Πέμπτη, 23-Οκτ-2025 00:05
Η γαλλική κρίση δεν είναι μόνο πρόβλημα του Μακρόν - είναι και της Ευρώπης

Της συντακτικής ομάδας του Bloomberg
Η Πέμπτη Δημοκρατία της Γαλλίας υποσχέθηκε κάποτε αποφασιστική διακυβέρνηση. Σήμερα είναι κυρίως γνωστή για την παράλυση και το πολιτικό θέατρο. Η τέταρτη κυβέρνηση της χώρας μέσα σε λίγο περισσότερο από ένα χρόνο επιβίωσε μετά βίας από τις προτάσεις μομφής την περασμένη εβδομάδα - και μόνο με την εγκατάλειψη κρίσιμων συνταξιοδοτικών μεταρρυθμίσεων που προορίζονταν να βάλουν σε τάξη τα δημοσιονομικά της χώρας.
Ο Γάλλος οικονομολόγος, Φιλίπ Αγκιόν, ο οποίος βραβεύτηκε φέτος με το Νόμπελ Οικονομίας, κατήγγειλε την πολιτική αστάθεια στη χώρα του ως "τραγωδία για τη Γαλλία". Είναι όμως και ένα μάθημα για όλη την Ευρώπη.
Τα δημοσιονομικά προβλήματα της Γαλλίας και το κομματικό αδιέξοδο δεν είναι τόσο η αιτία όσο η συνέπεια μιας βαθύτερης δυσλειτουργίας: ένα κράτος που ξοδεύει κατά βούληση χωρίς όμως να αποδίδει. Η κυβέρνηση φορολογεί και αναδιανέμει τα έσοδά της περισσότερο από ό,τι σχεδόν οποιοδήποτε άλλο κράτος του ΟΟΣΑ. Σχεδόν 6 στους 10 Γάλλους πολίτες παίρνουν από το κράτος περισσότερα από όσα πληρώνουν.
Αυτό οδήγησε σε ένα διογκούμενο δημοσιονομικό έλλειμμα που εκτιμάται στο 5,4% του ΑΕΠ φέτος, πολύ πάνω από το όριο του 3% της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με την ανάπτυξη να αναμένεται να διαμορφωθεί κάτω από 1% φέτος και με ένα χρέος που συσσωρεύεται, οι δαπάνες αυτές δεν είναι βιώσιμες. Η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας από την S&P την περασμένη εβδομάδα υπογραμμίζει το πώς η πολιτική καθιστά δυσκολότερη τη διόρθωση των διαρθρωτικών προβλημάτων.
Ταυτόχρονα, ενώ οι υψηλοί φόροι και η κυβερνητική γενναιοδωρία έχουν μειώσει τις ανισότητες σε σύγκριση με τις αντίστοιχες χώρες της Γαλλίας, δεν έχουν κάνει αρκετά για να δημιουργήσουν ανάπτυξη ή ευκαιρίες. Η κοινωνική κινητικότητα είναι στάσιμη. Το ίδιο και η φυσική κινητικότητα. Παρόλο που το κράτος δαπάνησε 43 δισεκατομμύρια ευρώ για στεγαστική βοήθεια το 2023 - περίπου 1,5% του ΑΕΠ και περίπου διπλάσιο του μέσου όρου του ΟΟΣΑ - οι παροχές που συνδέονται με την τοποθεσία και η έλλειψη διαθέσιμης προσφοράς έχουν παγιδεύσει οικογένειες σε περιοχές με λίγες θέσεις εργασίας. Εν τω μεταξύ, περισσότεροι από 2,7 εκατομμύρια άνθρωποι βρίσκονται σε λίστες αναμονής για επιδοτούμενη στέγη. Μην απορούμε λοιπόν με αυτούς που έχουν στραφεί προς τα πολιτικά άκρα.
Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ανέλαβε την εξουσία υποσχόμενος να καταστήσει τη Γαλλία πιο ευέλικτη και ανταγωνιστική. Στην αρχή τα κατάφερε, μεταρρυθμίζοντας εν μέρει την αγορά εργασίας, μειώνοντας τον συντελεστή φορολογίας των επιχειρήσεων και τερματίζοντας τη φορολόγηση του πλούτου, γεγονός που προσέλκυσε επενδύσεις στο Παρίσι. Το σχέδιό του το 2023 να αυξήσει την ηλικία συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64 έτη και να επιμηκύνει την περίοδο εισφορών θα είχε ορατό αντίκτυπο στο έλλειμμα.
Αλλά ο Μακρόν απέφυγε τις περικοπές δαπανών που απαιτούνται για να συμβάλει στην εξισορρόπηση του προϋπολογισμού και απέτυχε να πείσει τους Γάλλους για την ανάγκη δραστικών μεταρρυθμίσεων. Η αύξηση του φόρου στα καύσιμα το 2018 και τα σχέδιά του να αυξήσει την ηλικία συνταξιοδότησης έκαναν πολλούς ψηφοφόρους να αισθάνονται ότι βρίσκονταν στο στόχαστρο των πολιτικών του. Η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος έχει πλέον ανασταλεί μέχρι τις προεδρικές εκλογές του 2027 - και θα είναι δύσκολο να επανέλθει ακόμη και τότε.
Οι συνέπειες των αποτυχιών του Μακρόν ξεπερνούν το Παρίσι. Η αστάθεια στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης ταράζει τους επενδυτές - υπογραμμίζει, σαν να χρειαζόταν περαιτέρω απόδειξη, πώς ακόμη και οι ώριμες δημοκρατίες δυσκολεύονται στη διακυβέρνηση όσο το πολιτικό κέντρο συρρικνώνεται.
Το μάθημα για τα κυρίαρχα δημοκρατικά κόμματα είναι διττό. Πρώτον, αν οι ηγέτες δεν οικοδομήσουν γρήγορα συναίνεση γύρω από την ανάγκη αξιόπιστων μεταρρυθμίσεων, επέρχεται πολιτικό αδιέξοδο. Δεύτερον, οι μεγάλες κοινωνικές δαπάνες από μόνες τους δεν θα προσελκύσουν τους ψηφοφόρους, αν δεν βλέπουν παράλληλα την ευκαιρία να βελτιώσουν την προοπτική τους για το μέλλον.
Η Γαλλία εξακολουθεί να διαθέτει αξιοζήλευτα πλεονεκτήματα: εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, υποδομές παγκόσμιας κλάσης και βαθιά βιομηχανική βάση. Αλλά χωρίς πολιτικούς ηγέτες πρόθυμους να ξοδέψουν πιο έξυπνα και να πουν στους πολίτες τους σκληρές αλήθειες, κινδυνεύει να γίνει βραχνάς για την Ευρώπη.
Απόδοση - Επιμέλεια: Λυδία Ρουμποπούλου