίνα" της λιανικής στην Ελλάδα

    Έτοιμα γεύματα: Η νέα "μεγάλη κουζίνα" της λιανικής στην Ελλάδα
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Της Ξανθής Γούναρη 

    Η καθημερινότητα των καταναλωτών αλλάζει ταχύτατα, με τους Gen Z, τους Zillennials και τους Μillennials να επανακαθορίζουν τις διατροφικές συνήθειες σε παγκόσμιο και ελληνικό επίπεδο. Ευκολία, ταχύτητα, flexitarian προσεγγίσεις, wellness και comfort snacking, αλλά και αξίες όπως η βιωσιμότητα και η έξυπνη διαχείριση πόρων, συνθέτουν το νέο πλαίσιο. Στην πράξη, αυτό σημαίνει λιγότερο χρόνο στην κουζίνα και περισσότερη ζήτηση για έτοιμα ή ημιέτοιμα γεύματα, που προσφέρουν συνδυασμό πρακτικότητας και γευστικής απόλαυσης.

    Η τάση αποτυπώνεται ήδη στις σάλες των σούπερ-μάρκετ, όπου οι "γωνιές έτοιμου φαγητού" παύουν να περιορίζονται στο παραδοσιακό ψητό κοτόπουλο και εξελίσσονται σε πολυθεματικούς πάγκους με μαγειρευτά, χορτοφαγικά πιάτα, σαλάτες, ακόμα και sushi. Η εμπλοκή αναγνωρίσιμων σεφ, όπως ο Άκης Πετρετζίκης στη συνεργασία του με την ΑΒ Βασιλόπουλος, ενισχύει το πρεστίζ και δημιουργεί προστιθέμενη αξία.

    Το mega factory του Σκλαβενίτη

    Κομβική εξέλιξη αποτελεί η στρατηγική επένδυση του ομίλου Σκλαβενίτη στην κατηγορία. Η εξαγορά της αλυσίδας "Σπιτική Κουζίνα" του Νίκου Σαλαπατάρα, σε συνδυασμό με την κατασκευή εργοστασίου έτοιμων γευμάτων στη Μαγούλα, ύψους 100 εκατ. ευρώ, αλλάζει τα δεδομένα. Το νέο εργοστάσιο, που υλοποιείται μέσω της θυγατρικής "Αύρα Παραγωγή Γευμάτων", θα έχει δυνατότητα παρασκευής έως 250.000 μερίδων ημερησίως, πενταπλάσιας ποσότητας από τις σημερινές παραγωγικές δυνατότητες του ομίλου.

    Το έργο, που έχει αναλάβει η Άβαξ, περιλαμβάνει υπερσύγχρονες υποδομές 24.000 τ.μ. και θα ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2026. Η "Σπιτική Κουζίνα" συνεχίζει να λειτουργεί τα 25 καταστήματά της στην Αττική, προσφέροντας γεύματα σε τιμές που δεν ξεπερνούν τα 6 ευρώ ανά πιάτο, και συνεργάζεται ήδη με το efood, διευρύνοντας το δίκτυο διανομής. Μόνο το 2023 η Salas Intergroup εμφάνισε κύκλο εργασιών 33,78 εκατ. ευρώ, σχεδόν διπλάσιο από το 2022, με καθαρά κέρδη 3,68 εκατ. ευρώ.

    Η αντεπίθεση της βιομηχανίας

    Οι μεγάλοι παίκτες της βιομηχανίας τροφίμων έχουν επίσης τοποθετηθεί δυναμικά. Υφαντής, Νίκας, Μπάρμπα Στάθης, Φρεσκούλης, Γιώτης, Mega Yeeros, 3άλφα, Πίνδος, Philosofish, Pescanova, Agrino, Creta Farms, Παλίρροια, Καλλιμάνης, Alfa Pastry, Ευβοϊκή Ζύμη και Trata είναι μερικά μόνο από τα ονόματα εταιρειών που διεκδικούν μερίδιο σε μια αγορά που εκτιμάται ότι ξεπερνά τα 500 εκατ. ευρώ ετησίως.

    Η περίπτωση της Πίνδου είναι χαρακτηριστική: τα έτοιμα ψημένα προϊόντα κατέγραψαν άνοδο σχεδόν 30% στο πρώτο εξάμηνο του 2025, ενώ ο γύρος σημείωσε αύξηση 80%. Ο γενικός διευθυντής του Αγροτικού Πτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Ιωαννίνων, Λάζαρος Τσακανίκας, εκτιμά ότι ο τζίρος της συγκεκριμένης κατηγορίας θα αγγίξει τα 15 εκατ. ευρώ φέτος, ενώ στο νέο επενδυτικό σχέδιο, ύψους 70 εκατ. ευρώ, περιλαμβάνεται και δεύτερη γραμμή παραγωγής.

    Η ανατομία της αγοράς

    Σύμφωνα με στοιχεία της ICAP, η κατανομή της αγοράς παρουσιάζει ενδιαφέρον. Τα κατεψυγμένα φαγητά κρατούν την πρωτοκαθεδρία με 47%-50%, οι κονσέρβες καταλαμβάνουν 25%, τα προϊόντα ψυγείου (έτοιμα ή ημιέτοιμα) φτάνουν στο 16% με ανοδική πορεία, τα αποξηραμένα (σούπες, ζυμαρικά, noodles) στο 3%, ενώ τα προϊόντα ζεστής γωνιάς στο 9,6%.

    Η ανάπτυξη δεν περιορίζεται μόνο σε όγκο, αλλά και σε διαφοροποίηση: low salt, low sugar, vegan επιλογές, αλλά και premium κατηγορίες που απευθύνονται σε πιο απαιτητικό κοινό. Το ράφι των λύσεων "heat and eat" καταγράφει ρυθμό ανάπτυξης άνω του 20% στο πρώτο εξάμηνο του 2025.

    Ακρίβεια και food waste

    Παρά την ακρίβεια, που θεωρητικά θα μπορούσε να ανακόψει τη ζήτηση, αρκετά νοικοκυριά διαπιστώνουν ότι τα έτοιμα γεύματα είναι πιο οικονομική επιλογή από το σπιτικό μαγείρεμα. Το κόστος της πρώτης ύλης, η ενέργεια για μαγείρεμα και –πάνω απ’ όλα– ο χρόνος οδηγούν πολλούς στο συμπέρασμα ότι το έτοιμο φαγητό προσφέρει καλύτερη σχέση αξίας/κόστους.

    Ενδεικτική είναι η σύγκριση: ένα σουβλάκι κοστίζει πλέον 3,5 έως 4 ευρώ, ενώ μια μερίδα παστίτσιο 400 γραμμαρίων από το σούπερ-μάρκετ κοστίζει 5,20 ευρώ. Αν και η δεύτερη επιλογή φαίνεται ακριβότερη σε απόλυτο νούμερο, στην πραγματικότητα παρέχει διπλάσια ποσότητα φαγητού και μπορεί να καλύψει πλήρως ένα κύριο γεύμα. Έτσι, η αξία ανά γραμμάριο ή ανά θερμίδα είναι συχνά καλύτερη από το "γρήγορο" street food.

    Όπως αναφέρει στέλεχος εταιρείας μετρήσεων, "αν κάποιος υπολογίσει τον χρόνο που χρειάζεται για να ψωνίσει, να μαγειρέψει και να καθαρίσει, τότε ένα έτοιμο γεύμα σε προσιτή τιμή αποτελεί ρεαλιστική επιλογή". Επιπλέον, συμβάλλει στον περιορισμό του food waste, καθώς οι μερίδες είναι προσαρμοσμένες σε ατομικές ανάγκες, μειώνοντας τις σπατάλες που παρατηρούνται συχνά στο σπιτικό μαγείρεμα.

    Μονοπρόσωπα νοικοκυριά και νέα μοντέλα

    Η ζήτηση ενισχύεται από την αύξηση των μονομελών νοικοκυριών, που αποτελούν βασικούς καταναλωτές. Εξίσου σημαντική είναι η στροφή σε πιο υγιεινό τρόπο ζωής, με έμφαση σε προϊόντα χαμηλής περιεκτικότητας σε αλάτι, ζάχαρη και κορεσμένα λιπαρά. Νέα μοντέλα, όπως τα "fresh boxes" με υλικά σε σωστές δόσεις για μια συνταγή, απαντούν στην ανάγκη για ευκολία χωρίς σπατάλη.

    Η διεθνής εικόνα

    Η παγκόσμια αγορά των έτοιμων γευμάτων (Ready-to-Eat meals) βρίσκεται σε φάση εκρηκτικής ανάπτυξης. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, θα αυξηθεί από 213,92 δισ. δολάρια το 2025 σε 515,80 δισ. δολάρια το 2035, με ετήσιο σύνθετο ρυθμό ανάπτυξης (CAGR) 9,2%. Η Βόρεια Αμερική διατηρεί το μεγαλύτερο μερίδιο με 43,3%, η Ευρώπη ακολουθεί με 33,41%, ενώ η Κίνα αναδεικνύεται κορυφαία αγορά στην Ασία-Ειρηνικό με εκτιμώμενα έσοδα 164 δισ. δολαρίων το 2025.

    Προοπτικές και προκλήσεις

    Στην Ελλάδα το στοίχημα αφορά όχι μόνο τη διεύρυνση του μεριδίου αγοράς, αλλά και την ποιότητα, την ασφάλεια και τη βιωσιμότητα της παραγωγής. Ο ανταγωνισμός εντείνεται, καθώς οι καταναλωτές αναμένουν value for money αλλά και εμπειρία. Από την πλευρά των επιχειρήσεων, η διαφοροποίηση, οι επενδύσεις σε παραγωγικές μονάδες και η στρατηγική συνεργασία με δίκτυα διανομής (σούπερ-μάρκετ, πλατφόρμες delivery) είναι τα κλειδιά για να κερδηθεί το παιχνίδι.


     

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ