16:00 13/12
Οι Έλληνες αυξάνουν τις καταθέσεις τους - H θετική επίπτωση για τις τράπεζες
Αργά αλλά σταθερά συντελείται ένα νέο κύμα ανοδικής μεταβολής στις καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Του Βασίλη Γεώργα
Σε απεγνωσμένες κινήσεις αυτοπροστασίας που ίσως όμως να ενέχουν τελικά μεγαλύτερο κίνδυνο για τις επενδύσεις και τις αποταμιεύσεις τους, οδηγεί όλο και περισσότερους Έλληνες κεφαλαιούχους και επενδυτές το τοξικό περιβάλλον που διαμορφώνεται στη χώρα.
Η μετακίνηση κεφαλαίων σε «ασφαλή καταφύγια» του εξωτερικού, όχι πλέον μόνο μέσω εμβασμάτων σε ξένες τράπεζες, αλλά και με άνοιγμα κωδικών ή μεταφορά ολόκληρων χαρτοφυλακίων μετοχών σε ξένους brokers, επενδυτικές τράπεζες ή και ιδιωτικές χρηματιστηριακές πλατφόρμες συναλλαγών, τείνει πλέον να λάβει διαστάσεις μεταξύ των Ελλήνων ιδιωτών επενδυτών, που θεωρούν πως οι επενδύσεις τους θα είναι πιο προστατευμένες αν τις αναθέσουν σε κάποιον αλλοδαπό θεματοφύλακα, και όχι στην Ελλάδα.
Διαχειριστές κεφαλαίων από ΑΕΔΑΚ και χρηματιστηριακές εταιρείες κάνουν λόγο για μια τάση «φυγής» που αντί να αποκλιμακωθεί μετά την αρχική συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου και την δρομολόγηση μιας νέας συνολικής συμφωνίας τον Ιούνιο, επεκτάθηκε λόγω των κλιμακούμενων πιέσεων προς την Ελλάδα, πλήττοντας σε αυτή τη νέα φάση όχι τόσο τις καταθέσεις που είχαν ήδη χτυπηθεί από εκροές 17 δισ. ευρώ κατά το προεκλογικό δίμηνο διάστημα Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου, όσο τις επενδυτικές θέσεις ιδιωτών και θεσμικών επενδυτών στις αγορές μετοχών και ομολόγων.
Ήδη μεγάλοι κερδισμένοι από αυτή την μετακίνηση εγχώριων κεφαλαίων εμφανίζονται να είναι οι ξένες επενδυτικές τράπεζες της Ελβετίας, του Βελγίου, της Ολλανδίας, της Μεγάλης Βρετανίας ή της Ιρλανδίας, τα τμήματα private banking ελληνικών και ξένων τραπεζών στο Λουξεμβούργο, αλλά και οι ξένες ηλεκτρονικές χρηματιστηριακές πλατφόρμες που έχουν απορροφήσει τους τελευταίους μήνες σημαντικά κεφάλαια Ελλήνων επενδυτών και traders.
Ωστόσο, στελέχη private banking και χρηματιστές με τους οποίους επικοινώνησε το Capital.gr, σημείωναν με νόημα πως οι Έλληνες επενδυτές θα πρέπει να δώσουν μεγάλη προσοχή στο θέμα των «omnibus accounts». Δηλαδή των κεντρικών λογαριασμών – «κουβάδων» που σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στην Ελλάδα, χρησιμοποιούνται κατά κόρον στο εξωτερικό και αυτή την περίοδο αξιοποιούνται ως «κράχτες» για να προσελκύσουν κεφάλαια φοβισμένων Ελλήνων επενδυτών με το επιχείρημα ότι τα χρήματα κατατίθενται σε ξένους θεματοφύλακες.
Πρόκειται για κοινούς λογαριασμούς όπου εν είδει δεξαμενής, συγκεντρώνονται όλα τα χρήματα και οι συναλλαγές πελατών μιας επενδυτικής τράπεζας, και εν συνεχεία εκκαθαρίζονται και κατανέμονται σε μικρότερους λογαριασμούς κ.ο.κ. Στην πραγματικότητα, όμως, είναι δύσκολο να βρεθεί ο τελικός πελάτης.
Οι συλλογικοί λογαριασμοί καθιερώθηκαν στο εξωτερικό από τότε που οι συναλλαγές γίνονταν σε έγχαρτη μορφή. Έχουν χαμηλότερο κόστος τεχνολογικής υποστήριξης, μικρότερο κόστος προμηθειών, όμως ταυτόχρονα εξυπηρετούν και σκοπιμότητες περιορισμένης διαφάνειας τις οποίες επιδιώκουν να απολαμβάνουν τα funds και οι brokers.
Μέσα σε αυτούς είναι πιο δύσκολο να ελεγχθεί η ροή των κεφαλαίων, αλλά και η «χρήση» τους από τις διαχειρίστριες εταιρείες που μπορούν να αξιοποιούν τα διαθέσιμα ή τις θέσεις των επενδυτών για άλλες συναλλαγές σε μετοχές ή παράγωγα, σε δανεισμό τίτλων κλπ.
Η μεγάλη διαφορά που στην προκειμένη περίπτωση κάνει το ελληνικό Αποθετήριο να είναι ασφαλέστερο και πολύ πιο «διαφανές» σε σχέση με τα συστήματα εκκαθάρισης του εξωτερικού, είναι ότι για κάθε επενδυτή τηρείται ξεχωριστός λογαριασμός στο όνομά του και η εκκαθάριση των συναλλαγών γίνεται σε επίπεδο τελικού πελάτη και όχι κεντρικού λογαριασμού.
Το σύστημα των τελικών λογαριασμών δεν ισχύει μόνο στην Ελλάδα, αλλά στις περισσότερες χώρες της Βόρειας Ευρώπης (Νορβηγία, Δανία, Σουηδία, Φινλανδία), καθώς και σε κεφαλαιαγορές της Ινδίας, τη Βραζιλίας, την Κίνας κ.α, ενώ προσφέρεται ως εναλλακτική των omnibus σε κάποιες άλλες. Το βασικό του πλεονέκτημα για τους επενδυτές είναι πως σε περίπτωση κάποιου «ατυχήματος», ο δικαιούχος των χρημάτων ή των μετοχών ενός λογαριασμού εντοπίζεται αμέσως ενώ τα προβλήματα που ανακύπτουν λ.χ σε περιπτώσεις ανάκτησης-αποζημίωσης των χρημάτων, αντιμετωπίζονται με βάση το εθνικό δίκαιο της χώρας (π.χ ελληνικό) και όχι της χώρας όπου κάθε φορά «παρκάρονται» τα χρήματα μέσω των κεντρικών λογαριασμών.
Οι Omnibus λογαριασμοί έχουν δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα ή και απώλειες κεφαλαίων κατά τη διάρκεια κρίσεων ή «ατυχημάτων», καθώς το σύστημα των κεντρικών λογαριασμών απαιτεί χρόνο και διαδικασίες μέχρι να αποδειχθεί σε ποιον ανήκουν τα χρήματα ή οι μετοχές, τα παράγωγα κλπ. Παρότι οι brokers υποχρεούνται να τηρούν εσωτερικά αρχεία και να δίνουν τη θεματοφυλακή σε τρίτους ή σε θυγατρικές τους ώστε τα λεφτά των πελατών να μην αναμειγνύονται με τα δικά τους assets, όταν συμβαίνει «ατύχημα», το «ξεκαθάρισμα» είναι δύσκολο. Οι επενδυτές πρέπει να περιμένουν να ολοκληρωθεί η εκκαθάριση των συναλλαγών, να ταυτοποιηθούν οι πράξεις και τελικά σε πολλές περιπτώσεις μπλέκουν σε ένα ατέρμονο νομικό κουβάρι μέχρι να βρουν το δίκιο τους.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για λογαριασμούς «μπαμπούσκες»: Ένας Έλληνας ή Βρετανός επενδυτής λ.χ που αγοράζει φινλανδικές μετοχές μέσω μιας γερμανικής επενδυτικής τράπεζας η οποία «σκάει» για κάποιο λόγο, θα σπαταλήσει χρόνο και χρήμα μέχρι η διαδικασία της εκκαθάρισης να εντοπίσει τα περιουσιακά του στοιχεία και να του τα πιστώσει ή να τον αποζημιώσει.
Αντίθετα όπως εξηγεί στέλεχος με γνώση του θέματος, στην Ελλάδα μέσω των ονομαστικών λογαριασμών και της εκκαθάρισης στον τελικό πελάτη, το σύστημα προσφέρει την ασφάλεια ότι αυτός που είναι ο κάτοχος του τελικού λογαριασμού γνωρίζει και προστατεύεται από το δίκαιο ότι είναι δικές του οι μετοχές.
Πρόκειται για έναν μηχανισμό ασφαλείας και διαφάνειας που αναγνωρίζεται ως τέτοιος και από τους ξένους επενδυτές οι οποίοι διατηρούν ανοιχτούς περίπου 100.000 κωδικούς στο ελληνικό χρηματιστήριο. Μπορεί να χάνουν ή να κερδίζουν λεφτά από τις μετοχές, δεν κινδυνεύουν, όμως, να ζημιωθούν ή να μπλέξουν σε νομικές περιπέτειες στην Ελλάδα λόγω κάποιας «αστοχίας» ενός broker αφού το σύστημα αναγνωρίζει μόνο έναν τελικό επενδυτή ο οποίος προφυλάσσεται από τον κίνδυνο κατάρρευσης κάποιου ενδιάμεσου.
Για παράδειγμα ένα αμερικάνικο fund μπορεί να χρησιμοποιήσει ως θεματοφύλακα την «Χ» επενδυτική τράπεζα στις ΗΠΑ, η οποία μετά τη σειρά της να χρησιμοποιεί ως θεματοφύλακα την “Ψ» εταιρεία στο Ηνωμένο Βασίλειο, αυτή να έχει ως θεματοφύλακα την «Ξ» στη Γερμανία και εκείνη την «Α» στο Λουξεμβούργο για φορολογικούς λόγους.
Παρότι στην περίπτωση των omnibus λογαριασμών είναι δύσκολο να παρακολουθήσει κανείς τη διαδρομή και του «ιδιοκτήτες» των χρημάτων ή των μετοχών που κινούνται, στην Ελλάδα σε κάθε περίπτωση οι εντολές «χρεώνονται» απευθείας στον τελικό επενδυτή (σ.σ το αμερικάνικο fund) με αποτέλεσμα ακόμη κι αν κάποιος ενδιάμεσος καταρρεύσει, ο τελικός επενδυτής να μην υπόκειται σε κίνδυνο.
Παρ’ όλα αυτά, το επιχείρημα «ασφάλειας» των χρημάτων σε έναν ξένο θεματοφύλακα -με έδρα π.χ την Ολλανδία, την Αγγλία ή το Βέλγιο που διέπεται από ξένο δίκαιο και συνεπώς δεν επηρεάζεται από τυχόν νομισματικό κίνδυνο στην Ελλάδα- συνεχίζει να βρίσκει ανταπόκριση. Το αποτέλεσμα είναι να καταγράφονται όλο και μεγαλύτερες εκροές κεφαλαίων προς εταιρείες διαχείρισης κεφαλαίων που εδρεύουν στο εξωτερικό.
Ενδεικτικό είναι σε ότι αφορά τα αμοιβαία κεφάλαια, πως από τις αρχές του έτους περίπου 1 δισεκατομμύριο ευρώ εισέρρευσαν σε προϊόντα Διαχείρισης Διαθεσίμων Βραχυπρόθεσμης Διάρκειας στο Λουξεμβούργο μέσω της Eurobank Asset Management, ενώ πάνω από 115 εκατ. ευρώ είναι οι εκροές από τα «απλά» Αμοιβαία Κεφάλαια Διαχείρισης Διαθεσίμων στην Ελλάδα.
Προς θεματοφύλακες του Λουξεμβούργου υπήρξαν αντίστοιχα εισροές 135 εκατ. ευρώ στα Μικτά Funds of Funds καθώς και σε εταιρικά ομόλογα υψηλής διαβάθμισης (π.χ ο NBG Intrnational Fund SICAV της Εθνικής στο Λουξεμβούργο είχε εισροές 20 εκατ. ευρώ το τελευταίο δίμηνο).
Η μεγάλη πτώση του ευρωπαϊκού νομίσματος έναντι του δολαρίου και οι χαμηλές αποδόσεις των ευρωπαϊκών ομολόγων, έχει επίσης συμβάλει στο να ρευστοποιηθούν επενδυτικές θέσεις σε ευρώ και να τοποθετηθούν σε ξένο νόμισμα. Τα διεθνή ομολογιακά αμοιβαία έχουν απορροφήσει εισροές 14 εκατ. ευρώ, τα κρατικά ομολογιακά άλλα 24 εκατ. ευρώ, ενώ αντίθετα έχουν πουληθεί θέσεις 18,5 εκατ. ευρώ στα Ομολογιακά Αμοιβαία Κεφάλαια Ελλάδας.
Όπως, τέλος, σημείωναν οι ίδιοι παράγοντες, το έλλειμμα εμπιστοσύνης οδηγεί πολλούς επενδυτές να διακινδυνεύουν ακόμη και να χάσουν μέρος των κεφαλαίων τους λόγω των συναλλαγματικών ισοτιμιών ή της φούσκας των μετοχών και ομολόγων που δείχνει να έχει δημιουργηθεί μετά από πέντε χρόνια ανόδου των διεθνών αγορών.