Του Σπύρου Ν. Λίτσα
Από άνθρωπο πολύ κοντά μου ετέθη το ερώτημα "αν έχει θέση ο διάλογος των Μηλίων στον Ρώσο-ουκρανικό πόλεμο;" O συνομιλητής μου μη ειδικός σε θέματα Διεθνών Σχέσεων αλλά με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη Διεθνή Πολιτική υπονοούσε ότι από τη στιγμή που ο ισχυρός επιβάλει τη βούληση του και ο αδύναμος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του, τότε η Ουκρανία οφείλει να δώσει γη και ύδωρ και η ρωσική σημαία να κυματίσει στην Πλατεία Ελευθερίας του Κιέβου. Για άλλη μια φορά αντιλαμβάνομαι πόσο λάθος ο Θουκυδίδης φτάνει στα αυτιά της κοινωνίας σήμερα.
Ο διάλογος των Μηλίων δεν αποτελεί "οδηγό επιβολής" του ισχυρού στον αδύναμο. Κυρίως εξαιτίας του ότι ο πόλεμος είναι χαμαιλέοντας και μεταβάλει το εξελικτικό του γίγνεσθαι ανάλογα με τα ερεθίσματα που λαμβάνει από τα εμπλεκόμενα μέρη. Επίσης, αν ήταν τόσο ξεκάθαρο για το ποιος είναι ο ισχυρός και ποιος ο αδύναμος τότε τα έθνη δεν θα πολεμούσαν. Θα εναπόθεταν τα υλικά φορτία ισχύος τους σε μια κλίμακα τελικής κρίσης και το αποτέλεσμα θα καθόριζε την έκβαση της σύγκρουσης. Μόνο που τα πράγματα δεν είναι έτσι για πολλούς λόγους.
Αρχικώς, οι άυλοι συντελεστές ισχύος δεν καταμετρούνται. Δεν μπορεί κάποιος δηλαδή να αναλύσει με ποσοτικούς όρους το ποσοστό φιλοπατρίας ή στρατηγικού ορθολογισμού που διαπερνά τα εμπλεκόμενα μέρη σε έναν πόλεμο. Τα άρματα μάχης μετρώνται. Δεν μπορεί να καταμετρηθεί όμως η διάθεση και ο επαγγελματισμός του χειριστή του άρματος πριν ο πόλεμος ξεκινήσει. Η ομορφιά του διαλόγου των Μηλίων έγκειται στο επιχείρημα των Αθηναίων σχετικά με το ποιος επιβάλλει και το ποιος υποχωρεί. Η φράση αυτή όμως δεν σημαίνει ότι ο λιγότερο ισχυρός οφείλει πάντα να παραδίδεται στις ορέξεις του ισχυρότερου. Αντιθέτως, αποτελεί τη de profoundis παραίνεση της υποχρέωσης ενός κράτους στο να ασκεί ελεύθερη πολιτική και να προστατεύει την παρουσία του και τα συμφέροντα του στο διεθνές στερέωμα, υπό την προϋπόθεση της ορθολογικής προετοιμασίας αυτού ως προς την ανάληψη μιας τέτοιας προσπάθειας είτε εν καιρώ ειρήνης ή πολέμου. Αν ένα κράτος, όπως οι Μήλιοι προκρίνουν το μεταφυσικό, π.χ. ότι οι θεοί βοηθούν τον αδύναμο, ή ότι οι Σπαρτιάτες θα σπεύσουν να τους βοηθήσουν γιατί είναι σύμμαχοί τους, τότε οι Αθηναίοι έχουν κάθε δίκιο να τους θυμίσουν πως ο ισχυρός επιβάλει τη βούλησή του και πως η Μήλος είναι εξαιρετικά μικρή ως μέγεθος για να διακινδυνεύσει η Σπάρτη μια σύγκρουση με το πανίσχυρο Αθηναϊκό ναυτικό, όντας η ίδια νησί.
Ο διάλογος των Μηλίων δεν αποτελεί ένα κομμάτι αποθέωσης του πολιτικού κυνισμού που μετά από αιώνες θα τον συναντήσουμε στα ισουητικά κείμενα, ή σε εσχατολογικά γραπτά της άκρας δεξιάς, της άκρας αριστεράς, ή του φονταμενταλιστικού Ισλάμ. Αντιθέτως αποτελεί την τέλεια υπενθύμιση του πόσο δύσκολος είναι ένας πόλεμος όχι μόνο για να κερδηθεί αλλά και για να μπορέσει να ξεκινήσει. Και στο σημείο αυτό, οι όποιες ισχνές εννοιολογικές συνιστώσες συνδέουν τη θουκυδίδειο ανάλυση με το Ρώσο-ουκρανικό πόλεμο σταματούν.
Η Ουκρανία δεν είναι Μήλος. Το Κίεβο γνώριζε πως αργά ή γρήγορα θα ερχόταν η στιγμή της Ρωσικής επίθεσης, τα δείγματα ήδη είχαν δοθεί με τις επαρχίες Ντόνετσκ και Λουγκάνσκ, καθώς και με την Κριμαία, και προετοιμαζόταν αναλόγως. Η στρατιωτική κινητοποίηση της Ουκρανίας θα πρέπει να διδάσκεται στα χρόνια που θα έρθουν ως προς την αποτελεσματικότητα της, ενώ και η δυνατότητα του Ζελένσκι να λειτουργήσει ως "πυλώνας συσπείρωσης" των Ουκρανών - μετά από τις πρώτες ώρες αποπροσανατολισμού, δείχνει ότι το επιτελείο του είχε στελεχωθεί σωστά τα προηγούμενα χρόνια από γνώστες της Στρατηγικής Θεωρίας και των Ψυχολογικών Επιχειρήσεων και όχι από μαθητευόμενους μάγους της λογικής "αφήστε τη σημαία να την πάρει ο άνεμος". Αυτός είναι ένας πόλεμος που η Ουκρανία τον έχει "παίξει" πολλές φορές ως σενάριο στο παρελθόν, παραδειγματίστηκε από την κατάρρευση των Γεωργιανών το 2008 και των Αρμενίων πριν από μερικούς μήνες, και δείχνει πως είναι και ικανή αλλά και πρόθυμη να συνεχίσει να μάχεται. Για πόσο καιρό; Ουδείς μπορεί να γνωρίζει αλλά η αντίσταση των Ουκρανών δείχνει ότι ο Πόλεμος δεν εξελίσσεται ως μια γραμμική υπόθεση.
Ούτε όμως η Ρωσία είναι Αθήνα. Αρχικώς ο Πούτιν θα πρέπει να προβληματισθεί σοβαρά για το πώς οι Αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν καταφέρει να γνωρίζουν ακριβώς τι λεγόταν στις κλειστές συσκέψεις με τους επιτελείς του σχετικά με την Ουκρανία. Ο Λευκός Οίκος το διάστημα πριν την έναρξη του Πολέμου διέσυρε διεθνώς τα συστήματα εσωτερικής ασφάλειας του Κρεμλίνου, αφού το μόνο που δεν μαθαίναμε είναι τι ώρα πήγαινε ο Ρώσος Πρόεδρος για ύπνο. Τεράστια επιτυχία των Αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών που λειτούργησε στην αποδόμηση του προφίλ του Ρώσου Προέδρου τα πρώτα κρίσιμα 24ωρα του πολέμου. Στη συνέχεια, η στρατιωτική κινητοποίηση των Ρώσων ήταν κατώτερη των "αυτοπροβαλλόμενων προφητειών" περί ενός αστραπιαίου πολέμου που θα οδηγούσε στην κατάρρευση του αντιπάλου σε λίγες ώρες. Η επιμελητεία του Ρωσικού στρατού δεν ήταν προετοιμασμένη για επιχειρήσεις τακτικής εμπλοκής, ενώ η προέλαση είναι αργή και με υψηλό τίμημα σε ζωές και υλικό κόστος. Αν μέχρι σήμερα εξετάζαμε με προσοχή τις δυσκολίες αντιμετώπισης του ανταρτοπολέμου που οι Ταλιμπάν ασκούσαν στο Αφγανιστάν για χρόνια, πλέον θα πρέπει να μελετήσουμε με προσοχή τα δόγματα του αστικού πολέμου που σήμερα θέτονται σε λειτουργία με ιδιαίτερη επιτυχία από την Ουκρανία.
Η Ρωσία δεν κερδίζει τον πόλεμο αυτό μέχρι σήμερα. Ούτε και η Ουκρανία τον κερδίζει, αν και ο στρατός της έχει επιδείξει μια αξιοθαύμαστη αντοχή αλλά και πίστη στο εγχείρημα. Ένας πόλεμος άλλωστε έχει πάντα τα ακόλουθα αποτελέσματα: νίκη - μη νίκη - ήττα - μη ήττα. Αυτό που έχει πετύχει σίγουρα η Ουκρανία και αφορά τα ταχύτατα αντανακλαστικά της ηγεσίας του κράτους που αντιλαμβάνεται άριστα τη δύναμη της εικόνας είναι να κερδίσει κατά κράτος τη διεθνή αναγνώριση της προσπάθειας άμυνας περί βωμών και εστιών απέναντι στα θολά επιχειρήματα της άλλης πλευράς. Η πολυπλοκότητα άλλωστε του πολεμικού φαινομένου έγκειται κυρίως στο ότι αυτό εξελίσσεται σε διάφορα επίπεδα, στα πεδία των μαχών, στα μετόπισθεν, στους τηλεοπτικούς δείκτες και πλέον και στις οθόνες των smart phones & tablets ελέω social media.
Τι θα μας έλεγε ο Θουκυδίδης σήμερα αν είχαμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε μαζί του για όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία; Σίγουρα τίποτε σχετικά με το Διάλογο των Μηλίων. Ίσως να επέλεγε να μας μιλήσει για τη σημασία του "Επιτάφιου" και το ρόλο του κύρους του κράτους στο διεθνές γίγνεσθαι. Σήμερα βλέπουμε το κύρος της Ρωσίας, ως στρατιωτική δύναμη, ως αξιακός πυρήνας συσπείρωσης τουΣλαβικού στοιχείο διεθνώς, αλλά και ως μεταψυχροπολεμικός πυλώνας στο διεθνές σύστημα ασφάλειας να κατακρημνίζεται σε βάθη που ούτε η ηχηρή κατάρρευση της ΕΣΣΔ δεν είχε καταφέρει να αποκαλύψει.
Του Σπύρου Ν. Λίτσα
Καθηγητή Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας