Τρίτη, 11-Οκτ-2016 17:45
Ύφεση 0,3% - 0,5% φέτος και ανάπτυξη 1,5% - 2% το 2017 "βλέπει" το ΙΟΒΕ
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ 18:31
Ύφεση 0,3% - 0,5% "βλέπει" για το 2016 το ΙΟΒΕ (αναθεωρώντας προς τα κάτω τις προβλέψεις του), ενώ για το 2017 αναμένει ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας κατά 1,5% - 2% (έναντι προβλέψεων του ΥΠΟΙΚ για -0,3% και για 2,7% αντίστοιχα), με την ανεργία να εκτιμάται πως θα θα υποχωρήσει κάτω από το 24%, το 2016, ενώ το 2017 θα διαμορφωθεί ελαφρώς υψηλότερα από 22,5%.
Το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών παρατηρεί πως η αβεβαιότητα παραμένει, παραπέμποντας στο προσφυγικό, στα capital controls, στην εκκρεμότητα των "κόκκινων δανείων", στην απουσία επενδύσεων, ενώ υπογραμμίζει τη σημασία της διευθέτησης του θέματος του χρέους και της δρομολόγησης των ιδιωτικοποιήσεων.
Ειδικότερα, στην τελευταία τριμηνιαία έκθεσή του για την ελληνική οικονομία, το ΙΟΒΕ εκτιμά πως η αβεβαιότητα για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας έχει ελαφρώς καμφθεί από την ολοκλήρωση της κύριας φάσης της α’ αξιολόγησης του τρίτου μνημονίου τον περασμένο Μάιο, αλλά και την ανάκτηση της πρόσβασης στο βασικό μηχανισμό παροχής ρευστότητας της ΕΚΤ (επαναφορά του waiver). Από την άλλη πλευρά, στο θέμα των προσφυγικών ροών, τα δεδομένα έχουν επιδεινωθεί. "Τα σημάδια εξασθένισης της αβεβαιότητας δεν συνεπάγονται ότι έχει αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία", σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Άλλωστε, το μεγαλύτερο μέρος των καταθέσεων, οι οποίες αποσύρθηκαν από τις τράπεζες δεν έχει επιστρέψει σε αυτές, οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων συνεχίζονται για περισσότερο από ένα χρόνο, χωρίς να μπορεί να εκτιμηθεί έστω προσεγγιστικά το πότε θα αρθούν.
Επιπλέον, δεν έχει ξεκινήσει η διαχείριση των "κόκκινων δανείων", υπό τις δυνατότητες που παρέχει το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο, διαδικασία με επιδράσεις στα διαθέσιμα κεφάλαια και τον πραγματικό πλούτο επιχειρήσεων και νοικοκυριών που δεν μπορούν να προβλεφθούν.
Επίσης, επισημαίνεται ότι, παρά την άνοδό του μετά το τέλος της αξιολόγησης, ο δείκτης Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης βρίσκεται το τρέχον έτος συνεχώς κάτω από το περυσινό, ήδη χαμηλό επίπεδό του. Η εξέλιξή του οφείλεται στις προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάστασή τους, καθώς και για την οικονομική κατάσταση της χώρας στο επόμενο δωδεκάμηνο, που παραμένουν πολύ πιο δυσμενείς από ότι την ίδια περίοδο πέρυσι.
Σε ότι αφορά τις επιχειρήσεις, οι αποφάσεις οι οποίες λήφθηκαν στο πλαίσιο της πρώτης αξιολόγησης για θέματα όπως ο φόρος στα κέρδη εταιρειών που τηρούν βιβλία β' κατηγορίας, ο φόρος μερισμάτων και οι ασφαλιστικές εισφορές, τους δημιουργούν νέες επιβαρύνσεις.
Πάντως, το ΙΟΒΕ διαπιστώνει αυξημένη τους τελευταίους μήνες κινητικότητα στο πεδίο των αποκρατικοποιήσεων (επικύρωση νέας σύμβασης για το Ελληνικό, πώληση ΤΡΑΙΝΟΣΕ, μεταβίβαση στην ΕΔΗΣ ΑΕ εταιρειών του Δημοσίου και περίπου 70.000 ακινήτων). Η δραστηριότητα στο πεδίο των αποκρατικοποιήσεων αναμένεται να αποτυπωθεί στις επενδύσεις από το 2017, καθώς απαιτείται χρόνος για την τυπική ολοκλήρωση των σχετικών διαγωνιστικών διαδικασιών και την αδειοδότηση των επενδυτικών σχεδίων.
Πλέον σημαντική εξέλιξη προσεχώς θα αποτελέσει η εκκίνηση των διαπραγματεύσεων για το δημόσιο χρέος. Οι αποφάσεις του Eurogroup της 25ης Μαΐου 2016 για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα με σκοπό την ελάφρυνση της εξυπηρέτησής του θα αποτελέσουν τη βάση των διαπραγματεύσεων, από τις οποίες θα εξαρτηθεί και η συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο τρίτο πρόγραμμα. Η διευκόλυνση της εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους με τις παραπάνω ρυθμίσεις, ενδεχομένως και με πρόσθετες, θα περιορίσει την αβεβαιότητα για τη βιωσιμότητά του και θα βελτιώσει τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας της, ενισχύοντας έτσι την ελκυστικότητά της.
Ανεξάρτητα από τις προοπτικές και τη δυναμική στην ελληνική οικονομία που ενδεχομένως θα προσδώσουν πολιτικοοικονομικές εξελίξεις τους επόμενους μήνες, σε ότι αφορά τις τρέχουσες συνθήκες, η ρευστότητα εξακολουθεί να υπολείπεται αρκετά εκείνης πριν από τη μαζική απόσυρση καταθέσεων και τα capital controls. Απαιτείται η επιστροφή πολύ μεγαλύτερου μέρους των καταθέσεων, η οποία εξαρτάται από τη σταθερότητα στην υλοποίηση του προγράμματος, καθώς και η εισροή ξένων κεφαλαίων, που επηρεάζεται από τα χαρακτηριστικά του επενδυτικού περιβάλλοντος (ρόλος - λειτουργικότητα κράτους, φορολογικό σύστημα, εργασιακές σχέσεις, απονομή δικαιοσύνης), προκειμένου να διευρυνθεί αρκετά η κεφαλαιακή βάση του τραπεζικού συστήματος και να καταστεί δυνατή μια σταθερή, επεκτατική πιστωτική πολιτική.
Εν τω μεταξύ, όπως ανέφερε ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ, Τάκης Αθανασόπουλος κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, για την παρουσίαση της τριμηνιαίας έκθεσης, και σύμφωνα με τα όσα μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 86η θέση, μεταξύ 138 χωρών, ως προς τον δείκτη ανταγωνιστικότητας της, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του World Economic Forum, καταγράφοντας πτώση πέντε θέσεων έναντι της αντίστοιχης έρευνας του 2015. Σύμφωνα με τον κ. Αθανασόπουλο, έξι χρόνια προσπάθειας δεν έφεραν καμία βελτίωση της θέσης της Ελλάδας ως προς τον δείκτη ανταγωνιστικότητας. Αυτό οφείλεται, μεταξύ άλλων, στο υψηλό επίπεδο διαφθοράς, στη χαμηλή οικονομική ελευθερία αλλά και στην απροθυμία ξένων επιχειρήσεων να δραστηριοποιηθούν στη χώρα.
Στα έξι χρόνια της κρίσης, σύμφωνα με τον κ. Αθανασόπουλος, δεν σημειώθηκε βελτίωση στην ελληνική οικονομία. Επίσης δεν απελευθερώθηκαν αποτελεσματικά αγορές, δεν εξασφαλίστηκε διοικητική επάρκεια ενώ η διαφθορά δεν εξαλείφθηκε λόγω των αντιστάσεων των κοινωνικών στρωμάτων που αδυνατούν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Αυτή η αδυναμία προσαρμογής, σύμφωνα με τον κ. Αθανασόπουλος, έχει καταστήσει τις ελληνικές επιχειρήσεις ανίσχυρες στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.