Συνεχης ενημερωση

    Τρίτη, 16-Ιουλ-2024 13:33

    Κωνσταντίνος Στυλιαράς (ΣΒΕ): Η ανταγωνιστική θέση της Ελλάδας στην Παγκόσμια Επετηρίδα για την Ανταγωνιστικότητα 2024 του IMD

    Κωνσταντίνος Στυλιαράς (ΣΒΕ): Η ανταγωνιστική θέση της Ελλάδας στην Παγκόσμια Επετηρίδα για την Ανταγωνιστικότητα 2024 του IMD
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Η εικόνα της Ελλάδας ως μιας χώρας η οποία "εξάγει" κυρίως τουριστικές υπηρεσίες αποτελεί μέρος μόνον της πραγματικής εικόνας, δεδομένου ότι η αξία των εξαγωγών προϊόντων (αγροτικών και μεταποιημένων) είναι τριπλάσια από αυτή των υπηρεσιών (€325 δισ., έναντι €110,8 δισ. αντίστοιχα),  με τις εξαγωγές προϊόντων "υψηλής τεχνολογίας" ως ποσοστό των συνολικών εξαγωγών προϊόντων να υπερδιπλασιάζονται κατά την προηγούμενη χρονιά, τονίζει ο Κωνσταντίνος Στυλιαράς, αναλυτής στη Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Μελετών του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ).

    Όπως σημειώνει, στο εξώφυλλο του φετινού προφίλ της Ελλάδας στην Παγκόσμια Επετηρίδα για την Ανταγωνιστικότητα του IMD, αποτυπώνεται μία φωτογραφία από την "βαριά βιομηχανία" της χώρας: μία ειδυλλιακή φωτογραφία από το ηλιοβασίλεμα σε κάποιο ελληνικό νησί. Η εικόνα αυτή αντανακλά την αντίληψη του κόσμου σχετικά με την ελληνική οικονομία, ότι δηλαδή πρόκειται για μία οικονομία που στηρίζεται στην κατανάλωση και την παροχή υπηρεσιών. Και όντως, τα τελευταία 10 χρόνια, η Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ των 10 πρώτων χωρών ως προς τις εισπράξεις από τον τουρισμό ως ποσοστό του ΑΕΠ (8% του ΑΕΠ για το 2023. Επίσης, την περυσινή χρονιά οι υπηρεσίες κάλυψαν το 78% του ΑΕΠ (έναντι 18% της βιομηχανίας και 4% του πρωτογενούς τομέα).

    Τα στοιχεία αυτά όμως είναι ένα μέρος της εικόνας. Για παράδειγμα, η αξία των εξαγωγών προϊόντων (αγροτικών και μεταποιημένων) είναι τριπλάσια από αυτή των υπηρεσιών (€325 δισ., έναντι €110,8 δισ. αντίστοιχα),  με τις εξαγωγές προϊόντων "υψηλής τεχνολογίας" ως ποσοστό των συνολικών εξαγωγών προϊόντων να υπερδιπλασιάζονται κατά την προηγούμενη χρονιά (14,2% το 2023, έναντι 6,1% το 2022), αποτελώντας και τον δείκτη με τη δεύτερη σημαντικότερη βελτίωση για την Ελλάδα στην Παγκόσμια Επετηρίδα για την Ανταγωνιστικότητα του IMD το 2024. Υψηλότερη είναι και η παραγωγικότητα της βιομηχανίας από αυτή των υπηρεσιών.

    Τα στοιχεία αυτά δείχνουν τη δυναμική της ελληνικής μεταποίησης και αντανακλούν τη σημασία της για την εθνική οικονομία. Πρέπει δε να σημειωθεί ακόμη ένα σημαντικό στοιχείο: η υψηλή διαφοροποίηση των εξαγωγικών προορισμών της Ελλάδας, γεγονός που συμβάλει στην ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας και στην ικανότητα να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις που προκύπτουν από τις εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο. Η χώρα βρίσκεται στη 2η θέση στον σχετικό δείκτη (με την Τουρκία να καταλαμβάνει την πρώτη).

    Οι παραπάνω δείκτες είναι μερικοί από τους 336, τους οποίους ανέλυσε το Ερευνητικό Κέντρο για την Παγκόσμια Ανταγωνιστικότητα του IMD για το 2024, προκειμένου να αξιολογήσει την ανταγωνιστική θέση των 67 οικονομιών που συμμετέχουν στην Παγκόσμια Επετηρίδα για την Ανταγωνιστικότητα. Οι 336 δείκτες συντίθενται σε είκοσι ενοποιημένους δείκτες, οι οποίοι με τη σειρά τους ενοποιούνται σε τέσσερις κατηγορίες δεικτών. Από τη σύνθεση των επιδόσεων στις τέσσερις κατηγορίες προκύπτει ο συνολικός δείκτης ανταγωνιστικότητας της κάθε οικονομίας.

    Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Επετηρίδας για την Ανταγωνιστικότητα του IMD, που ανακοινώθηκαν πριν λίγες μέρες από τον Σύνδεσμο Βιομηχανιών Ελλάδος (επίσημο εκπρόσωπο του IMD στην Ελλάδα από το 2001, σε συνεργασία με το ΙΟΒΕ), η ανταγωνιστική θέση της χώρας το 2024 βελτιώθηκε κατά δύο θέσεις σε σχέση με την περυσινή χρονιά, καταλαμβάνοντας την 47η θέση μεταξύ 67 οικονομιών.

    Η βελτίωση αυτή αποδίδεται κυρίως στην βελτίωση κατά έξι θέσεις στην κατηγορία "Οικονομική Αποδοτικότητα", η οποία αξιολογεί την εξέλιξη μακροοικονομικών μεγεθών της οικονομίας, την απασχόληση και τις τιμές, κατά τέσσερεις θέσεις στην κατηγορία δεικτών "Επιχειρηματική Αποτελεσματικότητα", η οποία και αξιολογεί το βαθμό στον οποίο το θεσμικό περιβάλλον επιτρέπει στις επιχειρήσεις να δραστηριοποιούνται με όρους κερδοφορίας, καινοτομίας και υπευθυνότητας, αλλά και στην οριακή βελτίωση κατά μία θέση και στην κατηγορία δεικτών "Κυβερνητική Αποτελεσματικότητα", η οποία αξιολογεί τον βαθμό κατά τον οποίο οι κυβερνητικές πολιτικές συνεισφέρουν στην ανταγωνιστικότητα. Στην τέταρτη κατηγορία δεικτών, αυτή των "Υποδομών", η Ελλάδα διατηρεί την 40η θέση. 

    Είναι ιδιαίτερα σημαντικό, ότι το 2024 η Ελλάδα σημείωσε βελτίωση τόσο της κατάταξης, όσο και της βαθμολογίας της στο συνολικό δείκτη ανταγωνιστικότητας, σε μία χρονιά όπου μόνο 8 χώρες της Ε.Ε. βελτίωσαν την ανταγωνιστική τους θέση, ενώ 18 χώρες κατέγραψαν επιδείνωση. Το τελευταίο αυτό σημείο επιβεβαιώνει την υποχώρηση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας σε διεθνές επίπεδο, η οποία φαίνεται να αδυνατεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά στις προκλήσεις που προέρχονται από τις παγκόσμιες εξελίξεις.

    Οι αυξανόμενες γεωπολιτικές εντάσεις, η αβεβαιότητα των τιμών ενέργειας, ο εντεινόμενος ανταγωνισμός της Κίνας ιδιαίτερα στο πεδίο των πράσινων τεχνολογιών και της πράσινης μετάβασης, αλλά και η πολιτική των ΗΠΑ για την άμεση ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα που δημιουργεί μία πιθανή αλλαγή της πολιτικής ηγεσίας των ΗΠΑ αναφορικά με τις εμπορικές σχέσεις με την Ε.Ε., δημιουργούν ένα δύσκολο περιβάλλον για την ευρωπαϊκή οικονομία. Το περιβάλλον αυτό δυσχεραίνει η ήπια, παρά δυναμική, προσέγγιση της ευρωπαϊκής πολιτικής στα παραπάνω πεδία. Παρόλα αυτά, ευρωπαϊκές οικονομίες καταφέρνουν να βρίσκονται ψηλά στην κατάταξη της Παγκόσμιας Επετηρίδας για την Ανταγωνιστικότητα του IMD, ακόμη και στην πρώτη τριάδα.

    Η πρώτη δεκάδα των χωρών της παγκόσμιας κατάταξης κυριολεκτικά κυριαρχείται από μικρές οικονομίες, αποδεικνύοντας ότι η ανταγωνιστικότητα μιας οικονομίας δεν εξαρτάται από το μέγεθός της. Σιγκαπούρη, Ελβετία και Δανία συνθέτουν την πρώτη τριάδα των πλέον ανταγωνιστικών οικονομιών, ενώ ακολουθούν σε σειρά κατάταξης Ιρλανδία, Χόνγκ – Κόνγκ (περ. Κίνας) , Σουηδία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Ταιβάν (Κιν. Ταϊπέι), Ολλανδία και Νορβηγία. Γίνεται σαφές ότι οι χώρες της πρώτης δεκάδας (πλην ίσως των Σκανδιναβικών χωρών), δεν μοιράζονται πολλά κοινά σημεία, γεγονός που με τη σειρά του υποδεικνύει ότι δεν υπάρχει "συνταγή" για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.

    Επομένως, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τεθούν σε προτεραιότητα στοχευμένες πολιτικές οι οποίες αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις και ενδυναμώνουν τα δυναμικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας. Μία από τις σημαντικότερες προκλήσεις της χώρας σήμερα είναι η χαμηλή αποτελεσματικότητα της αγοράς εργασίας. Τα στοιχεία της Παγκόσμιας Επετηρίδας για την Ανταγωνιστικότητα επιβεβαιώνουν αυτή την αδυναμία: ενώ στον ενοποιημένο δείκτη "Απασχόληση" (έναν από τους 20 ενοποιημένους δείκτες), η Ελλάδα καταγράφει άλμα κατά 14 θέσεις (από την 61η το 2023, στην 47η το 2024), καταγράφοντας τη δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση του ποσοστού απασχόλησης, στον επιμέρους δείκτη που αξιολογεί τη διαθεσιμότητα εξειδικευμένου προσωπικού, η χώρα βρίσκεται μόλις στην 54η θέση.

    Επιπλέον, σύμφωνα με τα στοιχεία που καταγράφει η Παγκόσμια Επετηρίδα για την Ανταγωνιστικότητα 2024 του IMD, η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από χαμηλό βαθμό προσέλκυσης ανθρώπινου δυναμικού υψηλών προσόντων από το εξωτερικό, ενώ και το brain drain θέτει σημαντικούς φραγμούς για την αποτελεσματική δραστηριοποίηση των επιχειρήσεων σε όρους ανταγωνιστικότητας. Αναποτελεσματικός χαρακτηρίζεται επίσης ο τρόπος υλοποίησης του θεσμού της μαθητείας στη χώρα. Σε όλους αυτούς τους δείκτες, η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις.

    Το πρόβλημα της αδυναμίας εύρεσης προσωπικού κατάλληλων δεξιοτήτων γίνεται ακόμη εντονότερο όταν εστιάσουμε στις μεταποιητικές επιχειρήσεις της περιφέρειας. Αποθαρρυντικός παράγοντας για τη μετακίνηση προσωπικού κατάλληλων δεξιοτήτων στην περιφέρεια είναι οι ελλιπείς υποδομές. Και εδώ καταγράφονται ορισμένα παράδοξα: σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Επετηρίδας για την Ανταγωνιστικότητα 2024 του IMD, η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση του δείκτη αναλογίας δασκάλων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης ως προς τον αριθμό των μαθητών, καθώς και στον δείκτη του αριθμού ιατρών ως προς τον συνολικό πληθυσμό, ενώ βρίσκεται στην τέταρτη θέση του δείκτη αναλογίας καθηγητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ως προς τον αριθμό των μαθητών.

    Και όμως, σε πολλά περιφερειακά σχολεία και νοσοκομεία καταγράφονται ελλείψεις. Ενώ, λοιπόν, η κατηγορία δεικτών "Υποδομές" αποτελεί αυτόν στον οποίο η Ελλάδα διαχρονικά καταγράφει τις καλύτερες επιδόσεις της, εστιάζοντας στο εσωτερικό της χώρας σημειώνονται ισχυρές περιφερειακές ανισότητες. Και δεν είναι μόνο οι επιστημονικές ή τεχνολογικές υποδομές. Και σε επίπεδο βασικών υποδομών η χώρα βρίσκεται στις χαμηλότερες θέσεις. Στον δείκτη που αξιολογεί την ποιότητα των διαμετακομιστικών υποδομών, η Ελλάδα βρίσκεται στην 44η θέση μεταξύ 67 χωρών, ενώ η χώρα καταλαμβάνει την 50η θέση στο δείκτη που αξιολογεί την κάλυψη και την αποτελεσματικότητα των υποδομών ενέργειας. 

    Τα παραπάνω στοιχεία έχουν επίδραση στη διαμόρφωση της ελκυστικότητας της χώρας συνολικά ως προορισμού ξένων επενδύσεων. Παρά τις αδυναμίες που καταγράφηκαν, η χώρα βρίσκεται στην 21η θέση του δείκτη εισροών άμεσων ξένων επενδύσεων ως ποσοστού του ΑΕΠ. Εκτός των θετικών εξελίξεων που αναφέρθηκαν, σημεία που βελτιώνουν την ελκυστικότητα της χώρας είναι το επίπεδο μισθών στη βιομηχανία (23η θέση), ο χαμηλός κίνδυνος πολιτικής αστάθειας (17η θέση), ο αριθμός διαδικασιών για την ίδρυση μιας start-up (6η θέση), καθώς και η ελκυστικότητα των επενδυτικών κινήτρων για τους ξένους επενδυτές (14η θέση). Τα στοιχεία αυτά πρέπει να ενισχυθούν περαιτέρω μέσω πολιτικών που θα έχουν επίπτωση στην πραγματική οικονομία και -εν τέλει- στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και της ελληνικής οικονομίας. Ειδικά σημεία ενδιαφέροντος πρέπει να αποτελέσουν:

    -η δημιουργία ενός φιλικότερου περιβάλλοντος λειτουργίας των επιχειρήσεων, καθώς η χώρα βρίσκεται στην 59η θέση μεταξύ 67 οικονομιών στον δείκτη που αξιολογεί το κατά πόσο το νομοθετικό και ρυθμιστικό περιβάλλον ευνοεί την ανταγωνιστική δραστηριοποίηση των επιχειρήσεων.

    -η υποστήριξη των επιχειρήσεων για την ψηφιακή μετάβαση, καθώς στον δείκτη που αξιολογεί τη χρήση ψηφιακών εργαλείων και τεχνολογιών η χώρα βρίσκεται στην 63η θέση, και στην 58η θέση στον αντίστοιχο δείκτη για τη χρήση big data και analytics. Μάλιστα, η υποστήριξη της ψηφιακής μετάβασης αναγνωρίζεται ως μία από τις τρεις βασικές προκλήσεις για την ανταγωνιστικότητα των χωρών σε διεθνές επίπεδο από το IMD.

    -η βελτίωση της πρόσβασης των επιχειρήσεων σε κεφάλαια, με την Ελλάδα να κατατάσσεται στην 58η θέση στον δείκτη αξιολόγησης της ευκολίας πρόσβασης σε κεφάλαια.

    -η αντιμετώπιση του  δημογραφικού προβλήματος, με τη χώρα να βρίσκεται στην 62η θέση του δείκτη γήρανσης και στην 60η θέση του δείκτη μεταβολής του εργατικού δυναμικού.

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ