Συνεχης ενημερωση

    Πέμπτη, 03-Μαρ-2022 11:40

    Goldman Sachs: Ο αντίκτυπος για την ευρωπαϊκή οικονομία του αποκλεισμού της Ρωσίας από το SWIFT

    Goldman Sachs: Ο αντίκτυπος για την ευρωπαϊκή οικονομία του αποκλεισμού της Ρωσίας από το SWIFT
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Της Ελευθερίας Κούρταλη

    Η σημαντικότερη ανησυχία για την οικονομία της ΕΕ σε σχέση με τον αποκλεισμό της Ρωσίας από το SWIFT είναι τα πιθανά αντίποινα, σύμφωνα με τα οποία η ρωσική κυβέρνηση θα ασκούσε πίεση στις εταιρείες εξαγωγής ενέργειας να μειώσουν τις εξαγωγές τους στην Ευρώπη και την παραγωγή τους γενικότερα, όπως επισημαίνει σε σημερινή ανάλυσή της η Goldman Sachs.

    Αυτό, όπως εξηγεί, θα μπορούσε να συνεπάγεται μεγάλες διαταραχές βραχυπρόθεσμα για την Ευρώπη συνολικά, και την ευρωζώνη ειδικότερα, παρόλο που το εισαγόμενο φυσικό αέριο από τη Ρωσία έχει μειωθεί από σχεδόν 40% των συνολικών εισαγωγών το 2021 σε λιγότερο από 20% το 2022 και το ρωσικό πετρέλαιο αποτελεί το 11% της παγκόσμιας παραγωγής. 

    Είναι επομένως ο έμμεσος κίνδυνος των αντιποίνων στο ενεργειακό μέτωπο που μπορεί να αποδειχθεί δυνητικά πιο επιζήμιος για την ευρωπαϊκή οικονομία από τον άμεσο κίνδυνο  διάσπασης των χρηματοοικονομικών δραστηριοτήτων λόγω των κυρώσεων, τονίζει η Goldman. Εάν οι υπόλοιπες εξαγωγές ενέργειας από τη Ρωσία προς την ΕΕ μειωθούν σημαντικά, αναμένεται να υπάρξει συνεχής αρνητικός αντίκτυπο στην οικονομική ανάπτυξη, που δυνητικά θα κυμαίνεται από τουλάχιστον 1% του ΑΕΠ στη Γαλλία και τη Γερμανία έως το 3% στην Ιταλία, ενώ θα ενισχύσει σημαντικά τον πληθωρισμό.

    Πιο αναλυτικά, όπως σημειώνει η αμερικανική τράπεζα, οι οικονομικές κυρώσεις επικεντρώνονται μέχρι στιγμής σε πέντε διαφορετικούς τομείς (οικονομικούς, ενέργεια, μεταφορές, τεχνολογία και ταξίδια). Αν και τα περισσότερα από αυτά τα μέτρα μειώνουν ή απαγορεύουν την παροχή υλικών και τεχνολογίας στη Ρωσία, ενώ περιορίζουν την παροχή βίζας για Ρώσους αξιωματούχους και μέλη της επιχειρηματικής κοινότητας, το πιο σημαντικό -και δυνητικά επιζήμιο από οικονομική άποψη- αφορά τις κυρώσεις στον χρηματοπιστωτικό και ενεργειακό τομέα.

    Οι κυρώσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα στοχεύουν να παρεμποδίσουν την πρόσβαση της Ρωσίας στις κεφαλαιαγορές της ΕΕ, διαταράσσοντας έτσι τη συμμετοχή της οικονομίας της στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και αυξάνοντας το κόστος δανεισμού οντοτήτων που υπόκεινται σε κυρώσεις, όπως οι τράπεζες, η κυβέρνηση και η κεντρική τράπεζα. Πέρα από τη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων και των αποθεματικών της κεντρικής τράπεζας που διατηρούνται στην ΕΕ και σε αντίθεση με τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν το 2014, η ΕΕ —σε συντονισμό με τον Καναδά, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ— αποφάσισε να αποσυνδέσει επιλεγμένες ρωσικές τράπεζες από το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα με αφαίρεσή τους από το σύστημα ανταλλαγής μηνυμάτων SWIFT.

    Δεδομένης της σιωπηρής πρόθεσης της ΕΕ να επιτρέψει τη διευθέτηση πληρωμών για τον ενεργειακό εφοδιασμό από τη Ρωσία, η Goldman Sachs πιστεύει ότι ο αποκλεισμός των ρωσικών τραπεζών από το SWIFT παρουσιάζει κάποιες προκλήσεις.

    Δεδομένης της αυτοματοποιημένης δομής του SWIFT, φαίνεται απίθανο να ενσωματωθούν στο σύστημα συγκεκριμένες εξαιρέσεις σχετικά με τους διακανονισμούς τέτοιων πληρωμών και επομένως είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιηθεί ένα εναλλακτικό σύστημα πληρωμών για τη διαχείριση αυτών των συναλλαγών. 

    Ταυτόχρονα, η ΕΕ έχει επίσης επιβάλει πρόσθετες κυρώσεις στον ενεργειακό τομέα, μετά τα μέτρα του 2014, με στόχο την απαγόρευση της πώλησης, προμήθειας και εξαγωγής στη Ρωσία σχετικών αγαθών και τεχνολογιών στη διύλιση πετρελαίου, περιορίζοντας παράλληλα την παροχή συναφών υπηρεσιών.

    Οικονομικός και χρηματοοικονομικός αντίκτυπος: Αρχική εκτίμηση

    Ο χρηματοοικονομικός κίνδυνος των κυρώσεων της ΕΕ για τις ευρωπαϊκές χώρες έχει τουλάχιστον τρεις διαστάσεις, σύμφωνα με την Goldman. Πρώτον, εξαρτάται από την έκθεση των τραπεζών της ΕΕ σε διασυνοριακές επενδύσεις με το ρωσικό τραπεζικό σύστημα. Με εξαίρεση την Αυστρία και, σε πολύ μικρότερο βαθμό, την Ιταλία, τη Γαλλία και την Ολλανδία, η έκθεση των τραπεζικών συστημάτων φαίνεται αρκετά περιορισμένη. Επομένως, πιθανές διακοπές από αυτό το κανάλι φαίνονται απίθανες και ο αντίκτυπός τους θα είναι πιθανότατα μικρός. Ωστόσο, ο αυξημένος βαθμός αβεβαιότητας σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία που προηγουμένως θεωρούνταν ακίνδυνα (όπως τα εξασφαλισμένα repo και τα μετρητά στις κεντρικές τράπεζες) μπορεί να εμποδίσει την ικανότητα των ρωσικών οντοτήτων να πραγματοποιούν πληρωμές σε δολάρια και σε ευρώ και έτσι να προκαλέσει ζημίες στο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα, τονίζει η αμερικάνικη τράπεζα.

    Ο δεύτερος κίνδυνος αφορά τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις και όχι τις πιστωτικές σχέσεις. Η Goldman διαπιστώνει ότι ακόμη και οι χώρες της ΕΕ με τις μεγαλύτερες άμεσες ξένες επενδύσεις στη Ρωσία, έχουν σχετικά περιορισμένη θέση ως μερίδιο του ΑΕΠ. Επιπλέον, σημειώθηκε απότομη μείωση των ρωσικών άμεσων ξένων επενδύσεων από το 2014, όταν εφαρμόστηκε η πρώτη δέσμη κυρώσεων εν μέσω της προσάρτησης της Κριμαίας. Από αυτή την άποψη, η πτώχευση της Nord Stream AG που ανακοινώθηκε την 1 Μαρτίου δείχνει, κατά την άποψη της G.S,  περισσότερο έναν τοπικό οικονομικό κίνδυνο παρά την έναρξη μιας παγκόσμιας συστημικής αποτυχίας.

    Τέλος, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η απαγόρευση του SWIFT δεν συνεπάγεται ότι οι διεθνείς χρηματοοικονομικές συναλλαγές θα καταστούν ξαφνικά αδύνατες στη Ρωσία (με εξαίρεση τα ρωσικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που υπόκεινται επίσης σε κυρώσεις δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων). Πριν από τη δημιουργία του το 1973, οι τράπεζες αντάλλαζαν τέλεξ, φαξ και άλλα μέσα για να εκτελέσουν τέτοιες συναλλαγές. Η κύρια συμβολή του SWIFT ήταν να επιτρέψει την ταχύτερη, πιο ασφαλή και αποτελεσματική εκτέλεση των εντολών και, ως εκ τούτου, η πιο πιθανή συνέπεια αυτής της κύρωσης είναι η απότομη μείωση του αριθμού των χρηματοοικονομικών συναλλαγών.

    Οι άμεσες συνέπειες της αποσύνδεσης SWIFT φαίνονται επομένως πιο περιορισμένες για τις τρέχουσες συναλλαγές. Αντίθετα, όσον αφορά τις νέες συναλλαγές και τον κίνδυνο πέραν του βραχυπρόθεσμου διαστήματος, είναι πιθανό οι χρηματοοικονομικές ροές να επαναπροσανατολιστούν σε εναλλακτικά συστήματα πληρωμών, όπως το Εθνικό Σύστημα Κάρτας Πληρωμών (Mir) αντί για τα συστήματα Visa και MasterCard και το Σύστημα από Μεταφορά Οικονομικών Μηνυμάτων (SPFS).

    Συνεπώς, ο βασικός κίνδυνος για την οικονομία της ΕΕ είναι τα πιθανά αντίποινα από τη ρωσική κυβέρνηση. Ο επακόλουθος κίνδυνος μεγάλων διαταραχών του εφοδιασμού για την Ευρώπη θα είναι ο πιο έντονος για το ευρωπαϊκό ΑΕΠ βραχυπρόθεσμα, παρά το γεγονός ότι το μερίδιο του εισαγόμενου φυσικού αερίου από τη Ρωσία μειώθηκε κατά το ήμισυ τους τελευταίους έξι μήνες. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Goldman το χτύπημα στο ΑΕΠ θα κυμανθεί από 1% έως 3%. Ο κίνδυνος αντιποίνων φαίνεται να είναι μεγαλύτερος, για την ευρωπαϊκή οικονομία, από τον περιορισμένο άμεσο αντίκτυπο της χρηματοοικονομικής αποσύνθεσης μεταξύ της ΕΕ και της Ρωσίας που προκαλείται από τις κυρώσεις.

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ