Συνεχης ενημερωση

    Παρασκευή, 27-Ιουν-2025 00:01

    Η Μεγάλη Ευκαιρία για άμυνα made in Greece

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Άγη Βερούτη

    Η Ελλάδα βρίσκεται για άλλη μία φορά σε σταυροδρόμι. Η συμφωνία για αύξηση των αμυντικών δαπανών των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ στο 5% του ΑΕΠ μοιάζει, εκ πρώτης όψεως, με δυσανάλογο βάρος για μια χώρα που μόλις βγήκε από πολυετή δημοσιονομική ασφυξία και παλεύει ακόμα με το υψηλό δημόσιο χρέος και τη χαμηλή παραγωγικότητα.

    Η δαπάνη 5% του ΑΕΠ για άμυνα, δηλαδή περίπου €10 δισ. ετησίως για την Ελλάδα, μοιάζει με ένα ακόμα καρφί στο φέρετρο της δημοσιονομικής ισορροπίας. Σε ένα κράτος όπου το ΕΣΥ ζητάει πρόσθετες επενδύσεις, η δημόσια παιδεία θέλει εκσυγχρονισμό και οι υποδομές χρειάζονται συντήρηση και δρομολόγηση έργων δεκαετιών στην περιφέρεια, το να δαπανώνται τόσα για αμυντικές δαπάνες δημιουργεί εύλογες αντιδράσεις. Εκτός εάν…

    Όπως κάθε κρίση, έτσι και αυτή η "υποχρέωση", εφόσον αξιοποιηθεί στρατηγικά και όχι με τον ξενολατρικό τρόπο του παρελθόντος, μπορεί να μεταμορφωθεί σε τεράστια εθνική ευκαιρία: την αναγέννηση της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας και τη δημιουργία ενός βιώσιμου πυλώνα καινοτομίας και εξαγωγών που θα επιστρέψει στην οικονομία και στο ΑΕΠ τουλάχιστον το τριπλάσιο των δαπανών ως κυκλοφορούντα χρήματα, σε ετήσια βάση.

    Η Ελλάδα, παραδοσιακά, από την εποχή των κρατικοποιήσεων του ΠΑΣΟΚ, αντιμετώπιζε την αμυντική της θωράκιση ως αναγκαίο κακό.

    Έκανε αγορές πανάκριβων συστημάτων σχεδόν αποκλειστικά από το εξωτερικό —από Mirage και F-16 σε Rafale και F-35, μέχρι φρεγάτες και πυραύλους— διοχετεύοντας δισεκατομμύρια στην οικονομία άλλων κρατών μονομερώς, χωρίς επαρκή ή πραγματικά αντισταθμιστικά.

    Σπανίως υπήρχε ρήτρα συμπαραγωγής, ενώ ακόμα πιο σπάνια δημιουργούνταν θέσεις εργασίας ή τεχνογνωσία στην Ελλάδα. Αυτό πρόσφατα ξεκαθάρισε ο πρωθυπουργός ότι θα το αλλάξει, απαιτώντας τουλάχιστον 25% συμπαραγωγή —κάτι το οποίο, όμως, είναι δύσκολο να επιβληθεί εντός Ε.Ε.

    Η ΕΑΒ, τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα, η ΕΛΒΟ και άλλες δημόσιες ή ημικρατικές αμυντικές βιομηχανίες φυτοζωούν, είτε λόγω πολιτικής κωλυσιεργίας είτε λόγω κακώς εννοούμενης συντεχνιακής λογικής των υπαλλήλων τους.

    Κι όμως, κάποτε η Ελλάδα παρήγαγε πυραύλους, ναυπηγούσε φρεγάτες και κατασκεύαζε άρματα, όπλα και βλήματα. Βλήματα, βέβαια, παράγουμε ακόμα —και ενίοτε τα βάζουμε και στη Βουλή.

    Η λύση δεν είναι άλλη από την αλλαγή νοοτροπίας: Αντί να βλέπουμε τις αμυντικές δαπάνες ως καταναλωτική δαπάνη, να τις δούμε ως επενδυτική ευκαιρία που θα δώσει βιομηχανική παραγωγή, ακριβοπληρωμένη απασχόληση και περιζήτητη τεχνογνωσία.

    Εάν έστω και το 30% από αυτά τα €10 δισ. ετησίως κατευθυνθεί σε ελληνικές παραγωγικές μονάδες, μπορεί να δημιουργηθεί ένας νέος τομέας υψηλής τεχνολογίας που όχι μόνο θα θωρακίσει την εθνική άμυνα με σκληρή ισχύ, αλλά και θα εξάγει, μειώνοντας το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου αντί να το αυξάνει.

    Η Ελλάδα έχασε πάνω από 500.000 νέους επιστήμονες την περίοδο 2010–2020. Μηχανολόγοι μηχανικοί, φυσικοί, πληροφορικάριοι, αεροναυπηγοί, μηχανικοί της ρομποτικής και της τεχνητής νοημοσύνης εργάζονται σήμερα σε αμυντικές εταιρείες του εξωτερικού. Από τη Dassault και την Rheinmetall, μέχρι τη General Dynamics και τη Raytheon. Παιδιά μας που σπούδασαν στο Πολυτεχνείο, στο ΕΚΠΑ και στο ΑΠΘ, σχεδιάζουν σήμερα UAV και λογισμικό στόχευσης για ξένες χώρες.

    Η δημιουργία μιας δυναμικής ελληνικής αμυντικής τεχνολογικής βάσης, στοχεύοντας στη μεταφορά τεχνογνωσίας και κοινοπραξιών —όπως αυτή της τσεχικής CSG ή εκείνες που διερευνά η γερμανική DIEHL των πυραύλων με ελληνικές βιομηχανίες— θα μπορούσε να αποτελέσει το μοντέλο για την επόμενη μέρα και να οδηγήσει στην επιστροφή αυτών των επιστημόνων. Όχι μόνο για πατριωτικούς λόγους, αλλά γιατί θα μπορούν να έχουν επαγγελματικές προοπτικές στην πατρίδα μας, αντίστοιχες με του εξωτερικού.

    Εταιρείες–startups θα μπορούσαν να στηθούν από Έλληνες, με κεφάλαια που θα προκύπτουν από τις κρατικές προμήθειες αμυντικών συστημάτων και το ερευνητικό πρόγραμμα του Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ), το οποίο θα μπορούσε να επεκταθεί από το σημερινό του πενιχρό μέγεθος σε σημαντικό παίκτη στη σταρτάπ σκηνή.

    Δεν πρόκειται για φαντασία: Ήδη startups όπως η ALTUS ή η SCYTALYS, και μεγάλες εισηγμένες εταιρείες όπως η Metlen και η THEON, δείχνουν πως υπάρχει τεχνογνωσία και δυνατότητα στην Ελλάδα για προηγμένα αμυντικά συστήματα. Αρκεί να υπάρξει η απαραίτητη πολιτική στόχευση, σταθερότητα στο επενδυτικό πλαίσιο και μακροπρόθεσμος σχεδιασμός.

    Αντί να εισάγουμε UAV, μπορούμε να τα σχεδιάζουμε και να τα παράγουμε εδώ. Αντί να αγοράζουμε πυραύλους, μπορούμε να παράγουμε τα βλήματα και τα υποσυστήματά τους. Οι ένοπλες δυνάμεις μπορούν να είναι οι πρώτοι πελάτες ενός οικοσυστήματος που στη συνέχεια θα εξάγει σε φιλικές χώρες της Ευρώπης, της Αφρικής, της Μέσης Ανατολής, αντί να κοιτάζουμε αποκλειστικά στο εξωτερικό για λύσεις —όπως γινόταν μέχρι χθες.

    Παράλληλα, η σύνδεση της αμυντικής παραγωγής με τα πανεπιστήμια μπορεί να μετατρέψει τα πανεπιστήμια και τα Πολυτεχνεία σε θερμοκοιτίδες αμυντικής καινοτομίας, με αντάλλαγμα μερικά χρηματικά ασήμαντα βραβεία (συγκριτικά με τα μεγέθη των αμυντικών δαπανών), που όμως θα δημιουργήσουν τεράστιο εσωτερικό ανταγωνισμό και άμιλλα στις σχετικές σχολές.

    Τα εργαστήρια ρομποτικής, τεχνητής νοημοσύνης, επικοινωνιών και μικροηλεκτρονικής μπορούν να βρουν πρακτική εφαρμογή και εμπορική χρησιμότητα.

    Για να υλοποιηθεί αυτός ο μετασχηματισμός απαιτείται πολιτική γενναιότητα.

    Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε το μοντέλο "αγοράζω από συμμάχους για να με στηρίξουν διπλωματικά". Αυτό πρέπει να συνοδεύεται από σκληρή διαπραγμάτευση και όρους που ωφελούν την εγχώρια παραγωγή.

    Ο Στρατός Ξηράς μπορεί να γίνει καταλύτης παραγωγής ελληνικών drones αέρος, ξηράς και θαλάσσης.

    Το Πολεμικό Ναυτικό να γίνει θερμοκοιτίδα νέων σχεδίων πλοίων τύπου κορβέτας, προσαρμοσμένων στις ανάγκες του όπλου και χτισμένων σε ελληνικά ναυπηγεία.

    Η Πολεμική Αεροπορία θα μπορούσε να επενδύσει σε ελληνικά συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου και λογισμικού οπτικής αναγνώρισης και στόχευσης πυραύλων ή drones με AI σε διακεκριμένους στόχους, σε περιοχές που έχουν GPS denial λόγω πολεμικών καταστάσεων (είδα αυτή την εφαρμογή να δουλεύει από εργαστήριο AI του ΕΚΠΑ)!

    Δεν είναι απαραίτητο να φτάσουμε άμεσα στο επίπεδο της Τουρκίας, που πλέον εξάγει UAV και φρεγάτες σε μισή δεκάδα άλλες χώρες.

    Όμως αν δεν κάνουμε τίποτα, δεν θα έχουμε άλλη επιλογή παρά να πληρώνουμε πάντα για την ασφάλειά μας σε άλλους.

    Η αμυντική δαπάνη 5% του ΑΕΠ είναι μια βαριά υποχρέωση. Όμως μπορεί να μετατραπεί σε εργαλείο εθνικής επενδυτικής στρατηγικής, μπορεί να γίνει ο σπόρος για μια νέα βιομηχανική αναγέννηση στην Ελλάδα —όχι κατ’ ανάγκη πάντα μόνοι μας, αλλά και με κοινοπραξίες και ΣΔΙΤ.

    Μπορεί να προσφέρει υψηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, υψηλής εξειδίκευσης, να μειώσει ή και να αντιστρέψει το brain drain και να ενισχύσει την εθνική ασφάλεια. Να δημιουργήσει δηλαδή πλούτο διαρκείας, στρατηγικό βάθος και εργαλείο μείωσης των εμπορικών μας ελλειμμάτων.

    Η Ελλάδα δεν πρέπει να αγοράζει μόνο την άμυνά της.

    Πρέπει να τη χτίζει κιόλας.

    agissilaos@gmail.com

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ