Τετάρτη, 07-Μαϊ-2025 13:43
Σ. Θεοδωρόπουλος (ΣΕΒ): Οι επιχειρήσεις αξιολογούν θετικά την οικονομία αλλά ανησυχούν για το μέλλον

Του Χάρη Φλουδόπουλου
Η Ελληνική οικονομία αξιολογείται σήμερα χωρίς αμφιβολία θετικά. Όμως οι ανησυχίες για το μέλλον είναι υπαρκτές και εντείνονται, τόνισε σήμερα ο πρόεδρος του ΣΕΒ Σπύρος Θεοδωρόπουλος, στο πλαίσιο συνέντευξης τύπου όπου παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα της έρευνας "Ο Σφυγμός του Επιχειρείν". Η έρευνα που αφορά στα έτη 2024-2025, καταγράφει τις προσδοκίες, τους προβληματισμούς και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις. Παρά την ενίσχυση της θετικής εικόνας για την παρούσα κατάσταση της χώρας και της ίδιας της επιχειρηματικής τους πορείας, οι επιχειρήσεις εμφανίζονται ολοένα πιο επιφυλακτικές για το μέλλον.
Η έρευνα του ΣΕΒ εστιάζει σε τέσσερις βασικούς άξονες: επιχειρηματικό και εργασιακό περιβάλλον, τεχνητή νοημοσύνη και πράσινη μετάβαση. Οι μεγάλες επιχειρήσεις αξιολογούν πιο θετικά την πορεία τους, ενώ οι μεσαίες φαίνεται να ασφυκτιούν ανάμεσα στις υψηλές απαιτήσεις και τη δυσκολία πρόσβασης σε χρηματοδότηση και υποδομές. Οι μισές επιχειρήσεις σχεδιάζουν να δώσουν αυξήσεις, με πρωταγωνίστρια τη βιομηχανία, ενώ 9 στις 10 δηλώνουν ότι θα διατηρήσουν ή θα αυξήσουν το προσωπικό τους.
Ωστόσο, τα διαχρονικά εμπόδια παραμένουν: η υψηλή φορολογία και οι ασφαλιστικές εισφορές και το ενεργειακό κόστος παραμένουν τα κυριότερα αγκάθια, ιδίως για τις μεσαίες επιχειρήσεις. Ο κ. Θεοδωρόπουλος έδωσε έμφαση στην ανάγκη επιτάχυνσης των μεταρρυθμίσεων και προώθησης της παραγωγικότητας, εκφράζοντας την πάγια θέση του ΣΕΒ ότι κράτος και επιχειρήσεις έχουν διακριτούς ρόλους, αλλά μπορούν να συνεργαστούν για τον ανασχεδιασμό του παραγωγικού μοντέλου της χώρας.
Σύμφωνα με τα βασικά ευρήματα της έρευνας, η τρέχουσα εικόνα της ελληνικής οικονομίας αποτιμάται θετικά από την πλειονότητα των επιχειρήσεων, ενώ αξιοσημείωτη είναι η άνοδος του ποσοστού των μεγάλων επιχειρήσεων που δηλώνουν ικανοποιημένες: από 37% το 2023, έφτασαν το 57% το 2025. Ωστόσο, το θετικό κλίμα σκιάζεται από την αυξανόμενη ανησυχία για το μέλλον. Το ποσοστό των επιχειρήσεων που προβλέπουν επιδείνωση ανέβηκε από 26% σε 33%, ενώ και ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών παρουσίασε κάμψη — από 55% το 2024 σε 43% το 2025.
Ο κ. Θεοδωρόπουλος έκανε ειδικά αναφορά στις μεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες, όπως είπε, βρίσκονται σε πιο δυσμενή θέση, στερούμενες τόσο την ευελιξία των μικρών όσο και τις υποδομές των μεγάλων.
Η έρευνα καταδεικνύει ότι οι γνωστές διαρθρωτικές αδυναμίες παραμένουν: η υψηλή φορολογία και οι ασφαλιστικές εισφορές στην εργασία, το ενεργειακό κόστος και η υπερβολική γραφειοκρατία συνεχίζουν να αποτελούν τα μεγαλύτερα εμπόδια για τη λειτουργία των επιχειρήσεων. Για τις μεγάλες επιχειρήσεις, το κυριότερο ζήτημα είναι η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού. Στις μεσαίες, δεσπόζει το ενεργειακό κόστος, ενώ στις μικρές, κυριαρχούν οι επιβαρύνσεις στην εργασία.
Ιδιαίτερη σημασία δόθηκε από τον πρόεδρο του ΣΕΒ στο ενεργειακό: "Δεν είναι ένα πρόβλημα που λύνεται εύκολα και μονομερώς. Εμπλέκονται ευρωπαϊκές διαδικασίες και θεσμοί. Όμως το κόστος ενέργειας στην Ελλάδα παραμένει από τα υψηλότερα στην Ευρώπη και επηρεάζει καθοριστικά την ανταγωνιστικότητα".
Παρά τις προκλήσεις, το 90% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι είτε θα διατηρήσει είτε θα αυξήσει το προσωπικό του. Πάνω από τους μισούς σκοπεύουν να δώσουν αυξήσεις, με το ποσοστό στις μεγάλες να φτάνει το 80%, στις μικρές το 55% και στις μεσαίες μόλις το 25%. Στη βιομηχανία, η πρόθεση για αυξήσεις αγγίζει το 80%, με κύριο κίνητρο την επιβράβευση των εργαζομένων (62%).
Στον αντίποδα, καταγράφεται μείωση στην πρόθεση επενδύσεων, στοιχείο που συνδέεται με την αβεβαιότητα. Όπως επεσήμανε ο Θεοδωρόπουλος, "όταν ανησυχείς για το αύριο, το πρώτο πράγμα που περιορίζεις είναι οι επενδύσεις".
Τέλος σύμφωνα με την έρευνα η υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης παραμένει σε πρώιμο στάδιο: μόνο μία στις τέσσερις επιχειρήσεις έχει κάνει κάποια προσπάθεια, ενώ το 55% δεν έχει ξεκινήσει ούτε σχεδιάζει. Στον τομέα της πράσινης μετάβασης, το 51% αναγνωρίζει την κλιματική κρίση ως σοβαρό πρόβλημα — ένα ποσοστό που στις μεσαίες επιχειρήσεις εκτοξεύεται στο 73,5%. Τα κύρια εμπόδια είναι η έλλειψη ενημέρωσης (47,9%), οι ανεπαρκείς δημόσιες υποδομές και η περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία.