Συνεχης ενημερωση

    Κυριακή, 28-Σεπ-2025 16:00

    Κάτω από το 130% του ΑΕΠ το χρέος στο τέλος του 2027

    w18-90910
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Τάσου Δασόπουλου 

    Με μεσοπρόθεσμους στόχους τη μείωση του δημόσιου χρέους κατά 20% του ΑΕΠ έως το 2027, ώστε το χρέος να μειωθεί κάτω από το 130% του ΑΕΠ αλλά και το υπόλοιπο κατά 15 δισ. ευρώ, σχεδιάζει το ΥΠΕΘΟ τις κινήσεις που θα πρέπει να γίνουν μέσα στο 2026. 

    Με βάση τον έως τώρα προγραμματισμό, το δανειακό πρόγραμμα για τον επόμενο χρόνο θα είναι παρόμοιο με το φετινό. Το υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα και το δημοσιονομικό πλεόνασμα δημιουργούν δανειακές ανάγκες οι οποίες δεν υπερβαίνουν τα 9 δισ. ευρώ και για τον επόμενο χρόνο. Τούτο με δεδομένο ότι και τον επόμενο χρόνο η Ελλάδα θα διατηρήσει ένα πολύ υψηλό ποσό σε ταμειακά αποθέματα, τα οποία θα ξεπερνούν τα 35 δισ. ευρώ.

    Στον σταθερό προγραμματισμό περιλαμβάνεται επίσης η συνέχιση της πρόωρης αποπληρωμής του διμερούς δανείου ύψους 52,9 δισ. ευρώ της Ελλάδας με τις χώρες της Ευρωζώνης. Προς το παρόν, ο στόχος είναι να αποπληρωθεί πρόωρα άλλη μία διπλή δόση ύψους 5,3 δισ. ευρώ από το GLF. Ωστόσο, αρμόδιες πηγές του ΥΠΕΘΟ δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να δοθεί μεγαλύτερο ποσό, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος για πλήρη αποπληρωμή του δανείου μέχρι και το 2030, 10 χρόνια νωρίτερα από τη λήξη του.

    Η γενική στρατηγική στον δανεισμό θα είναι η έμφαση στις μακροχρόνιες εκδόσεις που θα λήγουν έως το 2036, ώστε να παραμείνει ψηλά ο μέσος χρόνος ωρίμανσης, γεγονός που θα συμβάλει στο να διατηρηθεί στα σημερινά χαμηλά επίπεδα (κάτω από το 10% του ΑΕΠ) το κόστος εξυπηρέτησης του υπολοίπου του χρέους. 

    Σύμμαχος η υπεραπόδοση της οικονομίας 

    Ο απώτερος στόχος της στρατηγικής χρέους θα είναι η ταχύτερη δυνατή (ακόμη και μεγαλύτερη από 5% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση) μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ. Σε αυτό, εκτός από τον υψηλό ρυθμό ανάπτυξης, ο ΟΔΔΗΧ έχει πλέον σύμμαχο και τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Τούτο με δεδομένο ότι οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες ορίζουν ότι, με εξαίρεση ένα 0,3% του ΑΕΠ που μπορεί να διατίθεται για ελαφρύνσεις, η υπεραπόδοση της οικονομίας θα πρέπει να γίνεται είτε αποθεματικό ασφαλείας είτε να διατίθεται για τη μείωση του υπολοίπου του χρέους. 

    Το 2024 το μικτό χρέος της Γενικής Κυβέρνησης υποχώρησε στο 153,6% του ΑΕΠ στο τέλος του χρόνου, από 163,9% στο τέλος του 2023, ενώ ως απόλυτο μέγεθος μειώθηκε στα 364 δισ. ευρώ, από 369 δισ. ευρώ στο τέλος του 2023. Αυτό σημαίνει ότι ένα μέρος από το υπερπλεόνασμα των 7 δισ. ευρώ για το 2024 διατέθηκε για την πληρωμή μέρους του χρέους. Ανάλογη συνέχεια αναμένεται το 2026 και το 2027 με τη βοήθεια επενδύσεων του ΤΑΑ, με τις προβλέψεις να θέλουν μείωση του χρέους κατά τουλάχιστον 20% του ΑΕΠ μέχρι και το 2028. 
    Ως γνωστόν, η Ελλάδα μετά το τέλος της ενισχυμένης εποπτείας έχει επιφορτιστεί με το δύσκολο έργο να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα 2,1% του ΑΕΠ για δεκαετίες, ώστε να μειώνεται σταθερά το δημόσιο χρέος της.

    Η υιοθέτηση των νέων δημοσιονομικών κανόνων από το 2024 άλλαξε τις προτεραιότητες. Με την εισαγωγή της αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών ως βασικό δημοσιονομικό κριτήριο άλλαξε και η χρήση των υπερπλεονασμάτων. Ενώ μέχρι και το 2023, με τους παλιούς δημοσιονομικούς κανόνες, κάθε κράτος-μέλος είχε τη δυνατότητα ξεπερνώντας έναν στόχο πλεονάσματος να διαθέσει την υπέρβαση ανάλογα με τις ανάγκες του, με το νέο σύμφωνο υπάρχουν περιορισμοί. Ανεξάρτητα από το πόσο υψηλότερο του στόχου είναι το πρωτογενές πλεόνασμα, το κράτος-μέλος είναι ελεύθερο να χρησιμοποιήσει από το υπερπλεόνασμά του μόνο 0,3% του ΑΕΠ. Εξαίρεση αποτελεί το ενδεχόμενο υψηλότερου πλεονάσματος, το οποίο προήλθε από νέα έσοδα, με μέτρα τα οποία θεσμοθετήθηκαν από το κράτος-μέλος. Όπως ακριβώς συνέβη στην Ελλάδα με την υιοθέτηση των μέτρων για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, από την οποία έχουν βεβαιωθεί νέα έσοδα ύψους 3,9 δισ. ευρώ για το σύνολο του 2024 και για το 2025 από την αρχή του χρόνου μέχρι το τέλος Αυγούστου.

    Υπερπλεόνασμα έως το 2027 

    Με βάση τους υπολογισμούς του ΥΠΕΘΟ, τα υπερπλεονάσματα ξεκίνησαν από τα 11,4 δισ., όπου διαμορφώθηκε το πρωτογενές πλεόνασμα του 2024. Αναμένεται δε, ότι θα συνεχιστούν και φέτος, χρονιά κατά την οποία το πρωτογενές πλεόνασμα μπορεί να ξεπεράσει τον στόχο κατά περίπου 2 δισ. ευρώ και το 2027, που θα έχουμε τις ουρές του ΤΑΑ. Ταυτόχρονα, τουλάχιστον μέχρι και το 2027, υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις η Ελλάδα να συνεχίσει να αναπτύσσεται με ρυθμούς πολλαπλάσιους από αυτούς της Ε.Ε. Η σχεδόν αναγκαστική μείωση του χρέους με τη χρήση της υπεραπόδοσης της οικονομίας θα φέρει το χρέος κοντά στο 120% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος του 2028, από 147,6% του ΑΕΠ που αναμένεται να φτάσει στο τέλος του 2025, με τη βοήθεια της μεγαλύτερης από την προγραμματισμένη απόδοση της οικονομίας. 

    Το υπόλοιπο του 2025 

    Όσον αφορά τους υπόλοιπους 3,5 μήνες μέχρι το τέλος του χρόνου, αρμόδιες πηγές τονίζουν ότι, εκτός από την ενίσχυση της ρευστότητας σε συγκεκριμένους τίτλους που έχουν ζήτηση, δεν υπάρχει πραγματική ανάγκη για προσφυγή σε δανεισμό. Κάτι τέτοιο θα γίνει μόνο αν οι συνθήκες ευνοήσουν κάποιον μακροπρόθεσμο ελληνικό τίτλο. 

    Άλλωστε, το Ελληνικό Δημόσιο έχει ήδη αντλήσει από πολύ νωρίς φέτος (πριν κλείσει το πρώτο τρίμηνο), το 93% των συνολικών δανειακών αναγκών του 2025 ή 7,45 δισ. ευρώ. Σημαντικό για τον ΟΔΔΗΧ θεωρείται η περαιτέρω συρρίκνωση που έχει καταγράψει το ελληνικό spread (βρίσκεται 70 μονάδες βάσης), παρά την αναταραχή που έχει σημειωθεί στην αγορά ομολόγων της Ευρωζώνης το τελευταίο διάστημα, έπειτα και από το ξέσπασμα της νέας πολιτικής κρίσης στη Γαλλία.
     

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ