Συνεχης ενημερωση

    Πέμπτη, 04-Δεκ-2014 16:31

    Eurobank: Θετική έκπληξη οι επενδύσεις το γ’ τρίμηνο

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου
    Στην θετική έκπληξη από το μέτωπο των επενδύσεων, οι οποίες το γ’ τρίμηνο 2014 κατέγραψαν το πρώτο θετικό ποσοστιαίο ρυθμό μεταβολής ύστερα από 25 συνεχόμενα τρίμηνα πτωτικής πορείας αλλά και στην βελτίωση των λοιπών μακροοικονομικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας αναφέρεται η εβδομαδιαία έκδοση της Eurobank, «7 ημέρες Οικονομία».

    Σύμφωνα με τους αναλυτές της τράπεζας, η συνέχιση και η ορθολογική εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, η αύξηση του μεριδίου των επενδύσεων και η ενίσχυση της αξίας των εξαγωγών αποτελούν τις τρεις συνιστώσες από τις οποίες θα κριθεί η μελλοντική βιωσιμότητα του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης.

    Αναλυτικά, η Eurobank αναφέρει:

    Για 2ο συνεχές τρίμηνο ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης ήταν θετικός (1,92% στο 3ο τρίμηνο από 0,41% στο 2ο τρίμηνο).

    Σύμφωνα με τους τριμηνιαίους εθνικούς λογαριασμούς (μη εποχικά διορθωμένα στοιχεία), ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης για το 3ο τρίμηνο του 2014 διαμορφώθηκε στο  1,92%. Συνεπώς, σε όρους ετήσιας  μεταβολής, η Eurobank παρατηρεί πως για δεύτερο συνεχές τρίμηνο η εγχώρια παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκε. Επιπρόσθετα, όπως φανερώνουν οι περισσότεροι μακροοικονομικοί δείκτες, π.χ. σταδιακή υποχώρηση της ανεργίας, πλεονασματικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, δημοσιονομική εξυγίανση και θετικοί ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης, η ελληνική οικονομία εμφανίζει σημάδια ανάκαμψης. «Ωστόσο, το μεγάλο στοίχημα-ερώτημα παραμένει. Υπάρχουν προοπτικές μακροχρόνιας βιωσιμότητας των θετικών ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης που επιτυγχάνονται στο παρόν; Το γεγονός αυτό σε μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθεί από  τρεις παράγοντες: 1ον Από τη συνέχιση και την ορθολογική εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, 2ον Από την αύξηση του μεριδίου των επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ και 3ον από την αύξηση της αξίας των εξαγωγών» σημειώνουν οι αναλυτές.

    Επιπρόσθετα, η βιωσιμότητα του νέου ελληνικού υποδείγματος οικονομικής μεγέθυνσης θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό και τη δυναμική του δημοσίου χρέους της ελληνικής οικονομίας. Ισχυροί ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης, για παράδειγμα μεγαλύτεροι του 3%, παράλληλα με την μη ύπαρξη δημοσιονομικών πρωτογενών ελλειμμάτων αποτελούν αναγκαίες συνθήκες για τη μείωση του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ. «Στην περίπτωση που κατορθώσουμε να ακολουθήσουμε αυτό το μονοπάτι τότε αυτομάτως η διαπραγματευτική δύναμη έναντι των δανειστών μας θα αυξηθεί και παράλληλα το κόστος δανεισμού τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα θα μειωθεί. Είναι πολύ σημαντικό στοιχείο για την αξιοπιστία της χώρας μας να κατορθώσουμε μέσα στα επόμενα χρόνια να δημιουργήσουμε τους δικούς μας, εθνικούς μηχανισμούς-θεσμούς δέσμευσης, οι οποίοι να στοχεύουν στην ενίσχυση της παραγωγικότητας και στον «σεβασμό» των δυνατοτήτων της οικονομίας μας, δηλαδή μακροχρόνια δημοσιονομική πειθαρχία. Με τον όρο δημοσιονομική πειθαρχία δεν εννοούμε ότι θα   πρέπει η κυβέρνηση να ακολουθεί συνεχώς πολιτικές λιτότητας. Περισσότερο έχει την έννοια ότι οι ασκούντες την οικονομική πολιτική θα πρέπει στις αποφάσεις τις οποίες παίρνουν να λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τον μακροχρόνιο εισοδηματικό περιορισμό της κυβέρνησης» τονίζουν οι συντάκτες του «7 ημέρες Οικονομία».

    «Αν κάτι μας έχει διδάξει η μελέτη των παλαιότερων στατιστικών στοιχείων (1990-2013) της ελληνικής οικονομίας είναι ότι όταν υπήρχε ένας μηχανισμός δέσμευσης η αξιοπιστία της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής αυξανότανε. Το γεγονός αυτό αντικατοπτρίζονταν τόσο στο επίπεδο του πληθωρισμού όσο και στο κόστος χρηματοδότησης της ελληνικής κυβέρνησης (σταδιακή μείωση και των δύο μεταβλητών). Για παράδειγμα, ήταν το δύσκολο εγχείρημα της εισόδου στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) το οποίο μέσω της αναγκαίας εκπλήρωσης των συγκεκριμένων γνωστών κριτηρίων (πληθωρισμός, έλλειμμα, επιτόκια, χρέος) οδήγησε στη σταδιακή βελτίωση της δημοσιονομικής κατάστασης της οικονομίας μας από τα μέσα της δεκαετίας του 90 και έπειτα. Ήταν η παρούσα, ομολογουμένως βίαιη, δημοσιονομική προσαρμογή μέσω των δεσμευτικών συμφωνιών με τους πιστωτές μας που οδήγησε στην αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού της κυβέρνησης (το περιθώριο απόδοσης του ελληνικού ομολόγου είχε αγγίξει το 35,3%, σήμερα είναι κοντά στο 7%) και στη προώθηση σημαντικών μεταρρυθμίσεων οι οποίες έχουν ως κύριο στόχο την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της κατανομής των πόρων τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα» σημειώνουν.

    Στα δύο προαναφερθέντα παραδείγματα, και οι δύο μηχανισμοί δέσμευσης ήταν εξωτερικοί, αναφέρει η Eurobank και προσθέτει ότι «αν κάτι πρέπει να αλλάξει μέσα στα επόμενα χρόνια είναι η μετατροπή τους σε εσωτερικούς, εγχώριους, μέσω εφαρμογής ορθολογικών και αξιόπιστων πολιτικών».

    Για το 3ο τρίμηνο οι κινητήριοι μοχλοί του θετικού ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης ήταν η ιδιωτική κατανάλωση και οι εξαγωγές. Θετική έκπληξη από την αύξηση των επενδύσεων για πρώτη φορά ύστερα από 25 τρίμηνα πτωτικής πορείας.

    Η ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής κατά 1,92% (ετήσια μεταβολή) στο 3ο τρίμηνο προήλθε κυρίως λόγω ενίσχυσης της ιδιωτικής κατανάλωσης, 3,60%, και των εξαγωγών, 6,91%. Η ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης, παρά την ύπαρξη αρνητικών αποτελεσμάτων πλούτου (π.χ. μείωση τιμών ακινήτων, πτώση τιμής μετοχών), παρά τη συνεχή μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και παρά τη συνεχή πτώση της χρηματοδότησης προς τα νοικοκυριά, αποτελεί μια ένδειξη καλυτέρευσης των προσδοκιών των καταναλωτών ως προς την μελλοντική τους χρηματοοικονομική κατάσταση. Στον τομέα των εξαγωγών, μπορεί μεν να σημειώθηκε αύξηση κατά 6,91% ωστόσο ο ποσοστιαίος ρυθμός μεταβολής τους ήταν χαμηλότερος κατά περίπου 3 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 1ο και 2ο τρίμηνο αντίστοιχα. Τέλος, η δημόσια κατανάλωση μειώθηκε κατά -2,44%, ενώ οι επενδύσεις (ακαθάριστος σχηματισμός πάγιου κεφαλαίου) κατέγραψαν τον πρώτο θετικό ποσοστιαίο ρυθμό μεταβολής ύστερα από 25 συνεχόμενα τρίμηνα πτωτικής πορείας.

    Για το 3ο τρίμηνο του 2014 τα μερίδια των συνιστωσών του ΑΕΠ διαμορφώθηκαν στα εξής επίπεδα: ιδιωτική κατανάλωση στο 72,55%, δημόσια κατανάλωση στο 19,78%, επενδύσεις στο 11,20%, εξαγωγές στο 33,51% και εισαγωγές 34,37%.  Όπως επαναλαμβάνει η Eurobank, ένας από τους κεντρικούς στόχους της οικονομικής πολιτικής από εδώ και πέρα θα πρέπει να είναι η αύξηση του μεριδίου των επενδύσεων. Για να συμβεί αυτό, παράλληλα με την μη χειροτέρευση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, απαιτείται η αύξηση της εγχώριας αποταμίευσης.     

    Επίσης σημειώνεται πόσο σημαντικό είναι το γεγονός για την ελληνική οικονομία να υπάρξουν θετικοί ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης για μεγάλο χρονικό διάστημα. Βραχυχρόνια το όφελος μπορεί να μην γίνεται άμεσα αντιληπτό, ωστόσο αν κοιτάξουμε τις χρονολογικές σειρές υπό μια περισσότερο μακροπρόθεσμη οπτική γωνία τότε αντιλαμβανόμαστε πλήρως το όφελος.

    Η μείωση (ετήσια μεταβολή) των υπολοίπων των πιστώσεων της ελληνικής οικονομίας συνεχίστηκε και για τον μήνα Οκτώβριο (-3,80%). Οριακή άνοδο κατέγραψαν οι καταθέσεις (0,20%).

    Για τον μήνα Οκτώβριο η ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του υπολοίπου του συνόλου της χρηματοδότησης (πιστώσεις) της ελληνικής οικονομίας ήταν της τάξης του -3,80% (από 240,07 δις ευρώ σε 230,95 δις ευρώ). Το αντίστοιχο μέγεθος στους τομείς της γενικής κυβέρνησης, των ιδιωτικών επιχειρήσεων και των νοικοκυριών διαμορφώθηκε στο -9,60%, -2,67% και -4,02% αντίστοιχα.

    Για τον ίδιο μήνα η ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του υπολοίπου του συνόλου των καταθέσεων στα εγχώρια νομισματικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ήταν οριακά θετική, 0,20% (από 212,94 δις ευρώ σε 213,37 δις ευρώ). Σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους, τα νοικοκυριά αυξήσανε τις καταθέσεις τους κατά 0,8 δις ευρώ (0,59%, από 134,80 δις ευρώ σε 135,60 δις ευρώ).

    Τέλος, το μέσο επιτόκιο των νέων (υφιστάμενων) καταθέσεων διαμορφώθηκε στο 1,23% (1,45%) ενώ το αντίστοιχο των νέων (υφιστάμενων) δανείων διαμορφώθηκε στο 5,36% (5,28%).  
    Διαβάστε ακόμα για:

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ