17:32 02/10
Κ. Μητσοτάκης: Όσο η Τουρκία διατηρεί το casus belli, η Ελλάδα δεν θα συναινέσει στην ένταξή της στο πρόγραμμα Safe
Νέο μήνυμα του Κ. Μητσοτάκη στον Ερντογάν. Τι ανέφερε ο πρωθυπουργός στη συνάντησή του με τον Ρούτε.
Εδώ και δύο χρόνια, ακόμη και ο πλέον καλοπροαίρετος παρατηρητής, θα πρέπει να είναι απολύτως κουφός και τυφλός για να μην βλέπει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των media, επαναλαμβάνει την ίδια εμμονική επωδό: πώς θα πέσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ελπίζοντας πως λέγε-λέγε θα πεισθούν οι πολίτες; Γιατί απλά προσπαθούν να μετουσιώσουν έναν… ασεβή πόθο (sic) σε πραγματική κατάσταση, αλλά δεν τους βγαίνει; Λίγη σημασία έχει η απάντηση, εδώ.
Η ουσία βρίσκεται στο γεγονός πως διάφορα σενάρια διαδέχονται το ένα το άλλο, ασταμάτητα. Άλλοι μιλούν για αμερικανικό δάκτυλο και τον Τραμπ που επιθυμεί να στείλει μήνυμα στην Ευρώπη, με τις… φωτογραφίες και τις ξεχασμένες ανοιχτές κάμερες να τους διαψεύδουν. Άλλοι ξελαρυγγιάζονται για την παρέμβαση της Ρουμάνας εισαγγελέως που, σύμφωνα με τους ίδιους, θα ανοίξει τον δρόμο για διεθνείς διώξεις, με την ίδια όμως να τα καταρρίπτει ολοσχερώς. Άλλοι (φυσικά δυστυχώς) εξακολουθούν να εργαλειοποιούν την τραγωδία των Τεμπών ως όπλο ανατροπής, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός πως η υπόθεση παραμένει ανοιχτή πληγή και τον πόνο ορισμένων συγγενών των θυμάτων. Δεν λείπουν βέβαια και οι αστείοι, που διακινούν το πλέον γελοίο σενάριο, διαδίδοντας ότι "ο ίδιος ο Μητσοτάκης θα φύγει, γιατί φοβάται τον Τσίπρα που έρχεται". Φοβάται τον αντίπαλο που έχει ήδη κερδίσει 5-6 φορές και θα φύγει για να γλυτώσει…
Όλα αυτά συνθέτουν μια εικόνα πολιτικής παραφιλολογίας που περισσότερο αποκαλύπτει τις επιθυμίες όσων την τροφοδοτούν, παρά μπορεί να θεωρηθεί ρεαλιστική προοπτική.
Σε αυτό το φόντο διακρίνεται ξεκάθαρα η δράση ενός πανίσχυρου λόμπι. Ενός πολυσχιδούς, πολύπλευρου και καλά οργανωμένου λόμπι. Ένα λόμπι που δεν σταματά μπροστά σε τίποτα και δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει όλα τα όπλα. Μέσα ενημέρωσης πέρασαν στον έλεγχό του, κόμματα και πολιτικές κινήσεις υιοθετήθηκαν και ενισχύθηκαν, ενώ οι ανερμάτιστες καμπάνιες λάσπης σε βάρος του πρωθυπουργού έδειχναν εξαρχής πως αποτελούν οργανωμένο σχέδιο αποδόμησης. Ο στόχος είναι διαυγής: η αποσταθεροποίηση της κυβέρνησης και η δημιουργία ενός πολιτικού κενού που θα επιτρέψει τον έλεγχο της χώρας από εκείνους που διαθέτουν χρήμα, αλλά όχι δημοκρατική και πολιτική νομιμοποίηση. Μόνο που αυτή τη φορά η σκηνή δεν αφορά μια χούφτα δολάρια, δεν συγκρούονται δύο συμμορίες για την κυριαρχία μιας πόλης. Από τη μια πλευρά βρίσκεται ένας εκλεγμένος πρωθυπουργός με πλήρη και ξεκάθαρη λαϊκή εντολή, κι από την άλλη μια δράκα οικονομικών παραγόντων που ποντάρουν στην αστάθεια για να εξασφαλίσουν ότι το δικό τους συμφέρον θα τοποθετηθεί και πάλι πάνω από αυτό των πολιτών. Πόσο νόμιμο και δημοκρατικό μπορεί να θεωρηθεί αυτό;
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα βρίσκεται σε τέτοιο σταυροδρόμι. Το 2015, το διακύβευμα ήταν η ίδια η παραμονή στην ευρωζώνη. Σήμερα, η μάχη αφορά την πολιτική σταθερότητα και τη δυνατότητα να διατηρηθεί η χώρα σε πορεία ουσιαστικού εκσυγχρονισμού και (πρωτόφαντης) οικονομικής ανάπτυξης. Για τα μέλη του λόμπι, το ερώτημα δεν είναι αν η χώρα θα πάει μπροστά ή αν οι πολίτες θα έχουν καλύτερη προοπτική. Το μόνο που ενδιαφέρει είναι η διατήρηση του ελέγχου.
Αλλά η κοινωνία έχει μνήμη και αισθητήριο. Ξέρει να διακρίνει ποιο είναι το πραγματικό συμφέρον της χώρας. Ανάμεσα σε έναν εκλεγμένο πρωθυπουργό και σε έναν συνασπισμό… τσιφλικάδων, η επιλογή είναι προφανής. Κι αν η αντιπολίτευση θέλει πραγματικά να παίξει ρόλο, θα πρέπει να απομακρυνθεί από την αυλή των οικονομικών βαρόνων, να αποκτήσει πολιτική ουσία και υπόσταση, να σταθεί σαν αυτόνομη πολιτική δύναμη. Μέχρι τότε, ο μοναδικός ουσιαστικός αντίπαλος του Μητσοτάκη θα παραμένει ο ίδιος ο εαυτός του, η φθορά που προκαλεί η διακυβέρνηση και οι λιγότεροι ικανοί της κυβερνητικής παράταξης.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η σημερινή Ελλάδα βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση σε σχέση με το σημείο όπου την άφησαν οι προκάτοχοι: από την εποχή του Κώστα Καραμανλή, που οδήγησε στην δημοσιονομική εκτροπή, μέχρι τα χρόνια Παπανδρέου και Σαμαρά με τα μνημόνια, και την περιπέτεια Τσίπρα με το δημοψήφισμα και το τρίτο μνημόνιο. Η βελτίωση είναι απτή και αισθητή. Αλλά δεν αρκεί. Γιατί, όπως επανειλημμένα έχουμε αναλύσει, το πολιτικό παιχνίδι θα κριθεί στην καθημερινότητα: στην ακρίβεια που πιέζει τα νοικοκυριά, στις δημόσιες υπηρεσίες που παραμένουν δυσκίνητες και αναποτελεσματικές. Είναι τόσο απλό. Και το ξέρουμε πια καλά: εκεί κρίνεται η πολιτική κάθε κυβέρνησης, εκεί χτίζεται ή καταρρέει η εκλογική δύναμη της.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει σχέδιο, εφαρμόζει μέτρα, δοκιμάζει πολιτικές. Η αντιπολίτευση αντίθετα δεν έχει παρουσιάσει αξιόπιστες προτάσεις. Όλη της η ενέργεια εξαντλείται σε έναν αδιάκοπο πόλεμο εντυπώσεων, στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων των γνωστών μηντιαρχών και στην επιδίωξη μερικών λεπτών προβολής στα τηλεοπτικά δελτία. Αυτό όμως δεν είναι πολιτικό σχέδιο, αλλά επικοινωνιακή φούσκα. Και οι φούσκες, αργά ή γρήγορα, σκάνε. Είναι διαπιστωμένο διαχρονικά και τα δίδακτρα πληρωμένα. Το μόνο ερώτημα που υπάρχει είναι αν θα καταρρεύσουν πρώτες οι φούσκες ή η υπομονή της κοινωνίας. Και τότε να δούμε πότε, ποιος και αν θα προλάβει να κρυφτεί…
Πέτρος Λάζος
petros.lazos@capital.gr