00:03 22/09
Λίγες γραμμές κώδικα και η Ευρώπη στην ουρά, με μολύβι και χαρτί
Λίγες γραμμές κώδικα ήταν αρκετές για να δείξουν πόσο ευάλωτη είναι η Ευρώπη απέναντι σε σοβαρές ψηφιακές απειλές.
Το φαινόμενο του πληθωρισμού κάθε άλλο παρά σπάνιο είναι, τόσο στην παγκόσμια όσο και στην εγχώρια οικονομία. Ειδικά στην Ελλάδα έχουν υπάρξει εποχές όπου το τέρας έτρεχε με διψήφιους ρυθμούς και μάλιστα με το πρώτο ψηφίο μεγαλύτερο της μονάδας. Και για διαστήματα σαφώς μεγαλύτερα του ενός ή των δύο ετών. Επί της ουσίας, κυρίως λόγω των πολιτικών του Ανδρέα Παπανδρέου αλλά και εγγενών, ριζικών προβλημάτων της οικονομίας, στο μεγαλύτερο μέρος της μεταπολίτευσης μέχρι και την είσοδο στην ΟΝΕ, η ελληνική οικονομία στέναζε κάτω από ρυθμούς πληθωρισμού, της τάξης του +20% ετησίως.
Μια κατάσταση που σαφώς βόλευε τις κυβερνήσεις τότε καθώς με αυτόν τον τρόπο το δημόσιο χρέος "πριονιζόταν", χωρίς όμως και να εξαλείφεται. Προφανώς λάθος στρατηγική, που κόντεψε να φέρει τη χρεοκοπία μιάμιση δεκαετία νωρίτερα. Χάρις όμως στις μεγάλες ικανότητες διαχείρισης του Αλέκου Παπαδόπουλου, το αναπόφευκτο πήρε αναβολή για το 2009.
Με τέτοιο ιστορικό θα περίμενε κανείς πως οι Έλληνες, εξοικειωμένοι μετά από τόσα χρόνια κοινής διαβίωσης με το πρόβλημα:
Α. αφενός θα αντιλαμβάνονταν πως ακριβώς λειτουργούν οι μηχανισμοί της αγοράς που προκαλούν το φαινόμενο και
Β. αφετέρου θα απαιτούσαν από τις κυβερνήσεις και θα εφάρμοζαν πρώτοι οι ίδιοι ορθολογικές στρατηγικές και μέτρα που πραγματικά θα σταματούσαν την επέλαση του τέρατος.
Δυστυχώς, οποιοσδήποτε κι αν είχε αυτές τις προσδοκίες, θ’ απογοητευόταν οικτρά. Περισσότερο από τις αντιδράσεις των πολιτών παρά τα κυβερνητικά μέτρα καθώς, εάν λάβει κανείς υπόψη του τις αλλεπάλληλες διεθνείς κρίσεις που προκάλεσαν και ανατροφοδότησαν την πληθωριστική έκρηξη, πολλά από τα δεύτερα βρίσκονται μέσα στο φάσμα του αποδεκτού. Αν όχι του αναγκαίου…
Όταν όμως έχεις να αντιμετωπίσεις μια διεθνή κρίση αύξησης τιμών σε μια μικρή, εξ ορισμού και μεγεθών ολιγοπωλιακή αγορά, ενώ ταυτόχρονα απαιτείς (οι πολίτες) και αυξάνεις (η κυβέρνηση) τους μισθούς πιο γρήγορα από τους ρυθμούς ανάπτυξης και τα συνολικά επίπεδα του πληθωρισμού, το να αναμένεις γρήγορη αποκλιμάκωση των τιμών είναι απλούστατα, ουτοπικό! Όσους ελέγχους και αν πραγματοποιήσεις, όσα πρόστιμα και αν καταλογίσεις, όσα πλαφόν περιθωρίου κέρδους κι αν επιβάλλεις, από τη στιγμή που οι αυξήσεις (δηλαδή η επιβάρυνση του κόστους των προϊόντων) ξεπερνούν ανάπτυξη και πληθωρισμό, η μεν αποκλιμάκωση των τιμών δεν θα έρθει ποτέ, η δε σταθεροποίησή τους θα συμβεί αρκετά αργότερα από όσο συμβαίνει σε άλλες, πιο ορθολογικές αγορές.
Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, οι αυξήσεις και αναγκαίες ήταν και λελογισμένες. Υπό καθεστώς τρομερών πιέσεων του πληθυσμού από σοβαρότατες κρίσεις όμως και με στόχο μόνο την δημοσιονομική σταθερότητα, η μεγάλη "επιτάχυνση" της πορείας των τιμών, ήταν (και είναι) κάτι παραπάνω από φυσιολογική. Προσθέστε τώρα σε αυτά τα γεγονότα την τουλάχιστον… ράθυμη (για να το πω κομψά) και ελιτίστικη (π.χ. "εγώ δεν αγοράζω προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας") καταναλωτική συμπεριφορά των Ελλήνων γενικά και διαχρονικά, κι έχετε μία πλήρη εικόνα και την διαφανή εξήγηση των λόγων που οι τιμές στην Ελλάδα αργούν να πέσουν, συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το αστείο της υπόθεσης είναι πως, κατά πάσα βεβαιότητα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και τα οικονομικά επιτελεία των κυβερνήσεων του πήραν τις συγκεκριμένες αποφάσεις συνειδητά και με απόλυτη επίγνωση τόσο του μη συμβατικού των λύσεων που επέλεξαν, όσο και των επιπτώσεων που αυτές θα είχαν. Παρόλα αυτά, επέλεξαν ακριβώς αυτές, ώστε να ελαχιστοποιήσουν τις συνέπειες στα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα και να βοηθήσουν εκείνους που το χρειάζονταν περισσότερο. Αλλά σήμερα ακούν τα εξ αμάξης για την ακρίβεια!!!
Η κατάσταση πλησιάζει τα όρια της φαρσοκωμωδίας. Πότε όμως υπήρχε στην Ελλάδα αντίληψη της οικονομικής πραγματικότητας, για να υπάρχει και σήμερα;
Ας μην ξεχνάμε ότι μιλούμε για τη χώρα που όλοι περίμεναν να επανέλθει η ευμάρεια "μ’ ένα νόμο κι ένα άρθρο" και όπου "ο λαός θα βαρούσε τα νταούλια και θα χόρευαν οι αγορές". Το τι συνέβη πραγματικά, το ξέρουμε όλοι πλέον. Ή μήπως όχι;
Πέτρος Λάζος
petros.lazos@capital.gr