00:01 05/09
Το μεγάλο στοίχημα της φετινής ΔΕΘ
Η φετινή Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης σηματοδοτεί μία καινούργια προσέγγιση ως απαραίτητη για τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Οι τελευταίες εξελίξεις με τη Λιβύη, δυστυχώς, δείχνουν να ήταν λάθος που επαναπαυθήκαμε ότι θα συνεχίσει να ισχύει η προνομιακή σχέση μας με την κυβέρνηση του στρατηγού Χαφτάρ. Αυτή τη σχέση που είχε χτίσει με επιμονή, επένδυση χρόνου και διπλωματικής προσπάθειας ο Νίκος Δένδιας ως Υπουργός Εξωτερικών.
Προφανώς, με την προοπτική αναθέρμανσης και επανέναρξης των διμερών συνομιλιών της Ελλάδας με την Τουρκία που θα οδηγούσαν υποτίθεται σε προσφυγή στη Χάγη, ήρθε και η ανάληψη καθηκόντων του Υπουργείου Εξωτερικών από τον κ. Γεραπετρίτη προ διετίας, ως πιο διαλλακτικό συνομιλητή των Τούρκων. Πιθανόν αυτό να ήταν και ζητούμενο από τους Τούρκους, και λόγω των σκληρών τοποθετήσεων του κ. Δένδια απέναντί τους.
Η επιδιωκόμενη πρόοδος των ελληνο-τουρκικών συνομιλιών, όμως, αποδείχτηκε ακόμα μια φορά φενάκη. Ενώ η Ελλάδα έβαλε όλη την προσπάθειά της να προοδεύσουν αυτές οι συνομιλίες, και επαναπαύτηκε ότι δεν θα γινόταν ενεργοποίηση του έτσι κι αλλιώς παρανόμου τουρκολιβυκού μνημονίου, η Τουρκία βρήκε άνοιγμα και πλησίασε τον πρώην σύμμαχό μας στρατηγό Χαφτάρ, και τον προσεταιρίστηκε προφανώς γιατί στο μεταξύ ατόνησε η σχέση που είχε θεμελιώσει με τόσο κόπο ο Δένδιας, ο οποίος μάλιστα νομίζω είχε επισκεφθεί τη Λιβύη παραπάνω από μια φορά, και είχε χρηματοδοτήσει και μια ποδοσφαιρική ομάδα σαν ένδειξη καλής θέλησης.
Αποτέλεσμα της απομάκρυνσης της ελληνικής διπλωματίας από τη συντήρηση στην τελευταία διετία της σχέσης που είχε θεμελιώσει ο προηγούμενος υπουργός με την κυβερνητική ομάδα Χαφτάρ, ήταν η προσχώρηση και αυτής της δεύτερης λιβυκής κυβέρνησης, του Χαφτάρ, στην αποδοχή του παράνομου τουρκο-λιβυκού μνημονίου.
Εκ των υστέρων πήγε, πριν λίγες ημέρες, επίσκεψη ο Υπουργός Εξωτερικών στη Λιβύη, προφανώς για να διερευνήσει αν υπάρχει κάτι να διασώσει από την προϋπάρχουσα καλή θέληση, αλλά η κατακόρυφη αύξηση και μόνον της μεταναστευτικής πίεσης από τη Λιβύη στην Κρήτη τις ίδιες ημέρες, παραπέμπει σε αποτυχία της επίσκεψης.
Ενώ εμείς κοιμόμασταν ήσυχοι ότι οι εντάσεις με την Τουρκία θα λύνονταν μαγικά μέσω του διαλόγου μαζί τους, δείχνει ότι τόσο η αξιολόγηση της αξιοπιστίας της Τουρκίας όσο και το ότι επαναπαυθήκαμε στην προϋπάρχουσα σχέση που έχτισε ο Δένδιας χωρίς συντήρηση ήταν λάθος.
Ίσως οι εξελίξεις στα εσωτερικά της ΕΕ και οι σχέσεις με τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη, οι εξελίξεις των πολέμων στην Ουκρανία, στη Λωρίδα της Γάζας, στη Συρία και πρόσφατα στο Ιράν, να πήραν μεγάλο μέρος της προσοχής του κ. Γεραπετρίτη που να τον απορρόφησαν από τη διατήρηση της σχέσης με τη Λιβύη. Όμως είναι απαράδεκτο να υπάρχει ασυνέχεια στην εξωτερική πολιτική της χώρας, και μάλιστα από δυο υπουργούς Εξωτερικών της ίδιας κυβέρνησης!
Οι λόγοι που αφέθηκε να ατροφήσει μια τόσο σημαντική σχέση, η οποία μερικώς τουλάχιστον εξουδετέρωνε την απειλή των δρομολογήσεων της Τουρκίας με τη Λιβύη στην ελληνική ΑΟΖ, πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο σε βάθος συζητήσεων εντός της κυβέρνησης, στην αναζήτηση λύσης που να διορθώνει τις παραλείψεις της τελευταίας διετίας.
Τα απανωτά διπλωματικά χαστούκια πρέπει να μας βάλουν όλους σε σκέψη. Από την Αίγυπτο με το καθεστώς εκμετάλλευσης γύρω από τη μονή της Αγ. Αικατερίνης στο Σινά. Από τη Λιβύη με το πάγωμα των σχέσεων και το σύμφωνο εκμετάλλευσης οικοπέδων που ακολούθησε, αν και κάτω από τη μέση γραμμή με την Ελλάδα. Από την άρνηση συνάντησης με τον Έλληνα υπουργό Μετανάστευσης Θ. Πλεύρη στη Λιβύη. Από την κύρωση του παράνομου συμφώνου από την κυβέρνηση Χαφτάρ. Αυτή η ραγδαία επιδείνωση οφείλει να χτυπήσει συναγερμό στην ελληνική κυβέρνηση. Δεν είναι προφανές ότι κάτι τέτοιο έχει συμβεί.
Αν μη τι άλλο, πρέπει να υπάρχει στρατηγική συνέχεια της διπλωματίας της χώρας μας, ανεξαρτήτως ποιος είναι κυβέρνηση, ακόμα και αν ήταν προηγούμενος ΥΠΕΞ ο αρχιτέκτονας μιας διπλωματικής ισορροπίας που ήταν πιο σταθερή και χωρίς χαστούκια.
Ακόμα και αν κάποιοι στο εξωτερικό, δυσανασχετούσαν λιγάκι παραπάνω επειδή εκείνος τους έκανε talk-to-my-hand...
Αν δεν συμβεί αυτό, θα συνεχίσουμε να πληρώνουμε αυτή την ασυνέχεια, με εθνικό κόστος.