Συνεχης ενημερωση

    Τρίτη, 29-Οκτ-2024 00:01

    Η χαμένη τιμή των τραπεζών

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Κώστα Στούπα

    Οι Έλληνες δυσανασχετούν γιατί τα επιτόκια που πληρώνουν οι τράπεζες εκτός από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη είναι και αρνητικά, αφού κυμαίνονται κάτω από τον πληθωρισμό.

    Παρά την οικονομική ανάπτυξη που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη στην Ε.Ε. ο τραπεζικός δανεισμός προς την οικονομία παραμένει καχεκτικός.

    Είναι προφανές πως ένα μέρος της ανάπτυξης οφείλεται στην ονομαστική αύξηση του δημοσίου χρέους που τροφοδότησε την κατανάλωση και κυρίως τις εισροές απόν την Ε.Ε. που αυξήθηκαν μετά την πανδημία.

    Τα τραπεζικά επιτόκια στην Ελλάδα είναι και θα παραμείνουν χαμηλά γιατί οι τράπεζες έχουν περισσότερες καταθέσεις απ’ όσες χρειάζονται. Στην οικονομία όταν η προσφορά είναι μεγαλύτερη της ζήτησης, οι τιμές πέφτουν. Στην προκειμένη περίπτωση οι τιμές είναι τα επιτόκια.

    Μοιραία κάποιοι καταθέτες αναζητούν υψηλότερα επιτόκια σε τράπεζες του εξωτερικού.

    "Όπως προκύπτει από στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), την τελευταία διετία τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν κατευθύνει σε τράπεζες της ευρωζώνης καταθέσεις, ύψους 7,2 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 4,7% των συνολικών καταθέσεων των νοικοκυριών στο τέλος του β’ τριμήνου του 2024 και πρόκειται για το τέταρτο μεγαλύτερο ποσοστό μετά την Κύπρο (9,5%), το Λουξεμβούργο (7,5%) και τη Μάλτα (6,9%)..."

    Βλέπε: "Καταφύγιο" στις τράπεζες του εξωτερικού αναζητούν οι Έλληνες καταθέτες - Αιτία τα χαμηλά επιτόκια

    Η φυγή καταθέσεων προς το εξωτερικό παρά την τεράστια αύξηση που παρουσιάζουν είναι ελάχιστη. Αυτό σημαίνει πως υπάρχουν  περιθώρια για περαιτέρω αύξηση.

    Μεταξύ 2019 (που μας τέλειωσε ο ΣΥΡΙΖΑ) και 2024 οι καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες  από 139 δισ. ευρώ έχουν ανέβει στα 195,3 δισ. ευρώ. Τούτο συνέβη γιατί η απομάκρυνση των τυχάρπαστων του συνονθυλεύματος επανάφερε την εμπιστοσύνη.

    Πριν τη χρεοκοπία του 2010, οι ιδιώτες έτρεχαν στις τράπεζες μέχρι και για διακοποδάνεια ενώ τα σπίτια αγοράζονταν κυρίως με τραπεζικό δανεισμό. Μετά τη χρεοκοπία αμφότερες οι πλευρές έχουν γίνει προσεκτικές και ειδικά οι τράπεζες περισσότερο φειδωλές.

    Επιπλέον δεν υπάρχουν και πολλές  αξιόχρεες επιχειρήσεις.

    Οι επιχειρήσεις που ζητάνε δάνεια δεν είναι αξιόχρεες είτε γιατί φοροδιαφεύγουν και δεν παρουσιάζουν υγιείς και κερδοφόρους ισολογισμούς είτε γιατί είναι μικρές και οικογενειακές με αδιαφανείς οικονομικές και εργασιακές συναλλαγές.

    Η δανειοδότηση του επιχειρείν στην Ελλάδα δεν μοιάζει επικερδής και ενδεχομένως και ασφαλής.

    asf

    Το 2023 οι τράπεζες είχαν δώσει συνολικά 157,6 δισ. ευρώ σε δάνεια. Το πρώτο εξάμηνο του 2024 οι χορηγήσεις είχαν αυξηθεί στα 159,5 δισ. ευρώ.  Ενώ λοιπόν οι χορηγήσεις στο πρώτο εξάμηνο του 2024 αυξήθηκαν κατά 1,8 δισ. ευρώ, οι τοποθετήσεις των ελληνικών τραπεζών σε χρεόγραφα (ομόλογα, έντοκα, μετοχές κλπ) αυξήθηκαν κατά 3,7 δισ. ευρώ από 64,9 σε 68,7 δισ. ευρώ.

    Παρά τους δυναμικούς ρυθμούς ανάπτυξης που παρουσιάζει η Ελλάδα σε σύγκριση με την χειμαζόμενη υπόλοιπη  Ευρώπη, η ποιότητα της ελληνικής ανάπτυξης δεν μοιάζει υγιής και βιώσιμη. Μια οικονομία που αναπτύσσεται με υγιείς ρυθμούς διψάει για χρηματοδότηση. Στην Ελλάδα εκτός της καχεκτικής κεφαλαιαγοράς (χρηματιστηρίου), του οποίου η κεφαλαιοποίηση είναι περί το 50% του ΑΕΠ, έχουμε και καχεκτική τραπεζική χρηματοδότηση.

    Το τεράστιο εμπορικό έλλειμμα λοιπόν και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών δεν αποτελούν πρόσκαιρα και τυχαία περιστατικά.

    Το εμπορικό έλλειμμα το 2023 ήταν στα 33,9 δισ. ευρώ από 39,2 δισ. ευρώ το 2022. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο που είναι σημαντικότερο στη χώρα μας λόγω της συνεισφοράς της εξαγωγής υπηρεσιών λόγω τουρισμού το ’23 ήταν περί τα 13 δισ. ευρώ από 21 δισ. ευρώ το ’22 και 2,7 δισ. ευρώ το 2019.  

    Το 2008 πριν τη χρεοκοπία το εμπορικό έλλειμμα είχε απογειωθεί στα 44,3 δισ. ευρώ και το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών στα 36,5 δισ. ευρώ.

    Είναι προφανές λοιπόν πως η ανάπτυξη που παρουσιάζει η ελληνική οικονομία, είναι καλοδεχούμενη, αλλά παρουσιάζει στρεβλότητες τις συνέπειες των οποίων ίσως τις βρούμε σύντομα μπροστά μας.

    kostas.stoupas@capital.gr

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ