Κυριακή, 06-Ιουλ-2025 08:00
Τι φέρνουν τα πυρηνικά στην ελληνική αγορά ηλεκτρισμού

του Χάρη Φλουδόπουλου
Σε μια κίνηση που σηματοδοτεί την αλλαγή στάσης απέναντι στην πυρηνική ενέργεια, η Ελλάδα δηλώνει πλέον ανοιχτά το ενδιαφέρον της για την τεχνολογία των μικρών αρθρωτών πυρηνικών αντιδραστήρων (Small Modular Reactors - SMRs), με στόχο τόσο τη διαφοροποίηση του ενεργειακού της μείγματος όσο και την απανθρακοποίηση του ναυτιλιακού της τομέα.
Η ανακοίνωση έγινε προ ημερών από τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, κατά τη διάρκεια ενεργειακού συνεδρίου, φέρνοντας στο επίκεντρο μια τεχνολογία που μέχρι πρότινος έμοιαζε μακρινή – τουλάχιστον για μια χώρα χωρίς πυρηνική παράδοση.
Ωστόσο είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η έξοδος από τον λιγνίτη και η ανάπτυξη των ΑΠΕ, που πλέον καλύπτουν πάνω από το 50% της ηλεκτροπαραγωγής, δημιουργούν ένα πιθανό περιθώριο για δημιουργία σταθερών φορτίων που δεν θα εξαρτώνται από το "ευμετάβλητο" φυσικό αέριο.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι SMRs έρχονται να προστεθούν στο οπλοστάσιο τεχνολογιών που μπορεί να ενισχύσουν τη σταθερότητα του ενεργειακού μείγματος, προσφέροντας χαμηλές εκπομπές, ευελιξία στην εγκατάσταση και μικρότερο επενδυτικό ρίσκο σε σύγκριση με τους μεγάλους παραδοσιακούς πυρηνικούς σταθμούς.
Σημειώνεται ότι η ελληνική κυβέρνηση προγραμματίζει τη δημιουργία ειδικής ομάδας εργασίας με τη συμμετοχή ειδικών της ναυτιλίας και της ενέργειας, προκειμένου να διερευνήσει εις βάθος τις τεχνικές, οικονομικές και κανονιστικές πτυχές της τεχνολογίας. Η υλοποίηση μιας τέτοιας στρατηγικής θεωρείται ότι μπορεί να ωριμάσει εντός 10-15 ετών.
Η Ελλάδα δεν έχει μέχρι σήμερα πυρηνικές υποδομές και δεν αποτελεί παραδοσιακή δύναμη στον τομέα. Ωστόσο η δυναμική που αναπτύσσουν διεθνώς τα SMRs, λόγω του μικρού τους μεγέθους, της δυνατότητας μαζικής παραγωγής και της ευκολότερης εγκατάστασης σε σύγκριση με τους μεγάλους αντιδραστήρες, τους καθιστά μια τεχνολογικά ελκυστική πρόταση.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι κατά πόσο τα "μικρά πυρηνικά" SMRs μπορούν να ενταχθούν στην ελληνική αγορά και τι αλλαγές θα φέρουν. Βεβαίως, υπάρχει πάντα το μεγάλο ερωτηματικό των τοπικών αντιδράσεων που ενδεχομένως να προκληθούν (ιδίως όταν στη χώρα μας υπάρχουν σθεναρές αντιστάσεις ακόμα και για την ανάπτυξη ΑΠΕ), αλλά και για το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μια σεισμογενής χώρα.
Σε κάθε περίπτωση, σχετικά πρόσφατα παρουσιάστηκε, στο 28ο Εθνικό Συνέδριο του ΙΕΝΕ "Ενέργεια και Ανάπτυξη", από τον καθηγητή Παντελή Μπίσκα και την ερευνητική ομάδα του ΑΠΘ, μελέτη που αποτιμά τις αλλαγές που θα φέρει στο ελληνικό σύστημα η ένταξη Μικρών Μονάδων Πυρηνικών Αντιδραστήρων (SMRs) στο εγχώριο ενεργειακό μείγμα.
Η μελέτη εξετάζει τέσσερα σενάρια διείσδυσης SMRs στην εγχώρια αγορά έως το 2051, αποτιμώντας την επίδρασή τους στο κόστος, στις εκπομπές CO2, στις τιμές αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και στην ενεργειακή εξάρτηση της χώρας.
Οι SMRs είναι πυρηνικοί αντιδραστήρες μικρότερης κλίμακας, προκατασκευασμένοι και πιο ευέλικτοι από τις κλασικές πυρηνικές μονάδες. Σύμφωνα με τη μελέτη, προσφέρουν σημαντικά πλεονεκτήματα: υψηλή ασφάλεια (λόγω παθητικών συστημάτων ασφαλείας), σταθερό και χαμηλό μεταβλητό κόστος λειτουργίας (15-30 ευρώ/MWh), δυνατότητα ευέλικτης λειτουργίας, χαμηλές εκπομπές CO2 (0,02 τόνους/MWh) και υψηλούς συντελεστές διαθεσιμότητας (69%-75%).
Στον αντίποδα, παραμένουν ανοιχτά ζητήματα όπως οι κανονιστικές προκλήσεις, η διαχείριση των αποβλήτων, ο κίνδυνος διάδοσης υλικών για οπλική χρήση και –κυρίως– το υψηλό κεφαλαιουχικό κόστος (CAPEX), που καθιστά την τραπεζική τους χρηματοδότηση αβέβαιη.
Στη μελέτη εξετάζονται τέσσερα εναλλακτικά σενάρια για την ελληνική αγορά, από το μηδενικό, δηλαδή καμία πυρηνική μονάδα, μέχρι το υψηλό σενάριο για εγκατάσταση 3.088 MW SMRs. Η προσομοίωση γίνεται σε ορίζοντα 20ετίας (2032-2051) και με πλήρη ενσωμάτωση στοιχείων από το επικαιροποιημένο ΕΣΕΚ και τις προβλέψεις του ΑΔΜΗΕ.
Τα ευρήματα είναι χαρακτηριστικά. Η συμμετοχή SMRs οδηγεί σε θεαματική υποκατάσταση των μονάδων φυσικού αερίου και των εισαγωγών. Στο σενάριο υψηλής διείσδυσης:
- Η κατανάλωση φυσικού αερίου μειώνεται κατά 1,6 δισ. κ.μ./έτος (-62%).
- Οι εκπομπές CO2 μειώνονται κατά 2,6 εκατ. τόνους/έτος (-52%).
- Το ετήσιο κόστος φυσικού αερίου υποχωρεί κατά 657 εκατ. ευρώ.
- Οι συνολικές ετήσιες εξοικονομήσεις από φυσικό αέριο και CO2 φτάνουν έως και 1 δισ. ευρώ.
- Οι χονδρικές τιμές ρεύματος στο DAM πέφτουν κατά 26 ευρώ/MWh (-25%).
- Το ετήσιο κόστος των προμηθευτών ρεύματος μειώνεται έως και 1,7 δισ. ευρώ.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμα και στο "Low SMR" σενάριο οι επιδράσεις είναι σημαντικές: -222 εκατ. ευρώ/έτος στο κόστος φυσικού αερίου, -1 εκατ. τόνοι CO2 και -3,5 ευρώ/MWh στη χονδρική τιμή.
Η μελέτη αποτιμά και την οικονομική βιωσιμότητα ενός αντιπροσωπευτικού έργου SMR (NUWARD 340 MW), χωρίς κανέναν μηχανισμό εκτός αγοράς (όπως CRM). Ανάλογα με το ύψος του CAPEX (5.500-11.600 ευρώ/kW), η καθαρή παρούσα αξία του έργου κυμαίνεται από θετική έως οριακή. Σε σενάρια με πολύ υψηλό κόστος, η τραπεζική χρηματοδότηση είναι εξαιρετικά αμφίβολη, γεγονός που υπογραμμίζει την ανάγκη για ξεκάθαρη στρατηγική και ενδεχομένως στήριξη σε επίπεδο Ε.Ε.
Η τεχνική σκοπιμότητα φαίνεται θετική. Η λειτουργική ένταξή τους στο μοντέλο αγοράς (DAM, ISP, RTBEM) είναι δυνατή, η ευελιξία τους επιτρέπει υψηλή ενσωμάτωση ΑΠΕ και συνεισφέρουν στην απανθρακοποίηση. Ωστόσο η υλοποίηση τέτοιων έργων απαιτεί:
- Θεσμική ωριμότητα και ρυθμιστικό πλαίσιο.
- Ευρωπαϊκή χρηματοδότηση ή εγγυήσεις.
- Δημόσια αποδοχή και διαβούλευση.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της μελέτης του ΑΠΘ, η Ελλάδα μπορεί να επωφεληθεί από την τεχνολογία SMR, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει ισχυρή στρατηγική, διακομματική συναίνεση και ευρωπαϊκή στήριξη. Το ενεργειακό σύστημα της επόμενης δεκαετίας θα απαιτήσει αποφασιστικές επιλογές – και τα SMRs, με όλες τις προκλήσεις τους, δείχνουν να προσφέρουν μια αξιόλογη εναλλακτική για το μέλλον της ηλεκτροπαραγωγής.