00:05 26/11
Το μέλλον των σχέσεων Ρωσίας-Ε.Ε.
Τις προηγούμενες μέρες Γερμανοί αξιωματούχοι έκαναν προβλέψεις σχετικά με τις εντάσεις μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης.
Μπορεί να μην έχει επιτευχθεί ακόμη η αιώνια ειρήνη που οραματιζόταν ο Kant στο φιλοσοφικό σχεδίασμά του πριν από δυόμισι περίπου αιώνες, ωστόσο έγινε πραγματικότητα η εγγενής νομισματική ειρήνη στην ευρωπαϊκή ήπειρο, με τη δημιουργία της ευρωζώνης· όπως έγραψε ο Kissinger στην Παγκόσμια Τάξη, το ενιαίο νόμισμα εξασφάλισε έναν βαθμό ενότητας που η Ευρώπη δεν είχε γνωρίσει από την εποχή της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Όμως η διατήρηση αυτής της ενότητας διακυβεύθηκε σοβαρά τον Ιούλιο του 2015, όταν η παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη βρισκόταν "στην κόψη του ξυραφιού”, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η Angela Merkel στον Αλέξη Τσίπρα τον Ιανουάριο του 2019, σύμφωνα με όσα γράφει στα απομνημονεύματά της (Ελευθερία, εκδ. Μεταίχμιο 2024, σ. 457).
Επρόκειτο για την πιο δραματική στιγμή της "μεγάλης κατάθλιψης” που δυστυχώς βίωσε η χώρα μας την προηγούμενη δεκαετία, για να μεταφράσουμε κατά κυριολεξία τον όρο "great depression” που χρησιμοποιείται στη διεθνή βιβλιογραφία για την μεγάλη οικονομική κρίση της περιόδου του Μεσοπολέμου. Κυριολεκτικά κατάθλιψη, καθώς η ελληνική κρίση ήταν πολυδιάστατη και υπερέβαινε την οικονομική σφαίρα, ενώ στην αμιγώς οικονομική διάστασή της ήταν αντίστοιχη σε βάθος και χειρότερη σε διάρκεια από εκείνη της δεκαετίας του 1930 στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (ΗΠΑ).
Πράγματι, ο χρόνος της διαπραγμάτευσης μετρούσε αντίστροφα το πρώτο εξάμηνο του 2015. Το γνωστό από τη θεωρία παιγνίων ως "παιχνίδι του δειλού” ("chicken game”), που περιέγραφε τη συγκρουσιακή θεώρηση του ελληνικού ζητήματος με την υποτιθέμενη απειλή της άτακτης χρεοκοπίας που θα τρόμαζε τους Ευρωπαίους εταίρους, θα μπορούσε να παρουσιαστεί σχηματικά ως ένα δυναμικά εξελισσόμενο παίγνιο μεταξύ δύο μαζών. Αρχικά, οι δύο αυτές μάζες έχουν μεγέθη που είναι σε κάποιο βαθμό συγκρίσιμα. Προϊόντος του χρόνου, οι μάζες αφενός μεταβάλλονται αντιστρόφως ανάλογα, δηλαδή όσο μειώνεται η μία αυξάνεται η άλλη, και αφετέρου κινούνται βαίνουσες προς τη σύγκρουση με ταχύτητα η οποία αυξάνεται όσο μειώνεται η μάζα τους. Μεταφορικά, είναι σαν οι οδηγοί δύο τέτοιων οχημάτων να κρατούν σταθερό το τιμόνι απειλώντας να μην το στρίψουν μέχρι τέλους και να συγκρουστούν κατά μέτωπο. Αφενός, όμως, δεν οδηγούν ισοβαρή οχήματα, καθώς οδεύουν προς τη μετωπική σύγκρουση και, αφετέρου, κινούνται προς αυτήν με διαφορετική ταχύτητα: ταχύτερα, και συνεπώς ανεξέλεγκτα και πιο επικίνδυνα, η πλευρά με τη μικρότερη μάζα· βραδύτερα, και επομένως πιο ελεγχόμενα και λιγότερο επικίνδυνα, η πλευρά με τη μεγαλύτερη μάζα.
Φτάνοντας στην "κόψη του ξυραφιού” τον Ιούλιο του 2015, η ελληνική πλευρά συνειδητοποίησε με αδιανόητη καθυστέρηση την πραγματική ισορροπία δυνάμεων. Για να το αναπαραστήσουμε μεταφορικά, στο πλαίσιο του "chicken game” που αναλύθηκε παραπάνω, ήταν σαν να οδηγούσε πατίνι απέναντι σε τριαξονική νταλίκα.
Η πεντάμηνη διαπραγμάτευση της πρώτης κυβέρνησης Τσίπρα με την "τρόικα” — που μετονομάστηκε σε "Θεσμούς”, στο πλαίσιο του κατά Kissinger δόγματος της "δημιουργικής ασάφειας”, το οποίο χρησιμοποιήθηκε στον διάλογο με την Ευρωομάδα από τον τότε υπουργό Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη — οδήγησε την ελληνική πλευρά σε αδιέξοδο. Το αδιέξοδο αυτό αφορούσε τόσο στο διεθνές πολιτικό πλαίσιο, με τους εταίρους και πιστωτές που σκλήρυναν τη στάση τους, όσο και στο εσωκομματικό πεδίο, με τους βουλευτές και υπουργούς που διαφωνούσαν με έναν συμβιβασμό εντός ευρώ.
Η τετράμηνη συμφωνία-γέφυρα, για παράταση του προγράμματος (της Κύριας Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης) μέχρι τα τέλη Ιουνίου του 2015, την οποία η ίδια η κυβέρνηση και ο Γ. Βαρουφάκης παρουσίασαν αρχικά ως διπλωματική νίκη, επετεύχθη μετά τα τρία συνεχόμενα Eurogroup που κατέληξαν στο δεσμευτικό κείμενο της 20ής Φεβρουαρίου εκείνου του έτους. Βάσει του ανακοινωθέντος, η ελληνική κυβέρνηση όφειλε να υποβάλει αμέσως έναν πλήρη κατάλογο μεταρρυθμίσεων και να τον επικαιροποιήσει μέχρι τις 30 Απριλίου του ίδιου έτους. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, η καμπύλη του χρόνου θα γύριζε εφεξής σε ανάδρομη φορά ως προς την επίτευξη μιας "αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας”, όπως χαρακτηριστικά έσπευδε να προαναγγέλλει ανά τακτά χρονικά διαστήματα η κυβέρνηση. Η ίδια θα απεμπολούσε το δικαίωμα που της είχε δοθεί από τους δανειστές να ολοκληρώσει το υπάρχον δεύτερο πρόγραμμα, και μάλιστα με ευνοϊκότερους δημοσιονομικούς όρους σε σχέση με εκείνους που είχαν απαιτηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση.
Καθώς η ρητορική φαινόταν να μην συμβαδίζει με τις πράξεις, οι παρατεταμένες διαπραγματεύσεις με τους Θεσμούς — αφού πέρασαν από διάφορες φάσεις, με συγκεχυμένες πληροφορίες για το ακριβές περιεχόμενό τους και ταχύτατες εναλλαγές απαισιοδοξίας και αισιοδοξίας και με το φάσμα της αδυναμίας αποπληρωμής των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας στον επίσημο τομέα (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο / ΔΝΤ και Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα / ΕΚΤ) να πλησιάζει απειλητικά — είχαν ήδη φυτεμένο τον σπόρο ενός ατυχήματος. Στην πραγματικότητα, η νεοφώτιστη ελληνική κυβέρνηση είχε απολέσει το μοναδικό ουσιαστικό αντιστάθμισμα που της προσέφεραν οι πιστωτές στο πλαίσιο του συμβιβασμού της με τον μνημονιακό δρόμο, στο επίμαχο Eurogroup του Φεβρουαρίου. Το αντιστάθμισμα αυτό ήταν η έστω και αόριστη δέσμευση των ευρωπαίων εταίρων για την επαναδιαπραγμάτευση των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, που είχαν συμφωνηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση. Βάσει του ανακοινωθέντος για την Ελλάδα, οι θεσμοί δεσμεύονταν να λάβουν υπόψη, για τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος του 2015, τις οικονομικές συνθήκες που θα διαμορφώνονταν το ίδιο έτος. Η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση όχι μόνο δεν άδραξε αμέσως τη μεγάλη αυτή ευκαιρία που της προσφέρθηκε από την Ευρωομάδα, αλλά την έχασε οριστικά και αμετάκλητα εξαιτίας ουτοπικών προσδοκιών και παράλληλα άλλων στρατηγικών που δεν εξυπηρετούσαν το εθνικό συμφέρον εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου.
Με τον μνημονιακό συμβιβασμό να βρίσκει σοβαρές εσωκομματικές διαφωνίες, ο χρόνος για ένα "ελληνικό ατύχημα” (χαρακτηριζόμενο από διεθνείς αναλυτές, κατ’ αναλογία με το "Grexit”, με τον ευρηματικό όρο "Graccident”) μετρούσε αντίστροφα και με επιταχυνόμενο ρυθμό. Μπροστά στο αδιέξοδο της ελληνικής κυβέρνησης, κι ενώ η τετράμηνη παράταση του προγράμματος έληγε στις 30 Ιουνίου, η αιφνιδιαστική διακοπή των διαπραγματεύσεων και η προκήρυξη δημοψηφίσματος για την 5η Ιουλίου εκείνου του έτους οδήγησε την κατάσταση σε επικίνδυνο εκτροχιασμό. Επρόκειτο για ένα αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα με ορίζοντα μόλις πέντε εργάσιμων ημερών και που μάλιστα αφορούσε μια πρόταση των δανειστών, η οποία είχε ήδη αποσυρθεί de facto από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Πολύ γρήγορα, οι οικονομικές εξελίξεις θα προλάβαιναν, όπως συμβαίνει συνήθως, τις πολιτικές εξελίξεις.
Η μαζική φυγή καταθέσεων (bank run) εξελίχθηκε ταχύτατα και λόγω της υπέρβασης του χρονικού ορίου που σηματοδοτούσε η πρωτοβουλία της κυβέρνησης να διεξαγάγει το δημοψήφισμα σε ημερομηνία μεταγενέστερη της ημερομηνίας λήξης του προγράμματος, με συνέπεια η κυβέρνηση να προκηρύξει τραπεζική αργία και να εισαγάγει αυστηρούς κεφαλαιακούς ελέγχους, ενώ η κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω μετά την αδυναμία αποπληρωμής της δανειακής δόσης προς το ΔΝΤ. Εξάλλου, το επιχείρημα Βαρουφάκη, ότι η αδυναμία αποπληρωμής των ελληνικών ομολόγων που κατείχε η ΕΚΤ (στο πλαίσιο του πρώτου προγράμματος αγοράς τίτλων στη δευτερογενή αγορά - SMP) και τα οποία έληγαν στις 20 Ιουλίου του 2015 θα έθετε υπό αμφισβήτηση το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και γενικότερα το ευρώ, ήταν άστοχο. Ένα τέτοιο πιστωτικό γεγονός θα επέφερε την de facto μετάπτωση του εναλλακτικού συστήματος παράλληλων πληρωμών, που σχεδιαζόταν ως διαπραγματευτικό δήθεν όπλο της ελληνικής πλευράς, σε σύστημα παράλληλου εγχωρίου νομίσματος. Καθώς το τελευταίο απαγορεύεται από τις συνθήκες της ΕΕ και το καταστατικό της ΕΚΤ, θα σήμαινε ομοίως την de facto έξοδο της Ελλάδας από το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα. Προφανώς, η καταστροφή που θα συνέβαινε με ένα ενδεχόμενο Grexit το 2015 αφορούσε πρωτίστως την Ελλάδα και σε πολύ μικρότερο βαθμό την Ευρωζώνη.
Φαίνεται ότι η στρατηγική της τότε κυβέρνησης, ιδιαίτερα έτσι όπως εκφράστηκε στο πρόσωπο του τότε υπουργού Οικονομικών και κύριου εμπνευστή της, Γ. Βαρουφάκη, είχε εξαρχής την εξής στόχευση. Πρώτον, να κυλήσει ομαλά η διαπραγμάτευση μέχρι το ορόσημο της 20ής Ιουλίου του 2015. Δεύτερον, εφόσον καθίστατο εφικτό το πρώτο, να μην αποπληρωθούν από την Ελληνική Δημοκρατία τα ομόλογα που διακρατούσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Και, τρίτον, η χώρα να χρεοκοπήσει εντός της Ευρωζώνης, δηλαδή εντός του ευρώ. Για τον σκοπό αυτόν, η ομάδα Βαρουφάκη επεξεργαζόταν ως Σχέδιο Β´ ένα παράλληλο σύστημα πληρωμών εκτός του κανονικού τραπεζικού συστήματος, ένα "δημοσιονομικό νόμισμα” όπως χαρακτηρίστηκε από τότε σύμβουλο του υπουργού Οικονομικών, το οποίο θα χρησιμοποιείτο, καθώς ήταν εκ των προτέρων αναμενόμενο ότι τυχόν παρέλευση του ορόσημου της 30ής Ιουνίου θα σήμαινε αυτομάτως το κλείσιμο των τραπεζών.
Στην ουσία, ο Γ. Βαρουφάκης διαδραμάτισε τον άχαρο ρόλο του "κακού αστυνομικού” στη διαπραγμάτευση μέχρι και την απροσδόκητα μεγάλη επικράτηση του "Όχι” στο στρεβλό, ως προς το ερώτημα και τον χρόνο διεξαγωγής, δημοψήφισμα. Αφού έσπευσε να πανηγυρίσει πρώτος το αποτέλεσμα της κάλπης, με δημόσια δήλωσή του προτού τοποθετηθεί δημοσίως ο Α. Τσίπρας, είχε ο ίδιος εκπληρώσει αυτόν τον ρόλο του. Η επόμενη "πίστα” που καλείτο να περάσει ο τότε πρωθυπουργός αφορούσε, πρώτον, στην πολιτική διαχείριση της μετατροπής του "Όχι” σε "Ναι” και, δεύτερον, στη συνθηκολόγηση με τους Ευρωπαίους υπό τη δαμόκλειο σπάθη ενός μη διαχειρίσιμου Grexit. Από την άλλη πλευρά, η ΕΚΤ έθεσε ως έσχατο χρονικό όριο της συμφωνίας-γέφυρας την 30ή Ιουνίου έτσι ώστε να υπάρχει απόσταση ασφαλείας από τη λήξη των ομολόγων SMP· να αποφευχθεί, δηλαδή, ένα πιθανόν προσχεδιασμένο πιστωτικό γεγονός, που ευτυχώς δεν έγινε ποτέ πράξη.
Αν όμως κατά τη διάρκεια της ανερμάτιστης διαπραγμάτευσης του πρώτου εξαμήνου του 2015 και της διελκυστίνδας Ελλάδας και Γερμανίας, ο Γ. Βαρουφάκης ήταν ο "κακός αστυνομικός” της μιας πλευράς, τότε ο Wolfgang Schäuble ήταν μέχρι και την ύστατη στιγμή, πριν την οριστική διευθέτηση της κρίσης, ο "κακός αστυνομικός” της άλλης. Σε αυτό το πλαίσιο, ο δεύτερος έθεσε στο επίσημο τραπέζι της Ευρωομάδας το καλοκαίρι του 2015 την πρόταση για ένα "time-out” Grexit, μια προσωρινή δηλαδή έξοδο της Ελλάδας από τη νομισματική ένωση, προσφερόμενος μάλιστα και ένα χρηματοδοτικό πακέτο ώστε η έξοδος αυτή να γινόταν όσο το δυνατόν πιο ομαλή και ανώδυνη.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται από τον ίδιο τον W. Schäuble στη βιογραφία του Η ζωή μου στην πολιτική (εκδ. Κλειδάριθμος 2024, σ. 604), "Προσυμφωνημένη τακτική τύπου καλός μπάτσος/κακός μπάτσος, για την οποία διατυπώθηκαν πολλές εικασίες, δεν υπήρξε μεταξύ μας [του ιδίου και της A. Merkel] το 2015 — αν και η έκβαση των διαπραγματεύσεων μπορούσε να εκληφθεί ως αποτέλεσμα μιας τέτοιας στρατηγικής. Μέχρι και η πλειονότητα των σοφών του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων θεώρησε, πάντως, ότι χωρίς τη στάθμιση μιας προσωρινής, εθελούσιας εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη ως ρεαλιστικού σεναρίου, πιθανόν δεν θα είχαμε φτάσει στην υποχώρηση του Τσίπρα. Το γεγονός ότι τέθηκε υπό συζήτηση αυτή η επιλογή είχε νόημα, επειδή έτσι στάθηκε εφικτό να συνεχιστούν οι προσπάθειες για την κατάρτιση ενός τρίτου προγράμματος στήριξης με εκτεταμένες απαιτήσεις”.
Κατά τη θεώρησή μας, πάντως, η μαρτυρία αυτή συνιστά μάλλον κεκαλυμμένη με αρκετή δόση πάλι δημιουργικής ασάφειας αποδοχή του ρόλου που περιγράψαμε παραπάνω. Στα απομνημονεύματά της (Ελευθερία, σσ. 455-456) η A. Merkel αναφέρει ότι στη Σύνοδο Κορυφής της ευρωζώνης στις 7 Ιουλίου 2015 "ο Schäuble μου εξήγησε ότι η καλύτερη λύση για όλους θα ήταν μια προσωρινή αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη. Εγώ, απεναντίας, συνέχισα να εργάζομαι υπέρ της παραμονής της Ελλάδας ως μέλους της ευρωζώνης. Το ευρώ ήταν κάτι περισσότερο από ένα απλό νόμισμα· συμβόλιζε το μη αναστρέψιμο της ευρωπαϊκής ενοποιητικής διαδικασίας και η Ελλάδα ήταν μέρος του συνόλου”. Στη Σύνοδο Κορυφής της ευρωζώνης στις 12 Ιουλίου 2015, συνεχίζει, "Ζήτησα από τον Schäuble να με συνοδέψει στις Βρυξέλλες. Ήθελα να συντονίσω μαζί του κάθε βήμα των διαβουλεύσεων”.
Σε κάθε περίπτωση, απεδείχθη εκ του αποτελέσματος της κρίσιμης για την Ελλάδα διαπραγμάτευσης των δεκαεπτά ωρών, που ακολούθησε, ότι ο Α. Τσίπρας δεν διενοείτο να επιστρέψει στην Αθήνα με το επαχθές Grexit στις αποσκευές του. Η αποστροφή του, όπως διατυπώνεται στο σχετικό κεφάλαιο των δικών του απομνημονευμάτων που μόλις εκδόθηκαν (Ιθάκη, εκδ. Gutenberg 2025), ότι "τελείωσαν όλα, είμαστε στη δραχμή”, ακούγεται ανατριχιαστική και μόνον στην ανάγνωση. Η ταπεινωτική και με πολύ βαρύ τίμημα συνθηκολόγηση με τους δανειστές ήταν μονόδρομος, πράγμα που έγινε κατανοητό με την παρουσίαση της δίτομης μαύρης βίβλου στο τραπέζι της ύστατης διαπραγμάτευσης.
Εξάλλου, ο W. Schäuble ισχυριζόταν ότι η γεωπολιτική θέση ενός κράτους δεν βοηθά καθοριστικά στην επίλυση κάποιου οικονομικού προβλήματος. Δεν ήταν ακριβώς έτσι. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν, από μιαν άποψη, διαφορετική θεώρηση της διαφαινόμενης διελκυστίνδας μεταξύ των δύο "κακών αστυνομικών” και του συνεπαγόμενου κινδύνου εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη, γεγονός το οποίο μέτρησε στην καθοριστική παρέμβαση του αμερικανικού παράγοντα το δραματικό καλοκαίρι του 2015. Εκτιμούμε ότι ανέκαθεν η διαπραγμάτευση για το ελληνικό ζήτημα εξελισσόταν μέσα στην ευρύτερη σφαίρα της γεωοικονομίας, καθώς η αντίδραση των ΗΠΑ καθοδηγείτο ολοένα και περισσότερο από γεωπολιτικές θεωρήσεις.
Προς επίρρωση τούτου, στα δικά του απομνημονεύματα (Γη της Επαγγελίας, εκδ. Aθens Bookstore Publications 2020, σ. 558) ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ, Barack Obama, αναφέρει ότι ήδη από το 2010 "συνειδητοποίησα ότι η ελληνική κρίση χρέους ήταν, εκτός από χρηματοοικονομικό, και γεωπολιτικό πρόβλημα, που εξέθετε τις ανεπίλυτες αντιφάσεις στην καρδιά της μακρόχρονης πορείας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης”, τις οποίες οι καλές εποχές είχαν συγκαλύψει καθώς "τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είχαν απολαύσει ως αντάλλαγμα ένα επίπεδο ειρήνης και εκτεταμένης ευημερίας, που ίσως δεν έχει επιτευχθεί από καμία άλλη ανθρώπινη συλλογικότητα στην ανθρώπινη ιστορία”.
Έτσι περίπου διαβάζουμε τα απομνημονεύματα του 2015. Η νομισματική ειρήνη στην ευρωπαϊκή ήπειρο είναι πάντως ισχυρή.
* Ο Κωνσταντίνος Γκράβας είναι διδάκτωρ του Τμήματος Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης του EΚΠΑ, συγγραφέας του βιβλίου "Οικονομικός Πόλεμος και Νομισματική Ειρήνη" (εκδόσεις Ι. Σιδέρης, πρόλογος: Γιάννης Στουρνάρας) και συν-συγγραφέας του βιβλίου "Κεντρικές Τράπεζες" (εκδόσεις Παπαδόπουλος). Το παρόν άρθρο αντλεί από το κεφάλαιο 5 του πρώτου βιβλίου.