12:45 15/09
Ο Τραμπ "στη γραμμή" Μίλτον Φριντμαν: "Η Fed μπορεί να διορθώσει την κακή πολιτική"
Σύμφωνα με τον Φρίντμαν, η Fed απέτυχε να αυξήσει τη λεγόμενη "προσφορά χρήματος" τη δεκαετία του 1930, με αποτέλεσμα την οικονομική ύφεση.
Του Χάρη Φλουδόπουλου
Με ψήφους 24 υπέρ και 20 κατά, υπερψηφίστηκε χθες από την αρμόδια Επιτροπή Περιβάλλοντος του Ευρωκοινοβουλίου, η περίφημη πρόταση της Επιτροπής για το backloading, δηλαδή την απόσυρση 900 εκατ. τόνων δικαιωμάτων με στόχο την τεχνητή άνοδο των τιμών στο χρηματιστήριο των ρύπων. Είχε προηγηθεί προ δύο εβδομάδων, η αρνητική για την πρόταση της Επιτροπής εισήγηση της Επιτροπής Ενέργειας και Βιομηχανίας, με αποτέλεσμα πλέον να υπάρχουν δύο δρόμοι σε σχέση με την περίφημη πρόταση: ο πρώτος είναι να δοθεί η δυνατότητα διαπραγμάτευσης του εισηγητή με το Συμβούλιο και ο δεύτερος είναι το θέμα να τεθεί προς ψηφοφορία στην ολομέλεια του ευρωκοινοβουλίου.
Στη δεύτερη περίπτωση οι συσχετισμοί ακόμη είναι ασαφείς με τα κεντροδεξιά και δεξιά κόμματα να τάσσονται εναντίον της πρότασης, τους φιλελεύθερους, την κεντροαριστερά και την αριστερά υπέρ. Ωστόσο οι τοποθετήσεις των κομματικών μπλοκ δεν είναι ενιαίες, με τους σοσιαλιστές σε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ όπως η Πολωνία, να τάσσονται εναντίον της πρότασης.
Στην πρώτη περίπτωση (διαπραγμάτευση), δεν αποκλείεται να υπάρξει μια συμβιβαστική τροποποίηση της πρότασης (π.χ. μείωση του προς διακράτηση αριθμού των δικαιωμάτων) κάτι που θα φανεί και από τη διαδρομή της πρότασης από το ΕΚ προς το Συμβούλιο.
Η εξέλιξη αυτή δεν άφησε ανεπηρέαστη την αγορά των δικαιωμάτων ρύπων. Τη Δευτέρα εν αναμονή των αποφάσεων της επιτροπής του ΕΚ και ενώ είχε διαφανεί ότι η απόφαση θα είναι θετική, οι τιμές των δικαιωμάτων κατέγραψαν υψηλό μήνα στα 5,14 ευρώ ο τόνος, κερδίζοντας πάνω από 18% μέσα σε μία μόλις εβδομάδα (την περασμένη Δευτέρα βρίσκονταν στα 4,32 ευρώ ο τόνος).
Ωστόσο την Τρίτη, όταν φάνηκε ότι η απόφαση της Επιτροπής Περιβάλλοντος ήταν οριακή και ότι η οριστική απόφαση θα ληφθεί από την ολομέλεια, πιθανόν στις αρχές Μαρτίου, οι τιμές προσγειώθηκαν εκ νέου στα 4,31 ευρώ ο τόνος.
Για τη ΔΕΗ, που ως εταιρεία διαθέτει ένα από τα πιο ρυπογόνα μείγματα ηλεκτροπαραγωγής σχεδόν με το 50% του δυναμικού της να είναι μονάδες λιγνίτη, η οποιαδήποτε αύξηση στις τιμές των ρύπων είναι ευνόητο ότι επηρεάζει αρνητικά τα λειτουργικά της. Ωστόσο το όποιο επιπλέον κόστος μετακυλύεται στους καταναλωτές. Μάλιστα στις τελευταίες αυξήσεις που ισχύουν από τις αρχές του έτους, είχε υπολογιστεί το κόστος των ρύπων σε τιμή 7 ευρώ ο τόνος, δηλαδή αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα σημαντικό μαξιλάρι που πλησιάζει τα 3 ευρώ. Μάλιστα για το θέμα αυτό (δηλαδή τη διαφορά μεταξύ του προϋπολογισμένου και του πραγματικού κόστους των ρύπων) αναμένεται να αποφανθεί σύντομα η ΡΑΕ όπου και προσέφυγαν οι βιομηχανίες, όταν κλήθηκαν να πληρώσουν αύξηση που υπερβαίνει κατά πολύ τις τρέχουσες τιμές των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων.
Σε κάθε περίπτωση μια σαφέστερη εικόνα για την εξέλιξη των τιμών στο χρηματιστήριο των ρύπων και για την επιχειρούμενη από την ΕΕ χειραγώγηση των τιμών, θα έχουμε μετά την τελική απόφαση τόσο του Ευρωκοινοβουλίου όσο και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.