Συνεχης ενημερωση

    Παρασκευή, 16-Ιουν-2023 17:02

    Τι σημαίνει για την ελληνική οικονομία η νέα αύξηση των επιτοκίων

    Λαγκάρντ: Όλες οι χώρες επιλέξιμες στο νέο εργαλείο TPI - Ο υψηλός πληθωρισμός θα διαρκέσει
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Τάσου Δασόπουλου

    Η διάρκεια της περιόδου του ακριβού χρήματος και λιγότερο το ύψος των επιτοκίων, είναι αυτό που θα πρέπει να ανησυχεί την Αθήνα μετά και την όγδοη, κατά σειρά, αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ χθες κατά 0,25%, η οποία δεν θα είναι και η τελευταία.

    Τα ειδικά χαρακτηριστικά του χρέους, ελαχιστοποιούν τις αρνητικές επιπτώσεις, από τις αυξήσεις των επιτοκίων του ευρώ που ξεκίνησε από τον περασμένο Ιούλιο η ΕΚΤ, σε μια προσπάθεια να τιθασεύσει τον πληθωρισμό. Από τα 360 δισ. ευρώ του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης, περίπου τα 270 δισ. είναι το λεγόμενο χρέος του "επίσημου τομέα". Βρίσκεται δηλαδή στα χέρια των ESM/ EFSF, αλλά και στις χώρες της Ευρωζώνης. Το χρέος αυτό, σχεδόν στο σύνολο του, βρίσκεται σε σταθερό επιτόκιο. Άρα, δεν επηρεάζεται από τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ.

    Από τα περίπου 90 δισ. ελληνικών ομολόγων που απομένουν, περίπου 38 δισ. βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιο της ΕΚΤ, μέσω PEPP. To ποσό των ελληνικών ομολόγων που διακρατεί η ΕΚΤ, θα παραμείνει σταθερό μέχρι και το 2024. Για τα περίπου 52 δισ. των ομολόγων που βρίσκονται στην αγορά, λόγω και του μέσου χρόνου λήξης των 19,6 ετών, έχουμε πολύ χαμηλές ετήσιες ανάγκες χρηματοδότησης. Αυτό εξηγεί τον χαμηλό δανεισμό των ετών 2021 και 2022 που δεν ξεπέρασε τα 12 δισ. ανά έτος, ενώ φέτος μειώθηκαν περαιτέρω, στα 6 δισ. ευρώ.

    Σε όλα αυτά, θα πρέπει να προσθέσει και το υψηλό ποσό των ρευστών διαθεσίμων του δημοσίου, τα οποία δεν υποχώρησαν ποτέ κάτω από τα 35 δισ. Με το ποσό αυτό, καλύπτονται οι ανάγκες χρηματοδότησης της χώρας για περίπου 3 χρόνια. Συνεπώς, ακόμη και αν τα ευρωπαϊκά επιτόκια φτάσουν - όπως αναμένεται- το 4%, οι συνέπειες για το ελληνικό χρέος, θα είναι απολύτως διαχειρίσιμες. 

    Πρόβλημα για την ανάπτυξη 

    Ωστόσο, τα υψηλά επιτόκια αποτελούν πλήγμα για την ανάπτυξη ειδικά σε μια οικονομία όπως η ελληνική, η οποία βρίσκεται σε διαδικασία μετασχηματισμού και αλλαγής παραγωγικού μοντέλου. 

    Το ακριβό χρήμα χτυπάει άμεσα τις επενδύσεις. Τον τομέα της οικονομίας, στον οποίο, η προηγούμενη Κυβέρνηση είχε εναποθέσει τις προσδοκίες της για τη συνέχιση της θετικής ανάπτυξης τουλάχιστον μέχρι και το 2025. Από φέτος μέχρι και τα μέσα του 2026, η Ελλάδα θα πρέπει να αξιοποιήσει τα κονδύλια συνολικού ύψους περίπου 36 δισ. ευρώ που αναμένεται να εισρεύσουν από το Ταμείο Ανάκαμψης.

    Η αύξηση του κόστους χρήματος μπορεί να επιβραδύνει τη ροή επενδύσεων. Τούτο, με δεδομένο ότι ακόμη και τα χαμηλότοκα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης για ιδιωτικές επενδύσεις, θα πάψουν ως γνωστό να είναι το ίδιο… χαμηλότοκα. Συγκεκριμένα στην επόμενη δόση δανείων του ΤΑΑ το επιτόκιο αναφοράς στα δάνεια από το 1% σήμερα αναμένεται να αυξηθεί στο 1,75%.

    Εκτός από τις επενδύσεις, με τη χρήση κοινοτικών πόρων το ακριβό χρήμα, θα είναι εμπόδιο και σε επενδύσεις σε νέες κύριες ή εξοχικές κατοικίες που είδαν άνθηση τα προηγούμενα χρόνια. 

    Εκτός από τις επενδύσεις, το ακριβό χρήμα θα πλήξει και την κατανάλωση η οποία αναμένεται να επιβραδύνει για φέτος στο 2,3%, από 7,8% που ήταν το 2022.

    Οι επιπτώσεις στους δύο αυτούς παράγοντες που συντελούν το ΑΕΠ, θα είναι τόσο μεγαλύτερες, όσο μεγαλύτερο είναι το διάστημα που τα επιτόκια θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα. 

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ