Συνεχης ενημερωση

    Τετάρτη, 10-Δεκ-2025 07:30

    Οπτικές ίνες: Σημαντική βελτίωση για την Ελλάδα, παραμένει όμως μεταξύ των ουραγών του ΟΟΣΑ

    188038682 12/22
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Στάθη Βασιλόπουλου

    Σε χαμηλά επίπεδα παραμένει η διείσδυση της οπτικής ίνας στην Ελλάδα αν και τα τελευταία χρόνια οι τρεις βασικοί τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι – ΟΤΕ, Nova, Vodafone και εσχάτως η ΔΕΗ - έχουν προχωρήσει σε μεγάλες επενδύσεις. Γεγονός είναι ότι η χώρα μας σημειώνει σημαντική πρόοδο στην υιοθέτηση των οπτικών ινών, ωστόσο εξακολουθεί να μένει πίσω σε σχέση με τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ.

    Το 2019, μόλις το 0,2% των ευρυζωνικών συνδέσεων στη χώρα βασιζόταν σε οπτικές ίνες, ενώ το υπόλοιπο 99,8% στηριζόταν σε χαλκό. Μέχρι το τέλος του 2024, το ποσοστό των οπτικών ινών ανήλθε στο 14,2%, φέρνοντας την Ελλάδα, από την τελευταία θέση στην τέταρτη από το τέλος στην κατάταξη ΟΟΣΑ, σε σύνολο 38 χωρών. Παρά τη θεαματική αυτή άνοδο, η Ελλάδα παραμένει πολύ κάτω από τον μέσο όρο του οργανισμού, που ανέρχεται στο 46,9%.

    Η πρόοδος αυτή, πάντως, επέτρεψε στην Ελλάδα να ξεπεράσει χώρες που μέχρι πρότινος βρίσκονταν υψηλότερα στη σχετική κατάταξη, όπως η Γερμανία με ποσοστό διείσδυσης 13,7%, η Αυστρία με 13,6% και το Βέλγιο με 10,8%. Παρά τα βήματα προόδου, η απόσταση από τις κορυφαίες χώρες είναι ακόμα μεγάλη.

    Στην κορυφή του ΟΟΣΑ το 2024 βρίσκονται η Ισλανδία με το 93,2% των συνδρομητών να χρησιμοποιεί οπτική ίνα, η Κορέα με 90,5% και η Ισπανία με 89,3%, ενώ ακολουθούν η Φινλανδία με 81,6%, η Λιθουανία με 80,7%, η Ιαπωνία με 79,2%, η Λετονία με 79,0%, η Σουηδία με 77,3%, η Νορβηγία με 75,0% και η Γαλλία με 74,9%. Οι χώρες αυτές αποδεικνύουν τη μεγάλη διαφορά με την Ελλάδα, αλλά η ταχύτατη πρόοδός της από το 0,2% στο 14,2% μέσα σε πέντε χρόνια δείχνει ότι η ανάπτυξη των οπτικών ινών είναι πλέον δυναμική και εμφανής.

    Να σημειωθεί πάντως πως η Ελλάδα κατέγραψε πέρσι τη μεγαλύτερη αύξηση στις συνδέσεις οπτικών ινών μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ με ποσοστό 72,2%. Πρόκειται για ένα αξιόλογο επίτευγμα , αν αναλογιστεί κανείς ότι η Βρετανία ακολουθεί με 57,5% και το Βέλγιο με 41,8%. Η αύξηση αυτή αποτυπώνει την ταχύτητα με την οποία η χώρα προχωρά στην αναβάθμιση των τηλεπικοινωνιακών της υποδομών και στη μετάβαση από τα παραδοσιακά δίκτυα χάλκινων καλωδίων σε σύγχρονα δίκτυα οπτικών ινών.

    Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, η καθυστέρηση στη διείσδυση της οπτικής ίνας οφείλεται σε ένα σύνολο τεχνικών, οργανωτικών και άλλων παραγόντων. Πρώτον, η ανάπτυξη των υποδομών δεν βασίστηκε σε έναν ενιαίο εθνικό σχεδιασμό· έργα όπως φυσικό αέριο, ηλεκτροδότηση και οπτική ίνα δεν υλοποιήθηκαν συντονισμένα, με αποτέλεσμα επαναλαμβανόμενα σκαψίματα και καθυστερήσεις. Επιπλέον, οι πάροχοι επικεντρώνουν τις επενδύσεις κυρίως στις πυκνοκατοικημένες και εμπορικά "ελκυστικές" περιοχές, αφήνοντας περιφέρεια ή πιο απομακρυσμένες περιοχές με χαμηλή ή μηδενική κάλυψη. Στο πρόβλημα προστίθεται ο περιορισμένος αριθμός διαθέσιμων συνεργείων και η έλλειψη επαρκώς εκπαιδευμένου προσωπικού, που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στον αυξημένο όγκο έργων. Τέλος, ακόμη κι όταν η υποδομή είναι διαθέσιμη, μεγάλο μέρος των χρηστών διστάζει να μεταβεί από τις τεχνολογίες χαλκού σε FTTH, θεωρώντας ότι οι υφιστάμενες ταχύτητες επαρκούν.

    Η Ελλάδα βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο ψηφιακής ανάπτυξης και μέσα στα επόμενα χρόνια προβλέπεται να επιταχυνθεί τόσο η κάλυψη όσο και η χρήση ευρυζωνικών δικτύων υψηλής ταχύτητας. Σε αυτή την κατεύθυνση έχουν συμβάλλει σημαντικά τα προγράμματα επιδοτήσεων Gigabit Voucher και Smart Readiness, που σχεδιάστηκαν για να ενισχύσουν την πρόσβαση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων σε υπερυψηλές ταχύτητες.

    Διαβάστε ακόμα για:

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ