20:24 08/09
BRICS: Καταγγέλλουν τον προστατευτισμό και τον "δασμολογικό εκβιασμό" των ΗΠΑ
"Οι χώρες μας έπεσαν θύματα αδικαιολόγητων και παράνομων εμπορικών πρακτικών", καταγγέλλει ο Λούλα.
Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Σε αποκλιμάκωση των επιτοκίων αλλά όχι σε δραματική μείωση αναμένεται να οδηγήσει η πολυπόθητη εκταμίευση της επόμενης δόσης των 31,5 δισ. ευρώ, και συνεπώς η ανακεφαλαιοποίηση του κλάδου, σύμφωνα με όσα εκτιμούν στο Capital.gr ανώτερα τραπεζικά στελέχη.
Είναι γεγονός ότι το κύμα φυγής κεφαλαίων και το "πάγωμα" της διατραπεζικής αγοράς είχαν αναγκάσει τις τράπεζες να αναζητήσουν την απαιτούμενη ρευστότητα μέσω της προσφοράς υψηλών και σε ορισμένες περιπτώσεις υπερβολικών επιτοκίων στις προθεσμιακές καταθέσεις. Μάλιστα, εκτός από τα υψηλά επιτόκια, σε πολλές περιπτώσεις οι προθεσμιακές έχαναν τον χαρακτήρα τους, αφού οι όροι τους ήταν ιδιαίτερα χαλαροί.
“Παρ΄ όλα αυτά, το καλοκαίρι έγινε προσπάθεια μείωσης του κόστους, το οποίο είχε αρχίσει να ξεφεύγει σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα”, δηλώνουν αρμόδια στελέχη του κλάδου. “Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η εκταμίευση της δόσης θα αποκλιμακώσει την ψαλίδα μεταξύ Euribor -το οποίο κινείται χαμηλότερα από το 0,5%- και προθεσμιακών επιτοκίων”, προσθέτουν. Οι ίδιοι ωστόσο προβλέπουν ότι η αποκλιμάκωση δεν θα εξελιχθεί εις βάθος, κυρίως λόγω του γεγονότος ότι το επιτόκιο χρηματοδότησης από τον ELA διαμορφώνεται κοντά στο 3%. “Συνεπώς είναι πολύ δύσκολο να μειωθούν τα επιτόκια κάτω από το 3,5% ή ακόμη και το 4%”, καταλήγουν.
Πιο συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι η αποκλιμάκωση θα γίνει σταδιακά και μπορεί να διαχωριστεί σε τρεις κατηγορίες.
Στην πρώτη κατηγορία βρίσκονται οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, οι οποίες ωστόσο σημειώνεται ότι δεν έφτασαν σε ιδιαίτερα υπερβολικά επίπεδα. Ακόμη και η Τράπεζα Πειραιώς η οποία παραδοσιακά υπήρξε πιο επιθετική από τις υπόλοιπες, μετά την απορρόφηση της Αγροτικής μπήκε σε κλίμα “χαλάρωσης”. Σε αυτή την κατηγορία προβλέπεται ότι η πρώτη φάση αποκλιμάκωσης θα οδηγήσει τα επιτόκια μεταξύ 4,0%-4,5%.
Η δεύτερη κατηγορία τραπεζών περιλαμβάνει τις λεγόμενες μεσαίες τράπεζες, οι οποίες είναι πιο “επιθετικές”, όπως η Τρ. Κύπρου, η Marfin, το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και η Εμπορική. Οι τράπεζες αυτές κινήθηκαν για μεγάλο διάστημα πάνω από το 5% ενώ έφτασαν να δίνουν επιτόκια έως και 6%. Ιδιαίτερα η Εμπορική εκτιμάται ότι συγκέντρωσε τα τελευταία χρόνια καταθέσεις “υψηλής ποιότητας”.
Στην τρίτη κατηγορία είναι οι μικρές και πολύ μικρές τράπεζες,σε μέγεθος και δίκτυο, όπως π.χ. οι FBB, Millennium, Proton, οι οποίες ακολουθούσαν πάντα πολιτικές υψηλών επιτοκίων και στην περίοδο της κρίσης... είχαν ξεφύγει ακόμη και πάνω από το 7% σε συγκεκριμένα προϊόντα.
Τα ίδια τραπεζικά στελέχη επισημαίνουν ότι εκτός από την κρίση ρευστότητας και τη φυγή κεφαλαίων, ένας ακόμη παράγοντας που ωθεί τα επιτόκια είναι το γεγονός ότι το χρήμα έχει γίνει πιο “ακριβό” σε παγκόσμιο επίπεδο. Σημειώνουν δε, ότι μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, το κλίμα δεν έχει αποκατασταθεί πλήρως, με αποτέλεσμα οι τραπεζικές καταθέσεις να δέχονται πλήγμα, κυρίως στις χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα.
Μαζί όμως με την, έστω περιορισμένη, αποκλιμάκωση των επιτοκίων, εκτιμάται ότι θα υπάρξει και στροφή των τραπεζών όσον αφορά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των προθεσμιακών καταθέσεων. Και αυτό γιατί η κρίση ρευστότητας ανάγκασε τις τράπεζες να προσφέρουν επιτόκια προθεσμιακών με χαρακτηριστικά ταμιευτηρίου.
Τέλος, η μείωση του κόστους για τις τράπεζες είναι πολύ πιθανό να έχει αντίκτυπο και στο δανεισμό της πραγματικής οικονομίας, καθώς όπως τονίζεται, “οι τόκοι αφαιρούν από την εξαιρετικά περιορισμένη ρευστότητα”.
Αν υποθέσουμε ότι οι προθεσμιακές καταθέσεις στην Ελλάδα διαμορφώνονται περί τα 70 δισ. ευρώ, τότε μία μείωση των επιτοκίων της τάξης του 2%-3% αντιστοιχεί σε τόκους ύψους 1,5-2 δισ. ευρώ.
“Και αν αναλογιστούμε ότι τα προγράμματα επιδοτήσεων και χρηματοδότησης επιχειρήσεων, όπως το ΕΣΠΑ, το ΕΤΕΑΝ κ.α., ανέρχονται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, τότε γίνεται αντιληπτό ότι η μείωση του επιτοκιακού κόστους κατά 2 δισ. ευρώ θα μπορούσε να επιφέρει αύξηση των χρηματοδοτήσεων προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις”, συμπληρώνει υψηλόβαθμο στέλεχος μεγάλης τράπεζας.