Του Βασίλη Γεώργα
Κυβέρνηση και τράπεζες σηκώνουν τα χέρια ψηλά αναγνωρίζοντας ότι το ζέον πρόβλημα της χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας από τραπεζικούς πόρους θα παραμείνει άλυτο επί μακρόν και αναζητούν πλέον εναλλακτικές πηγές άντλησης κεφαλαίων για να στηρίξουν τις επιχειρήσεις και να τροφοδοτήσουν την ανάκαμψη της οικονομίας.
Το χρηματιστήριο μέσω των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου για τις εισηγμένες που οφείλουν στις τράπεζες πάνω από 36 δισ. ευρώ, η αναδιοργάνωση της αγοράς εταιρικών ομολόγων ώστε να μπορούν και οι «μικροί» επενδυτές να βάζουν λεφτά, οι κοινοτική χρηματοδότηση μέσω του ΕΣΠΑ ακόμη και σε κλάδους που σήμερα είναι αποκλεισμένοι όπως η χαλυβουργία, τα venture capitals και στο...βάθος το πολυθρύλητο Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο είναι μερικές από τις λύσεις που εκτιμάται ότι στο άμεσο μέλλον θα κληθούν να υποκαταστήσουν την φειδωλή τραπεζική χρηματοδότηση για να βρεθούν χρήματα που θα υποστηρίξουν την προσπάθεια οικονομικής και επιχειρηματικής ανάκαμψης.
«Είμαστε υποχρεωμένοι πλέον να αναζητήσουμε τα δικά μας «ισοδύναμα» για να υποκαταστήσουμε την έλλειψη τραπεζικής χρηματοδότησης» επισήμανε με νόημα χθες ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δημήτρης Δασκαλόπουλος, παραπέμποντας στην αυριανή εκδήλωση που διοργανώνει ο σύνδεσμος των ελληνικών βιομηχανιών με θέμα την χρηματοδότηση των επιχειρήσεων.
Η εκδήλωση αυτή παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς έχουν κληθεί να τοποθετηθούν για πρώτη φορά για ο θέμα όλοι μαζί, μεταξύ άλλων ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γ. Προβόπουλος, η διευθύνουσα σύμβουλος του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας Αν. Σακελλαρίου, ο πρόεδρος της τράπεζας Πειραιώς Μιχάλης Σάλλας, ο διευθύνων σύμβουλος της Γενικής Νίκος Καραμούζης, καθώς και οι γενικοί διευθυντές της Alpha Bank Αρτέμης Θεοδωρίδη, της Εθνικής Παύλος Μυλωνάς, της Eurobank Φωκίων Καραβίας κ.ά. Μεταξύ άλλων, αναμένεται να ακουστούν και απόψεις για το πως οραματίζονται το άμεσο μέλλον ως προς τη χρηματοδότηση της οικονομίας, οι ίδιοι οι τραπεζίτες.
Η ανάληψη πρωτοβουλιών για τη χρηματοδότηση της οικονομίας είναι πλέον ζήτημα κορυφαίας προτεραιότητας, πολύ δε περισσότερο όταν μήνα με το μήνα καταγράφεται αρνητική ροή χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις (σ.σ. οι επιχειρήσεις επέστρεψαν στις τράπεζες 203 εκατ. ευρώ το Νοέμβριο).
Χθες μια ακόμη μεγάλη εταιρεία, η J&P Άβαξ προειδοποίησε δημοσίως χθες πως δεν θέλει πολύ ακόμη για να «τα μαζέψει και να φύγει» από την Ελλάδα εξαιτίας της δυσκολίας της να εξασφαλίσει εγγυητικές επιστολές από τις ελληνικές τράπεζες. Μιλώντας σε ενεργειακό συνέδριο ο διευθυντής ενεργειακών και βιομηχανικών έργων της εταιρείας Θ. Αρσενίου, ανέφερε χαρακτηριστικά πως η εταιρεία του έχει αποκλειστεί από μεγάλα έργα του εξωτερικού ακόμη και σε χώρες όπως ο Λίβανος και η Γκάνα, επειδή δεν κατάφερε να προσκομίσει εγγυητικές επιστολές υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης ή γιατί αποσύρθηκε όταν της ζητήθηκε να πληρώσει δυσανάλογα υψηλές προμήθειες για να εξασφαλίσει εγγυήσεις από ξένες τράπεζες.
Λίγο αργότερα, ο επικεφαλής της Task Force στην Ελλάδα Χορστ Ράιχενμπαχ παραδεχόταν για μια ακόμη φορά πως «το πρόβλημα χρηματοδότησης των ελληνικών επιχειρήσεων είναι πολύ μεγάλο, οι εταιρείες δεν έχουν πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία και στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν οι απαιτούμενες πιστώσεις από τις τράπεζες ώστε να τονωθεί η πραγματική οικονομία».
Τα «ισοδύναμα»
Το νέο στοιχείο που προσέθεσε χθες ο υπουργός Ανάπτυξης και αρμόδιος για την κοινοτική χρηματοδότηση, Κωστής Χατζηδάκης, είναι πως σε συνεργασία με την ομάδα δράσης, η κυβέρνηση θα ξεκινήσει μια προσπάθεια ώστε να διευρυνθεί η δυνατότητα χρηματοδότησης μέσω ΕΣΠΑ και σε κλάδους αιχμής που σήμερα εξαιρούνται λόγω απαγόρευσης της νομοθεσίας όπως λ.χ. η χαλυβουργία, και παράλληλα να εξεταστεί η δυνατότητα διεύρυνσης του κανόνα de minimis, δηλαδή της οροφής που υπάρχει στη χρηματοδότηση κάθε επιχείρησης από τα κοινοτικά κονδύλια.
Το ΕΣΠΑ και τα υπόλοιπα χρηματοδοτικά εργαλεία, αποτελούν ωστόσο μια μικρή μόνο πτυχή του συνολικού ζητήματος της χρηματοδότησης, και σαφώς δεν αρκούν για να καλύψουν έλλειμμα των χρηματοδοτικών αναγκών της αγοράς που υπολογίζεται σε 15-18 δισ. ευρώ.
Οι εναλλακτικές της αγοράς είναι περιορισμένες και όπως έχει ήδη προϊδεάσει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος στην ετήσια έκθεσή του συνοψίζονται μεταξύ άλλων σε:
- Άντληση κεφαλαίων μέσω του χρηματιστηρίου. Εκτιμάται ότι ο ρόλος της κεφαλαιαγοράς θα ισχυροποιηθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια, αρχικά με τη συνδρομή ξένων κεφαλαίων και μεγαλομετόχων, και στη συνέχεια με την ενεργοποίηση εγχώριων επενδυτών που θα κληθούν να χρηματοδοτήσουν τις ανάγκες των επιχειρήσεων μέσα από σημαντικού ύψους αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου που βρίσκονται στα σκαριά.
- Εκδόσεις εταιρικών ομολόγων. Η πρόταση που έχει ήδη πέσει στο τραπέζι είναι η στροφή των επιχειρήσεων σε ομολογιακές εκδόσεις που θα είναι συμφέρουσες τόσο για τις τράπεζες λόγω των υψηλών επιτοκίων, όσο και για τους ιδιώτες επενδυτές. Η πρόταση αυτή συνδυάζεται και με την επικείμενη τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου κατά τρόπο ώστε να έχουν τη δυνατότητα να αντλούν ρευστότητα μέσω έκδοσης εταιρικών ομολόγων και οι μικρότερες επιχειρήσεις, αλλά και να συμμετέχουν στις εκδόσεις επενδυτές με μικρότερου βεληνεκούς χαρτοφυλάκια. Ήδη οι λύσεις αυτές εξετάζονται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και το Χρηματιστήριο Αθηνών.
-Δάνεια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Παρότι αφορούν λίγες και μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις, η προσπάθεια που καταβάλλεται είναι να βρεθούν περισσότερα κονδύλια για την παροχή δανείων από την ΕτΕΠ που το 2014 εκτιμάται ότι θα αποδεσμεύσει κεφάλαια άνω των 800 εκατ. ευρώ προς ελληνικές επιχειρήσεις.
- Η ενεργοποίηση του θεσμού των venture Capitals. Στην Ελλάδα το θεσμικό πλαίσιο τροποποιήθηκε πρόσφατα με στόχο να προσελκύσει νέα κεφάλαια από το εξωτερικό, ο θεσμός ωστόσο βρίσκεται στα σπάργανα και δεν έχει ακόμη αποδώσει, παρότι οι προσδοκίες είναι μεγάλες για το ρόλο που μπορούν να έχουν τα αμοιβαία κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών σε κλάδους αιχμής όπως η ενέργεια, οι υποδομές, η γεωργία κ.ά.