Συνεχης ενημερωση

    Πέμπτη, 11-Δεκ-2025 00:03

    Αλλαγή πρωθυπουργού εν κινήσει; Αστεία πράγματα!

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Γεωργίου Ι. Μάτσου*

    Το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών του 2023 ανέδειξε το πρωτόγνωρο στα νεοελληνικά χρονικά πολιτικό σκηνικό, να υπάρχει μόνον ένα κόμμα εξουσίας: Η Νέα Δημοκρατία.

    Όσοι στηρίξαμε τότε το συγκεκριμένο κόμμα, είχαμε ελπίσει ειλικρινά ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με ισχύ συγκρίσιμη μόνον με του Κωνσταντίνου Καραμανλή το 1974, θα προέβαινε άμεσα στις αναγκαίες τομές που τόσο έχει ανάγκη η χώρα.

    Η απογοήτευση επήλθε βέβαια ήδη από την επομένη των εκλογών, όταν ο πρωθυπουργός σχημάτισε κυβέρνηση 63 υπουργών και υφυπουργών, ίσως το πολυπληθέστερο υπουργικό σχήμα της μεταπολίτευσης και πιθανώς της ιστορίας του νεοελληνικού κράτους. Κυβέρνηση τήρησης ισορροπιών, που φανέρωνε ότι δεν υπήρχε καμία πρόθεση για ρήξεις και τομές.

    Με καμιά δεκαριά μάλιστα ‘σαμαρικούς’ βουλευτές μεταξύ των υπουργών και των υφυπουργών, φαινόταν ότι ο πρωθυπουργός επεδίωκε να απογυμνώσει τον πρώην πρωθυπουργό από τα ερείσματά του στην κοινοβουλευτική ομάδα. Ο μόνος λόγος προς τούτο, θα ήταν η επιβολή στην Κ.Ο. της ΝΔ υποχωρήσεων έναντι της Τουρκίας για το Αιγαίο, ίσως και για άλλα θέματα.

    Πράγματι, το καλοκαίρι του 2023 κυριάρχησε στην επικαιρότητα το ενδεχόμενο προσφυγής στη Χάγη για το Αιγαίο. Αυτό επιβεβαίωνε την αρχική υπόνοια ότι η υπεράριθμη σύνθεση της νέας κυβέρνησης αποσκοπούσε στο να επιτευχθεί η υποστήριξη ‘συμβιβασμού’ με την Τουρκία. Η ενασχόληση του πρωθυπουργού με τα ελληνοτουρκικά ήταν μάλιστα τόσο έντονη, που γνωστός φιλοκυβερνητικός αρθρογράφος είχε φθάσει στο (παρεξηγήσιμο) σημείο να προτείνει να ορίσει ο πρωθυπουργός κάποιον να ασχολείται με την εσωτερική πολιτική.

    Ακολούθησε το ελάχιστο τεκμαιρόμενο εισόδημα, τα MyDATA, ο γάμος ομοφύλων, οι ευρωεκλογές, τα Τέμπη, ο ΟΠΕΚΕΠΕ. Η κυβέρνηση φθείρεται, όμως o πρωθυπουργός αντέχει ακόμη. Εν πολλοίς διότι, όπως αναλύσαμε, σε υπολογίσιμο τμήμα της κοινωνίας επικρατεί η αντίληψη ότι "δεν υπάρχει άλλος να κυβερνήσει".

    Η αντίληψη αυτή εδράζεται κυρίως στην απουσία άλλου πόλου εξουσίας, μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2023. Αλλαγή δομική και όχι συγκυριακή. Διότι δύο ήταν οι πόλοι εξουσίας στη μεταπολίτευση, ο ένας κεντροδεξιός, ο άλλος κεντροαριστερός (ή αριστερός, επί ΣΥΡΙΖΑ). Όμως οι εκλογές του 2023 σηματοδότησαν την παύση της μεταπολιτευτικής κυριαρχίας της αριστεράς. Κατέρρευσε έτσι ο κεντροαριστερός πόλος, που δεν θα ανασυγκροτηθεί όσα κόμματα κι αν φτιάξει ο Τσίπρας, καθώς με αυτόν ως επικεφαλής κατεδαφίστηκε η κυριαρχία της αριστεράς.

    Δεν είναι τυχαίο ότι μόνη ρεαλιστική δημοσκοπικώς περίπτωση δημιουργίας άλλου πόλου είναι το πιθανολογούμενο "κόμμα Καρυστιανού". Ένα τέτοιο κόμμα, αν ιδρυθεί ποτέ, θα εκφράσει την απολίτικη διαμαρτυρία και δεν θα κερδίσει εύκολα την εμπιστοσύνη των πάσης φύσεως ελίτ της χώρας.

    Οι ελίτ αυτές ψάχνουν λοιπόν άλλη διέξοδο, φερόμενες ως σφόδρα δυσαρεστημένες με τον πρωθυπουργό προσωπικά. Και καθώς ένα πιθανό κόμμα Σαμαρά καταγράφει σχετικά χαμηλά δημοσκοπικά ποσοστά (αν και η προσφορά θα δημιουργήσει τη ζήτηση), συγκεκριμένες ενδείξεις δείχνουν ότι οι ελίτ επιδιώκουν αλλαγή πρωθυπουργού χωρίς εκλογές, μέσα από το μοναδικό κόμμα εξουσίας σήμερα, τη Νέα Δημοκρατία.

    Πρόκειται για το σενάριο που έχει ονομαστεί "αλλαγή πρωθυπουργού εν κινήσει".

    Γιατί τέτοιο άγχος και βιασύνη, ώστε να κυκλοφορούν τέτοια σενάρια; Την αιτία έχει αναφέρει δημοσίως εξ όσων γνωρίζω μόνον ένα πρόσωπο με αξιοπιστία, ο παλαίμαχος δημοσιογράφος Σταύρος Λυγερός. Δεν θα την επαναλάβουμε στο παρόν άρθρο, όχι διότι αμφισβητούμε την αξιοπιστία του κ. Λυγερού, αλλά διότι δεν τιμά καθόλου τη χώρα. Όλη τη χώρα.

    Όποιος κι αν είναι ο λόγος της βιασύνης των ελίτ να "ξεμπερδεύουν" με τον Μητσοτάκη, το σενάριο της αλλαγής πρωθυπουργού "εν κινήσει" είναι εντελώς λάθος.

    Δυστυχώς οι ελίτ μας ουδέποτε είχαν πολιτική συνείδηση. Όπως έλεγε ο Μποδοσάκης (κατά μαρτυρία Τρύφωνα Κουταλίδη, απευθυνόμενος προς τον Αριστοτέλη Ωνάση), "εγώ είμαι με το γκουβέρνο". Η μποδοσάκεια ρήση χαρακτηρίζει συνολικά σήμερα τις ελλαδικές ελίτ πάσης φύσεως (όχι μόνον την οικονομική) που χρειάζονται "το γκουβέρνο" για να εξυπηρετούν τα εν στενή εννοία συμφέροντά τους, συχνά αδιαφορώντας για τα συμφέροντα της χώρας.

    Αυτό ακριβώς λοιπόν αποδεικνύουν τα σχέδια αλλαγής πρωθυπουργού εν κινήσει: Έλλειψη κάθε ίχνους πολιτικής συνείδησης. Και αυτό όχι επειδή ο γράφων υποστηρίζω τον σημερινό πρωθυπουργό – το αντίθετο μάλιστα είναι αρκούντως εμφανές στην έως σήμερα αρθρογραφία της στήλης.

    Ας θυμίσουμε καταρχάς ότι ο πολιτικός μύθος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, πολιτικού που σπατάλησε άδοξα την εντολή της κάθαρσης του 1989-90 και δεν υλοποίησε στο παραμικρό τη φερόμενη ως φιλελεύθερη πολιτική του, δημιουργήθηκε από την πτώση της κυβέρνησής του κατόπιν της δημόσιας προς τούτο προτροπής τού έως τότε ακόμη πολύ δημοφιλούς Αντώνη Σαμαρά. Ο δε τελευταίος έχασε τη δημοφιλία του ακριβώς εξαιτίας της πτώσης της κυβέρνησης Κων. Μητσοτάκη.

    Το ίδιο ακριβώς θα συμβεί και σήμερα, με μια αλλαγή πρωθυπουργού ‘εν κινήσει’. Είτε πετύχει είτε ακόμη περισσότερο αν αποτύχει μια τέτοια κίνηση, η οικογένεια Μητσοτάκη και ο πρωθυπουργός προσωπικά έχουν την επικοινωνιακή και πολιτική ισχύ να εμφανίσουν εαυτούς έναντι της κοινής γνώμης ως "θύματα της διαπλοκής". Και έτσι να σαρώσουν τους αντιπάλους τους είτε τώρα είτε σε επόμενη φάση του πολιτικού παιχνιδιού.

    Το πρόβλημα με τον Μητσοτάκη δεν είναι προσωπικό, αλλά βαθύτατα πολιτικό. Το πρόβλημα δεν είναι ο ίδιος, αλλά αυτό που εκπροσωπεί: Η προσωποπαγής δηλαδή άσκηση της εξουσίας με πλήρη έλεγχο των λεγόμενων "αρμών" της. Η δε επιθυμία της οικονομικής ελίτ να αλλάξει πρωθυπουργό ‘εν κινήσει’ για τους λόγους που αυτή το επιθυμεί, χωρίς σεβασμό στους άγραφους κανόνες του δημοκρατικού πολιτικού παιχνιδιού, είναι μέρος του πολιτικού προβλήματος της χώρας και όχι λύση του.

    Σκοπός όσων ασκήσουν τη συμμετοχή τους στη δημοκρατική διαδικασία προς την κατεύθυνση αλλαγής πρωθυπουργού, πρέπει να είναι η πολιτική αποδόμηση του πρωθυπουργού: Η ανάδειξη των πλείστων αρνητικών της διακυβέρνησής του. Του καταστροφικού για τη δημοκρατία προσωποπαγούς μοντέλου εξουσίας που βιώνει η χώρα από το 2019 και εντονότερα από το 2023. Η δημιουργία κυβερνητικών εναλλακτικών – όχι εναλλακτικών νομής της εξουσίας.

    Το πολιτικό παιχνίδι δεν θα κερδηθεί στα δυσώδη παρασκήνια, αλλά στο προσκήνιο, στη μάχη των ιδεών, της πειθούς, της αξιοποίησης του κυρίαρχου σήμερα λαϊκού αιτήματος αλλαγής κυβέρνησης, σε συμφωνία με τους κανόνες, γραπτούς και άγραφους, του δημοκρατικού παιχνιδιού. Ακόμη κι αν δεν τους τηρεί ο Μητσοτάκης.

    Αν οι αντίπαλοι του Μητσοτάκη στις ελίτ θέλουν να συντηρήσουν τον πολιτικό του μύθο στο διηνεκές, διαιωνίζοντας την επιρροή της πολιτικής του οικογένειας στα ελληνικά πράγματα, ας υλοποιήσουν το σενάριο της αλλαγής πρωθυπουργού ‘εν κινήσει’. Θα του κάνουν το μεγαλύτερο δώρο.

    *Δ.Ν., Δικηγόρος

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ